Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
Άναψε τσιγάρο και κάθισε στο πεζούλι περιμένοντας να τελειώσει το μνημόσυνο. Απορροφημένος στις σκέψεις του άργησε να προσέξει το καλοντυμένο ζευγάρι που εκείνη τη στιγμή έμπαινε στο ναό. Δεν έμοιαζαν με ανθρώπους της εκκλησίας, μάλλον κάτι παραβατικό του έβγαζε η εικόνα τους. Αν και κομψά και ακριβά ντυμένοι, έδειχναν να μην είναι η συνηθισμένη τους αμφίεση. Αυτοί οι δυο τον απασχόλησαν μόλις λίγα δευτερόλεπτα, γιατί εκείνη την ώρα η γριά κατέβαινε τις σκάλες πηγαίνοντας προς την αίθουσα που θα δινόταν ο καφές.
Αποφάσισε να το ρισκάρει. «Αρχοντούλα!», της φώναξε με την ελπίδα να ακούσει στο όνομα. Τελικά είχε κάνει λάθος; Η γριά μπορεί να ταλαντεύτηκε λίγο όμως δεν γύρισε ούτε σταμάτησε. Μπήκε στην αίθουσα και ο Αντώνης την ακολούθησε με σκοπό να της ζητήσει συγγνώμη για την παρεξήγηση. Την είδε να ανοίγει το μοναδικό παράθυρο για να αεριστεί ο χώρος.
«Συγγνώμη σας πέρασα για κάποια γνωστή μου», απολογήθηκε.
Εκείνη δεν απάντησε μόνο κούνησε το κεφάλι με συγκατάβαση και βγήκε. Αυτή τη φορά δεν πήγε από πίσω της. Δεν έβρισκε το λόγο να επιμένει στο λάθος του. Τουλάχιστον έμενε ο παπάς και γι αυτόν ήταν απόλυτα σίγουρος!
Βγήκε πάλι στο προαύλιο και ήταν η ώρα καθώς άρχισαν να κατεβαίνουν οι πιστοί για τον καφέ της παρηγοριάς.
«Είσαι καλά παιδί μου;», τον ρώτησε με απορία η Δανάη. «Τι σε έπιασε και έφυγες σαν κυνηγημένος;».
«Με πείραξε το λιβάνι», δικαιολογήθηκε χωρίς να γίνει πειστικός.
«Θα κάτσουμε στον καφέ;», ξαναρώτησε η Δανάη ελπίζοντας σε αρνητική απάντηση.
«Ναι». Είπε αποφασιστικά. «Θέλω να κάνω μια κουβέντα με τον παπά».
«Ωχ Παναγία μου!», διαμαρτυρήθηκε εκείνη. «Να δω τι άλλο θα ανεχτώ με σένα που έμπλεξα!».
Ο Αντώνης ήξερε πως δεν εννοούσε αυτά που έλεγε. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έκανε του κεφαλιού του και πάντα του συγχωρούσε τις παραξενιές του.
«Αρχοντούλα!», ακούστηκε δυνατά η φωνή του παπά Διονύση. «Που είσαι ευλογημένη; Περιμένει ο κόσμος τους καφέδες!».
Ο Αντώνης πετάχτηκε ταραγμένος. Ώστε δεν είχε κάνει λάθος! Για κάποιο λόγο η Αρχοντούλα δεν ήθελε να επιβεβαιώσει την ταυτότητα της. Περίμενε να απαντήσει στις εκκλήσεις του παπά, όμως εκείνη ήταν άφαντη! Τελικά τους καφέδες τους ανέλαβαν δυο άλλες κυρίες με τον παπά να αναρωτιέται τι στο καλό συμβαίνει.
Πήραν τις θέσεις τους κοντά στη Μυρτώ, άλλωστε ο Αντώνης θα μπορούσε κατά κάποιο τρόπο να θεωρηθεί συγγενής. Δεν έβρισκε όμως το λόγο γιατί το περίεργο ζευγάρι ήρθε κι αυτό στο τραπέζι. Εκτός αν ήταν κι αυτοί συγγενείς και δεν έτυχε να τους γνωρίσει.
Τώρα που είχε την ευκαιρία να τους δει από κοντά, η εμφάνιση του άντρα τον ξένισε. Εκτός από τα μαύρα γυαλιά ηλίου που εξακολουθούσε να φοράει και μέσα στην αίθουσα , εντύπωση του έκανε το παχύ μουστάκι. Του φάνηκε εντελώς αταίριαστο με το όλο του στυλ. Θα έπαιρνε όρκο πως είναι ψεύτικο, αλλά για να το διαπιστώσει σίγουρα θα έπρεπε να το τραβήξει, πράγμα που δεν είχε ασφαλώς σκοπό να κάνει. Η Μυρτώ δεν έδειχνε άνετα μαζί τους. Όποιοι κι αν ήταν μάλλον δεν θα είχαν τις καλύτερες σχέσεις μαζί της.
«Μυρτούλα, να ζήσεις να τον θυμάσαι!», ευχήθηκε στο κορίτσι πίνοντας μια γουλιά από το κονιάκ του. Η αντίδραση του άντρα απέναντι του αύξησε τις υποψίες του για το ποιόν του. Ένα ειρωνικό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του κάνοντας το ακόμα πιο αποκρουστικό. Η Μυρτώ τον ευχαρίστησε ευγενικά, χωρίς ούτε μια στιγμή να γυρίσει προς το μέρος του ζευγαριού.
«Συγγενείς;», ρώτησε ο Αντώνης στρεφόμενος προς το ζευγάρι.
«Φίλοι», απάντησε ο άντρας μονολεκτικά δίχως να δείχνει διάθεση για παραπάνω λεπτομέρειες.
«Οικογενειακοί», έσπευσε να συμπληρώσει η γυναίκα αντιλαμβανόμενη πως η απάντηση του άντρα δεν ικανοποίησε τον Αντώνη.
«Ο κύριος Αντώνης είναι ο γιος των αφεντικών μου, και η Δανάη η σύντροφός του», έκανε τις συστάσεις η Μυρτώ και η ταραχή στο ζευγάρι δεν διέφυγε της προσοχής του Αντώνη.
Η Δανάη που μέχρι εκείνη την ώρα παρέμενε αμίλητη σαν να ξύπνησε μέσα της το αστυνομικό δαιμόνιο.
«Οικογενειακοί φίλοι λοιπόν!», είπε με σοβαρό ύφος. «Μα τότε δεν θα έπρεπε να σας γνωρίζει ο άντρας μου; Ο μακαρίτης και η συχωρεμένη η γυναίκα του ήταν στη δούλεψη των γονιών του πολλά χρόνια! Το ίδιο και η Μυρτώ που ζούσαν στο ίδιο σπίτι. Περίεργο!», διαπίστωσε καταλήγοντας.
Σε φανερά άβολη θέση οι δυο τους σαν να έψαχναν τρόπους νε ξεφύγουν από την πίεση.
«Δεν είχαμε πολλές σχέσεις είναι η αλήθεια.», δικαιολογήθηκε η γυναίκα. «Χωρίς να είμαστε εμείς υπεύθυνοι γι αυτό!».
«Μα τότε δεν είσαστε φίλοι!», επανήλθε δριμύτερη η Δανάη. «Μάλλον γνωστοί θα έλεγα».
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου