ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024

Η ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ (23η συνέχεια. Το πρώτο σκίρτημα)

Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο 


 Για την πρώτη εμπόδιο ήταν ο παπάς, που την προόριζε για παπαδιά και προς το παρόν δεν υπήρχε κάποιος υποψήφιος για ιερέας. Η δεύτερη ήταν η ίδια το εμπόδιο!

Άσχημη, με έντονη τριχόπτωση και κυρίως πάμφτωχη. Καθόλου δελεαστικά προσόντα για γάμο. 

«Άντε Αρχοντούλα αρκετά», την παρότρυνε ο κοινοτάρχης. «Κοντεύει τέσσερις και έχεις να ετοιμαστείς για τον αρραβώνα.

Ντράπηκε να του πει πως δεν θα πάει, από την άλλη όμως θα το έβλεπε μόνος του αφού ήταν κι ο ίδιος καλεσμένος.

Μάζεψε τους φακέλους, τους έκλεισε στο ντουλάπι και κίνησε να φύγει. «Θα τα πούμε το βράδυ», του είπε καθώς με βαριά καρδιά αποφάσισε τελικά να πάει.

Και αυτή η απόφαση αποδείχθηκε η καλύτερη που πήρε ποτέ!

Υπεύθυνος για αυτό ήταν ο αδελφός του μέλλοντα γαμπρού, που μαγνήτισε όλα τα βλέμματα με το που έκανε την εμφάνιση. Ψηλός, γεροδεμένος αλλά με ευγενικά χαρακτηριστικά. Πανέμορφα καστανά μάτια με σμικτά φρύδια, λαμπερά μαλλιά χωρισμένα στη μέση και με ένα λεπτό μουστάκι που τόνιζε τα καλοσχηματισμένα του χείλη. 

Κομψός μέσα στο κατάλευκο κοστούμι και το ίδιου χρώματος πουκάμισο, με την ασημί γραβάτα να σπάει τη μονοτονία, έμοιαζε αρχαίος θεός. Δικαιολογημένα όλες οι γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας τον κοίταζαν μαγεμένες. Όπως και οι άντρες αλλά αυτοί με ζήλια και καχυποψία. 

Χωρίς να δείχνει την παραμικρή συστολή από το άγνωστο περιβάλλον χαμογελούσε πλατιά σε όποιον χαιρετούσε φανερώνοντας τα κατάλευκα δόντια του.

Η Αρχοντούλα ένιωσε ένα τσίμπημα την καρδιά όταν διασταυρώθηκαν τα βλέμματα τους. Άραγε αυτό ήταν έρωτας; Δεν είχε την απάντηση γιατί της ήταν πρωτόγνωρη αυτή η ταραχή. Προσπάθησε απλά να χαμογελάσει χωρίς να ξεκολλάει τα μάτια από πάνω του.

 «Εσείς θα πρέπει να είσαστε η ωραία του χωριού!», της είπε φιλώντας της το χέρι. «Μαζί με τη νύφη μου βέβαια!», βιάστηκε να συμπληρώσει βλέποντας τη Λενιώ να κατσουφιάζει.

Οι μουσικοί άρχισαν να παίζουν παραδοσιακούς σκοπούς και τα ζευγάρια σηκώθηκαν να χορέψουν, με πρώτους τους μελλόνυμφους. Η Αρχοντούλα ήλπιζε πως θα την καλούσε ο νεαρός να χορέψουν, όμως προς το παρόν αυτός δεν έκανε κάποια κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση. Καθισμένος στην πολυθρόνα απλά παρακολουθούσε χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον τους άλλους να χορεύουν. Το πιάτο του παρέμενε γεμάτο. Ζήτημα αν έφαγε δυο τρεις μπουκιές. Το κοκκινέλι όμως το τιμούσε δεόντως! 

Ούτε μια ματιά δεν έριξε προς το μέρος της Αρχοντούλας όλη αυτή την ώρα κι αυτό την έκανε να βράζει μέσα της. Αν του ήταν αδιάφορη, γιατί της έκανε τη φιλοφρόνηση;

«Δεν βλέπω να διασκεδάζετε ιδιαίτερα!», του είπε  ξεπερνώντας τη συστολή της πλησιάζοντας τον.

«Ναι έχετε δίκιο! Λείπω χρόνια στη Γαλλία και αυτά τα ακούσματα μου φαίνονται ξένα!», απάντησε χαρίζοντας της το υπέροχο χαμόγελο του. «Πάντως για εσάς θα έκανα μια προσπάθεια, αν και είμαι σίγουρος πως θα σας κάνω ρεζίλι με την αγαρμποσύνη μου!».

Του χαμογέλασε και τον τράβηξε απ το χέρι. 

«Δεν είναι και τόσο δύσκολο, αρκεί να ακολουθείτε τα βήματα μου.».

Τελικά είτε αποδείχθηκε καλός μαθητής, είτε έλεγε ψέματα πως δεν ξέρει αυτούς τους χορούς.

«Μα εσείς είστε γεννημένος χορευτής!», τον κολάκεψε. «Μάλλον με κοροϊδέψατε πριν!».

«Μαθαίνω γρήγορα!», απάντησε με μια χροιά ειρωνείας στη φωνή του. «Ειδικά όταν έχω μια τόσο όμορφη δασκάλα!».

«Είναι η δεύτερη φορά που μου κάνετε το ίδιο κομπλιμέντο και θα το πάρω επάνω μου!», τον μάλωσε τρυφερά.

«Δεν λέω ποτέ κάτι που δεν πιστεύω!», της απάντησε με στόμφο. «Και μάλλον θα πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τον πληθυντικό, δεν νομίζεις;».

«Σύμφωνοι, αφού μάθω πρώτα το όνομα σου!».

«Ζανό με φωνάζουν στη Γαλλία. Στη Θήβα είμαι Γιάννης!».

«Οπότε μιας και δεν είμαστε στη Γαλλία, το Γιάννης είναι μια χαρά!», του απάντησε και σκάσανε κι οι δυο στα γέλια.

Η υπόλοιπη βραδιά κύλησε όμορφα. Η καρδιά της Αρχοντούλας κτυπούσε δυνατά κάθε φορά που ο Γιάννης την άγγιζε δήθεν τυχαία. Πρωτόγνωρη αίσθηση που δεν είχε φανταστεί ποτέ πως θα νιώσει, αν και εξακολουθούσε να φοβάται τι θα γίνει όταν τα πράγματα προχωρήσουν. Γιατί τώρα ήταν βέβαιη πως θα προχωρήσουν. 

‘Όταν της πρότεινε να τη συνοδέψει μέχρι το σπίτι της, όταν ξημέρωσε σχεδόν, πέταξε από τη χαρά της. Πιασμένοι χέρι χέρι περπάτησαν τα εκατό περίπου μέτρα που χώριζαν τα δυο σπίτια.


Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου