Πάντα είχα την επιθυμία να πεθάνω ήρεμα στον ύπνο μου.
Χωρίς πόνους από ανίατες ασθένειες, χωρίς την αγωνία του επικείμενου θανάτου.
Στα εξήντα τόσο, ποτέ δεν πήγα σε γιατρό. Παρθένος βλέπετε στο ζώδιο και όπως λένε οι αστρολόγοι, γιατροί του εαυτού τους.
'Όμως φαίνεται για να πεθάνεις δεν είναι απαραίτητοι οι γιατροί!
Ο Θεός ή το σύμπαν αν θέλετε, άκουσε την ευχή μου και ένα βράδυ του Νοέμβρη άφησα
τον μάταιο κόσμο, την ώρα του ύπνου μου.Εγώ δεν το κατάλαβα. Όλες μου οι αισθήσεις ήταν σε εγρήγορση, το ίδιο και η διάθεση μου για ζωή. Μόνο το περίφημο φως στην άκρη ενός τούνελ είδα, που δεν θέλησα να ακολουθήσω.
Μια περίεργη αίσθηση βαρεμάρας κυρίευε όλα τα μέλη μου. Μια αίσθηση όχι και τόσο πρωτόγνωρη. Έτσι ήμουν όλα μου τα χρόνια. Εξάλλου αρνιόμουν να παραδεχτώ ότι πέθανα, αν και έβλεπα το πτώμα μου από κάτω σε μια κατάσταση που μου έφερνε αναγούλα.
“Δεν είναι δυνατόν!”, αναφώνησα με απορία. “Ζω ρε! Τι δεν καταλαβαίνετε;”.
Οι δικοί μου άνθρωποι δεν άκουσαν τις κραυγές μου. Επέμεναν να θρηνούν ένα σώμα που είχε πάψει πια να είμαι εγώ!
Οι διασώστες του ΕΚΑΒ πιστοποίησαν τον θάνατο μου και ανακοίνωσαν στην οικογένεια μου πως έπρεπε να γίνει νεκροψία-νεκροτομή.
Ανατρίχιασα στην ιδέα να μου ξεσκίσουν το κορμί μαθητευόμενοι μάγοι, για να βρουν από τι πέθανα.
Ευτυχώς βρέθηκε ο “καλός” γιατρός που υπέγραψε το πιστοποιητικό θανάτου με το αζημίωτο. ”Ανακοπή καρδιάς” το πόρισμα του ανιδιοτελούς υπηρέτη της ιατρικής!
Έτσι τα υπόλοιπα ανέλαβε το γραφείο κηδειών. Με επαγγελματική επάρκεια μεταμόρφωσαν το άχαρο πτώμα μου σε ένα, αν όχι ερωτεύσιμο πρόσωπο, τουλάχιστον αρκετά υποφερτό για να μην πάρουν δρόμο οι καλεσμένοι στο ξόδι μου!
Όλη αυτή την ώρα παρακολουθούσα τις υπεράνθρωπες προσπάθειες τους να με σουλουπώσουν. Ειδικά όταν ήρθε η μαθητευόμενη κοπελίτσα για το τελευταίο μακιγιάζ, ήμουν έτοιμος να σηκωθώ και να της κόψω το αίμα από την τρομάρα.
Δυστυχώς φαίνεται “χάσμα μέγα εστήρικται μεταξύ υμών και ημών”, και έτσι έμεινα μόνο με την ανεκπλήρωτη επιθυμία.
Ύστερα με έχωσαν στο ψυγείο, για να μην αρχίσω και σαπίζω και τους χαλάσω το ίματζ!
Ψοφώκρυο εκεί μέσα και τα δόντια μου θα έτριζαν, αν μπορούσαν!
Το άλλο πρωί με έβαλαν στο νεκροθάλαμο. Ήρθαν οι συγγενείς με λουλούδια στα χέρια, και ένα ύφος 'Άντε να τελειώνουμε να πάμε στις δουλειές μας".
Ο παπάς τους έκανε τη χάρη και τελείωσε την κηδεία σε δέκα λεπτά.
Μετά το τελευταίο αποχαιρετισμό με παράχωσαν σε ένα τάφο και με σκέπασαν με χώμα. Εγώ όμως βγήκα! Μη με ρωτάτε πως, πάντως βγήκα. Χαμογέλασα στη γυναίκα και τις κόρες μου (Οι μόνες που έκλαιγαν), αλλά δεν μου ανταπέδωσαν το χαμόγελο.
Κι ύστερα έφυγαν όλοι και τότε με κάποιο τρόμο ανακάλυψα πως δεν μπορούσα να τους ακολουθήσω. Μόνο στο χώρο του νεκροταφείου μπορούσα να κινούμαι!
Από τότε μπαινοβγαίνω στον τάφο μου. Παρατηρώ τα σκουλήκια να κάνουν πάρτι στο ταλαίπωρο σώμα μου και ξαναβγαίνω για βόλτα στους υπόλοιπους τάφους. Και να φανταστείτε ούτε από έξω δεν περνούσα, τα βράδια κυρίως!
Αλήθεια τι θα γίνει σε λίγες μέρες που θα με ξεθάψουν; Θα εξακολουθώ να περιφέρομαι στους χώρους του νεκροταφείου ή θα χαθώ για πάντα;
Μακάρι να ξανάβλεπα το φως, που έκανα τη μαλακία να μην ακολουθήσω, με τις γνωστές συνέπειες.
Όμως μάλλον δεν θα μου ξαναδοθεί δεύτερη ευκαιρία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου