ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025

Τα χρωστούμενα (διήγημα)

Του Κωνσταντίνου Γραμματικάκη

Ο Ιωάννης είναι νεκρός, πάει και τελείωσε. Φυσικά και είναι νεκρός, όταν το σώμα φτάνει σε αρκετή σήψη τότε μυρίζει όλο το τετράγωνο. Μα δεν αναρωτήθηκε κανείς πού ήταν τόσες μέρες; Ασφαλώς εγώ δεν εμπλέκομαι σε αυτόν το θάνατο. Λυπήθηκα, μπορώ να πω πως έκλαψα κιόλας, αν και μου χρωστούσε ακόμη. Η αλήθεια είναι πως τώρα που τα κακάρωσε δεν πρόκειται να με ξεπληρώσει ποτέ και δεν θα ήταν σωστό να τα ζητήσω από τους οικείους του – τουλάχιστον όχι πριν από τα σαράντα.

Μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια του

Λαέρτη πάνω από τον τάφο της Οφηλίας: Τώρα σωριάστε χώμα, να γίνει ένα βουνό... και τα λοιπά. Πολύ δραματικό, το απέφυγα.

Στην κηδεία ήμουν υποδειγματικός. Περίλυπο ύφος, ατημέλητος – είχα αφήσει και γένια πέντε ημερών. Στάθηκα στο πίσω μέρος της πομπής και, μάλιστα, άκουσα να λένε πως φαινόμουν εξαιρετικά συγκινημένος. Όταν έριχναν το χώμα, αρνήθηκα να συμμετάσχω και αυτό σημειώθηκε. Επίσης, κάποιοι ακολούθησαν το παράδειγμά μου και δεν έριξαν ούτε εκείνοι. Μου ήρθαν στο μυαλό τα λόγια του Λαέρτη πάνω από τον τάφο της Οφηλίας: Τώρα σωριάστε χώμα, να γίνει ένα βουνό... και τα λοιπά. Πολύ δραματικό, το απέφυγα. Τον καφέ μου τον ήπια σκέτο, χωρίς κουλουράκι. Έχω αδυναμία στα γλυκά και βάζω γάλα παντού, αλλά εκείνη την μέρα συγκρατήθηκα και η ξινίλα στο πρόσωπό μου ήταν άλλη μια εκδήλωση του πένθους για τον περίγυρό μου. Ο κόσμος μού έσφιξε το χέρι, χαμήλωσε το βλέμμα μπροστά στον βουβό σπαραγμό μου και, σιγά-σιγά διαλύθηκε.

Τα λεφτά τελείωναν και τα σαράντα δεν είχαν φτάσει. Θα ήταν άκοσμο να τα ζητήσω τώρα; Ένας θάνατος δεν θα έπρεπε να εμποδίζει έναν βιοπορισμό, αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Η γριά από κάτω μού ζήτησε πάλι το ενοίκιο. Πώς να της εξηγήσω ότι περιμένω αναδρομικά από έναν νεκρό; Το κράτος θα έπρεπε να διασφαλίζει τα χρέη των αποθανόντων. Η σκέψη μου βαριά. Το μυαλό μου τριγυρίζει στις τσέπες του Ιωάννη όταν τον βρήκαν νεκρό. Πόσα να κουβαλούσε μαζί του και τι απέγιναν ‘κείνα τα χρήματα; Βρήκα στο κουτάκι μερικά τρίμματα καφέ και έφτιαξα ένα νερόπλυμα. Ήμουν σίγουρος πως θα λυνόταν το όλο ζήτημα μόλις καταλάγιαζε το πένθος.

Η αστυνομία ερευνά ακόμη. Μήπως κάνω λάθος που κόβω βόλτες κάτω από το σπίτι; Ασφαλώς, όπως προανέφερα, δεν εμπλέκομαι.

Πέρασα έξω από το σπίτι του. Τα παράθυρα κλειστά. Λογικό. Από συνήθεια είπα να χτυπήσω το κουδούνι για μια φιλική κουβέντα, αλλά… Άναψα ένα τσιγάρο ζητώντας φωτιά από έναν περαστικό που με κοίταξε κάπως λοξά. Γιατί να κοιτάς λοξά και να γελάς πλάγια; Αν έχεις κάτι στο μυαλό σου, πες το! Η αστυνομία ερευνά ακόμη. Μήπως κάνω λάθος που κόβω βόλτες κάτω από το σπίτι; Ασφαλώς, όπως προανέφερα, δεν εμπλέκομαι.

Η γριά χτύπησε την πόρτα, δεν απάντησα. Τα παντοφλάκια της σέρνονταν στις σκάλες. Σιωπή. Θυμήθηκα πως είχα δεύτερα κλειδιά για το σπίτι του. Δεν θα ήταν αγένεια να μπω, εξάλλου δεν πρόκειται να ενοχλήσω κανένα.

Με απόλυτο σεβασμό έψαξα όλα τα συρτάρια και τις τσέπες από τα σακάκια και τα παντελόνια.

Το ασανσέρ θα κάνει θόρυβο. Θα ανέβω ήρεμα. Έφτασα στον πέμπτο. Ξεκλείδωσα με αργές κινήσεις την πόρτα. Μόλις μπήκα, η μυρωδιά της αποσύνθεσης με διαπέρασε. Είχε ποτίσει τους τοίχους, τις κουρτίνες, το πάτωμα. Έπρεπε να κάνω γρήγορα. Με απόλυτο σεβασμό έψαξα όλα τα συρτάρια και τις τσέπες από τα σακάκια και τα παντελόνια. Με υποδειγματικό σεβασμό, μιας και είχαν περάσει μόλις δέκα μέρες. Μάταια. Το σπίτι ήταν σχεδόν άδειο, η οικογένεια το άδειασε γρήγορα. Καμιά μέριμνα, καμιά σκέψη για κείνους που χρωστούν πέντε νοίκια. Άκουσα βήματα και κρύφτηκα. Ο γείτονας από απέναντι μπήκε στο σπίτι του. Ελπίζω να μην άκουσε τίποτα, αλλά και να άκουσε, η εξήγηση είναι πολύ απλή: Αναζητούσα κάτι που μου ανήκε. Άραγε όταν τον βρήκαν τι να είχε στην τσέπη του; Είναι παράτολμο να φύγω τώρα, υπάρχει πολλή βαβούρα στους διαδρόμους. Κάποιος περίεργος μπορεί να με παρεξηγήσει. Θα ήταν φρονιμότερο να περάσω εδώ την νύχτα.

Είδα από τα παράθυρα το μπλέ φως ενός περιπολικού, αλλά γρήγορα κατάλαβα πως έστριβε την γωνία. Φαντάζομαι πως τώρα η γριά θα ψαχουλεύει τα πράγματά μου.

Ξύπνησα στις τρεις. Τη μυρωδιά τη συνήθισα γρήγορα και έτσι κατάφερα να κλείσω λίγο τα μάτια μου. Είδα από τα παράθυρα το μπλέ φως ενός περιπολικού, αλλά γρήγορα κατάλαβα πως έστριβε την γωνία. Φαντάζομαι πως τώρα η γριά θα ψαχουλεύει τα πράγματά μου. Με είχε προειδοποιήσει: Αν δεν τα έχεις μέχρι αύριο, θα σε πετάξω έξω. Το αύριο ήρθε και ο Ιωάννης δεν αναστήθηκε, για να με ξεχρεώσει. Τότε, κλειδιά στην πόρτα.

Τεντώθηκα. Ο βραδινός ύπνος με έκανε να φαίνομαι αρκετά ξεκούραστος, πράγμα που δεν δικαιολογείται σε έναν άνθρωπο που περνάει πένθος. Πλησίασα στις μύτες την πόρτα και είδα τη μητέρα του Ιωάννη με έναν μπογιατζή στο σαλόνι. Με επιτακτικό ύφος τού έδινε οδηγίες για το πώς να βάψει τον χώρο. Κορδώθηκα και με ηρεμία πέρασα. Εκείνη έβγαλε μια κραυγή μόλις είδε την πόρτα να ανοίγει, αλλά όταν είδε ένα φιλικό πρόσωπο αναθάρρησε και ηρέμησε. Της εξήγησα πως είχα την ανάγκη να είμαι στον χώρο που ήταν και εκείνος και, κατά πως φάνηκε, το πίστεψε. Ακροθιγώς και με μεγάλη προσοχή έφερα το θέμα εκεί που ήθελα: Τη ρώτησα πώς αντιμετωπίζει το πένθος και πώς περνούν οι μέρες. Μάλιστα, μου ξέφυγε ένα δάκρυ, κάτι που φυσικά απέδωσε στον ισχυρό δεσμό της φιλίας μου με τον Ιωάννη. Ο μπογιατζής ήθελε απλά να κάνει την δουλειά του και, ένω η μητέρα έκλαιγε, εκείνος έστρωνε τον μουσαμά. Ακούμπησε στον ώμο μου και μου εξήγησε πως δεν υπήρχαν τα χρήματα για το μνημόσυνο. Ασφαλώς ένας εγκάρδιος φίλος εκείνη την στιγμή θα έβαζε το χέρι βαθιά στην τσέπη, εγώ όμως έπιανα μόνο φόδρα και μερικά κέρματα που είχα εξασφαλίσει για το πρωινό μου. Της τα πρόσφερα, για να πιεί έναν καφέ κι έτσι έμεινα πραγματικά ταπί. Η χειρονομία μου την ευχαρίστησε τόσο που έβαλε ακόμη περισσότερο τα κλάματα.

 

Το στομάχι μου χτυπούσε σαν ταμπούρλο καθώς περπατούσα τους άδειους δρόμους. Ήταν Κυριακή μεσημέρι. Μα πού βρήκε τα λεφτά για τον μπογιατζή; Στο μνημόσυνο, ασφαλώς, θα της ζητήσω επιπλέον τα καινούργια χρωστούμενα.


Δυο λόγια για τη συγγραφέα

Ο Κωνσταντίνος Γραμματικάκης είναι απόφοιτος του τμήματος Σκηνοθεσίας Κινηματογράφου του Queen Margaret University και του ΙΕΚ Ακμή.

Ασχολείται με τη συγγραφή και τη σκηνοθεσία για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Έχει γράψει και σκηνοθετήσει ταινίες μικρού μήκους και θεατρικές παραστάσεις, ενώ έχει εργαστεί ως βοηθός σκηνοθέτη σε κινηματογραφικές και θεατρικές παραγωγές.

Από το bookpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου