ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2023

ΣΑΝ ΨΕΜΑ Η ΑΛΗΘΕΙΑ (ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ 41η συνέχεια. Η παγίδα)

Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


Από πολύ μικρός είχε κλείσει την πόρτα της καρδιάς του στην αγάπη. Ούτε πήρε ποτέ, ούτε έδωσε. Για την ακρίβεια το να μην δεχτεί αγάπη ήταν επιλογή του, γιατί κάποτε του προσφέρθηκε απλόχερα από τους δικούς του ανθρώπους. Όμως το θεώρησε αδυναμία να ανταποκριθεί. Αυτός ήταν γεννημένος νικητής! Ηγέτης! Τίποτα λιγότερο από το απόλυτο δεν του αρκούσε, και τα σαλιαρίσματα δεν αρμόζουν στους δυνατούς

“Μήπως πραγματικά είμαι ψυχοπαθής;”, αναρωτήθηκε. “Αλλά πάλι ποιος ψυχοπαθής το παραδέχεται, έστω και στον εαυτό του!”. 

Γέλασε κυνικά μ΄αυτή του τη σκέψη και σηκώθηκε να φτιάξει καφέ. Περνώντας μπροστά από τον ολόσωμο καθρέφτη έριξε μια ματιά στο γυμνό του κορμί, και ένα χαμόγελο ικανοποίησης ζωγραφίστηκε στα χείλη του.

Αν και ποτέ στη ζωή του δεν τα πήγε καλά με τη γυμναστική, το σώμα του έδειχνε γραμμωμένο και αθλητικό. Σε συνδυασμό με το όμορφο πρόσωπο του θα αποτελούσε αντικείμενο πόθου για πολλές και πολλούς, αν το ήθελε. Ήταν κάτι όμως που δεν τον ενδιέφερε καθόλου, τουλάχιστον σε ότι αφορούσε πραγματικές σχέσεις. Απλά αυτή η όμορφη εικόνα μπορούσε να του χρησιμεύσει για την ανέλιξη του.

Αφού ήπιε τον καφέ αποφάσισε να ολοκληρώσει την τιμωρία του Δήμου. Δεν είχε καμία όρεξη αλλά έπρεπε να πληρώσει ακριβά εκείνη τη γροθιά που του κόστισε ένα σπασμένο δόντι. Κανείς δεν έμενε ατιμώρητος όταν τον έβλαπτε! Μια ακόμα τρυφερή επαφή και ύστερα τέρμα! Ύστερα θα ακολουθούσε το μαρτύριο. Η στέρηση, τα παρακάλια, ο εξευτελισμός, ο πληρωμένος έρωτας.

Μπήκε στο μικρό δωματιάκι που είχε διαμορφώσει χωρίζοντας την κρεβατοκάμαρα με ένα καθρέφτη-τζάμι, από αυτούς που βλέπεις χωρίς να σε βλέπουν. Οι τρεις στημένες φωτογραφικές μηχανές, ήταν όπως πάντα στη θέση τους, από προηγούμενες φωτογραφίσεις για εκβιασμό. Ρύθμισε τους χρονοδιακόπτες ανά ένα λεπτό, με την πρώτη να αρχίζει σε πέντε λεπτά και γύρισε στην κάμαρα. Ξάπλωσε δίπλα στο Δήμο και άρχισε να τον χαϊδεύει απαλά. Δεν άργησε να ανταποκριθεί. Ο Πετρής τον γύρισε ώστε να φαίνεται το πρόσωπο του καθαρά στις φωτογραφίες και του έκανε έρωτα. Όχι με ένταση, που άλλωστε δεν υπήρχε από τη μεριά του, αλλά αργά για να είναι μέσα στο χρόνο. 

Όταν τελείωσαν, ο Δήμος μπήκε για ντους. Αυτή τη φορά δεν ένιωσε ενοχές. Ήταν τόσο δυνατή η αίσθηση που του άφησε η επαφή, ώστε τίποτα άλλο δεν απασχολούσε το μυαλό του. Τα δύσκολα όμως μόλις άρχιζαν, αλλά αυτό δεν το ήξερε!

Ντύθηκε γρήγορα γιατί η ώρα είχε περάσει και ίσα που θα προλάβαινε να είναι έγκαιρα στον Ναύσταθμο. Ο Πετρής τον περίμενε έτοιμος στο χολ. 

“Μην αγχώνεσαι! Σε είκοσι λεπτά είμαστε Πειραιά”. 

Έφτασαν ακόμη πιο γρήγορα, μιας και οι δρόμοι δεν είχαν καθόλου κίνηση. 

“Μεθαύριο φεύγουμε για άσκηση”, είπε ο Δήμος αποχαιρετώντας τον. “Τουλάχιστον δεκαπέντε μέρες θα κάνουμε να βρεθούμε”. 

“Εδώ θα είμαι!”, απάντησε χαϊδεύοντας του τα μαλλιά. “Καλό ταξίδι!”.


Λένε πως ο ένοχος επιστρέφει πάντα στον τόπο του εγκλήματος και ο Πετρής, αφού άφησε τον Δήμο στο λιμάνι, επιβεβαίωσε αυτή την δοξασία. Είχε περάσει πάνω από μήνας από τότε που έσπρωξε στον θάνατο τον Δημήτρη. Άψογο σχέδιο και μελετημένο ως την παραμικρή λεπτομέρεια. Η Διονυσία, η μάνα του Δημήτρη, δεν είχε πει μόνο στον ίδιο για τον θησαυρό. Με αφέλεια το διέδωσε σε πολλούς. Κάπως έτσι έφτασε και στα αυτιά του Πετρή. Και μπορεί οι υπόλοιποι να μην ήξεραν που να ψάξουν, αυτός όμως ήξερε! Του είχε υποδείξει το σπίτι η Ποπάρα και το είχε εξερευνήσει σπιθαμή προς σπιθαμή, χωρίς αποτέλεσμα. Όμως ο Δημήτρης προφανώς κάτι παραπάνω είχε για να επιμένει. Τον παρακολουθούσε καιρό. Κυρίως τις Κυριακές, γιατί τις καθημερινές βρισκόταν μέχρι αργά στο επιτελείο. Δανειζόταν από βραδύς την Άλφα Ρομέο του Άρη και περίμενε μέχρι να φύγει ο γείτονας του οδοκαθαριστής για τη δουλειά του. Σπάνια χρησιμοποιούσε το Μίνι Κούπερ του, γιατί το πρόβλημα στο γόνατο του είχε επιδεινωθεί και δυσκολευόταν να το κουμαντάρει. Με το που έφευγε κουτσαίνοντας, ο Πετρής άνοιγε το μικρό αυτοκίνητο(εύκολη δουλειά γι΄αυτόν), πάρκαρε στη θέση του την Άλφα, και πήγαινε στο αρχοντικό. 

Ακόμη και κάτι να πήγαινε στραβά, όλα θα έδειχναν ως ένοχο τον οδοκαθαριστή, αφού ο ίδιος φρόντιζε να φοράει γάντια για να μην αφήνει αποτυπώματα.

Οι δύο πρώτες Κυριακές δεν απέδωσαν τίποτα, η τρίτη όμως ήταν η τυχερή. Όχι για τον Δημήτρη βέβαια! Μόνο που το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο, σύμφωνα με τις προσδοκίες του. Πεντακόσιες λίρες σε ένα τσίγκινο κουτί ήταν όλα κι όλα που βρήκε αφού έσπρωξε τον Δημήτρη στο ξεροπήγαδο. Διόλου ευκαταφρόνητο ποσό για οποιονδήποτε φυσιολογικό άνθρωπο. Όχι όμως για τον Πετρή! 

Αυτές οι λίρες και ένα κιτρινισμένο χαρτί με περίεργα σχέδια και ακόμα πιο περίεργες σημειώσεις ήταν το περιεχόμενο του κουτιού. Έμοιαζαν σαν κρυπτογραφημένα μηνύματα που μπορεί να οδηγούσαν σε άλλες κρυψώνες. Τρεις από αυτές κατάφερε να αποκωδικοποιήσει, αλλά τα κτίρια που αναφέρονταν είχαν προ πολλού κατεδαφιστεί, και στη θέση τους είχαν ανεγερθεί καινούργιες κατασκευές. Μόνο η τελευταία σημείωση είχε απομείνει, όμως ήταν τόσο παράξενη που δεν μπορούσε να βγάλει άκρη. “Ο ληστής με το κεφάλι του στο χερι”, έγραφε και από κάτω κάτι σαν πόρτα με μια γραμμή που ξεκινούσε από την είσοδο της και κατάληγε σε ένα “80”. Αυτό το τελευταίο φαινόταν εύκολο. Ογδόντα βήματα ή μέτρα από την είσοδο. Που βρισκόταν όμως αυτή η είσοδος; Και ποιος ήταν ο ληστής με το κεφάλι στο χέρι;

Έριξε μια τελευταία ματιά στο αρχοντικό. Οι ταινίες της Ασφάλειας υπήρχαν ακόμη, και η είσοδος ήταν σφραγισμένη. Αργά αργά πήρε το δρόμο για την Ομόνοια.


Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου