Δείτε εδώ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
“Ευτυχώς εκείνη είχε άλλη γνώμη! Αν και διέκρινε κι αυτή την αντιπάθεια σου, πίστευε πως μαζί μας θα ήσουν καλύτερα. Φτωχός ναι αλλά μέσα στο φυσικό σου χώρο, με τους ανθρώπους που θα σε αγαπούσαν και θα σε φρόντιζαν, παρ΄όλες τις κακοτροπιές σου. Και πίστεψε με, δεν το μετανιώσαμε ποτέ! Σιγά σιγά σε αγαπήσαμε πολύ. Ακόμα κι όταν γεννήθηκαν τα μικρότερα, πάντα εσένα ξεχωρίζαμε. Θέλεις οι τύψεις, θέλεις ο δύσκολος χαρακτήρας σου, πάντως εσύ ήσουν η αδυναμία μας! Μπορεί να μην το κατάλαβες ποτέ και με τα χρόνια να μας αντιπαθούσες όλο και περισσότερο, αλλά αυτή είναι η μοναδική αλήθεια!”.
Ο Πετρής άνοιξε την ταμπακιέρα του και άπλωσε λίγη κόκα στο ασημένιο πιατάκι. Οι αναμνήσεις και η εξομολόγηση του Νικολή του έφεραν αναγούλα. Ότι προσπαθούσε τόσα χρόνια τώρα να διαγράψει, ερχόταν πάλι μπροστά του. Αλήθεια γιατί μισούσε τόσο αυτούς τους ανθρώπους; Η αρχική απόρριψη ήταν μια κάποια δικαιολογία, όμως ο ίδιος δεν είχε τέτοιες προσλαμβάνουσες. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να έχει μνήμες από τόσο μικρή ηλικία. Τότε;
Τράβηξε δυο γερές μυτιές μπροστά στον εμβρόντητο πατέρα του, και με ένα νεύμα του έδειξε την πόρτα.
Κάθε ελπίδα συνδιαλλαγής έσβησε από τη σκέψη του Νικολή, που σηκώθηκε αργά με βουρκωμένα μάτια.
“Καλύτερα να με δίνατε στον Κωσταντή!”, του φώναξε με βραχνή φωνή. “Θα είχα φτάσει πολύ πιο εύκολα στην κορυφή. Σας μισώ ρε! Ναι, πάντα σας μισούσα κι ας μην ήξερα το γιατί! Φύγετε από τη ζωή μου επιτέλους!”, ούρλιαξε υστερικά και αυτές οι κραυγές έγιναν μαχαίρι που χώθηκε βαθιά στην ήδη λαβωμένη καρδιά του Νικολή.
Παραπατώντας με την ανάσα του να βγαίνει δύσκολα, άνοιξε την πόρτα και βγήκε χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει τον γιο του. Ο κρύος ιδρώτας που τον περιέλουσε και το σφίξιμο στο στήθος τον ανάγκασαν να στηριχτεί στον τοίχο για να μη σωριαστεί. Με μεγάλη δυσκολία μπήκε στο ασανσέρ και κατέβηκε στο ισόγειο. Έκανε δυο αβέβαια βήματα και κατέρρευσε στο πάτωμα. Έτρεξαν άνδρες της ασφάλειας και υπάλληλοι να του δώσουν τις πρώτες βοήθειες και κάποιος ειδοποίησε το ΕΚΑΒ και τον γιατρό που πάντα υπήρχε στα γραφεία του ομίλου. Ξεψύχησε στα χέρια του γιατρού που έκανε υπεράνθρωπες προσπάθειες να τον επαναφέρει.
Ο Κοσμάς μπήκε αναστατωμένος στο γραφείο του Πετρή χωρίς καν να κτυπήσει και ήταν η πρώτη φορά που έκανε κάτι τέτοιο στα τόσα χρόνια που δούλευε κοντά του. Πετάχτηκε έτοιμος να τον κατσαδιάσει όμως ο Κοσμάς του φώναξε απελπισμένος.
“Ο πατέρας σας...είναι νεκρός!”
Ο Πετρής τον άκουσε ανέκφραστος αν και ο Κοσμάς θα ορκιζόταν πως η είδηση δεν τον στενοχώρησε ιδιαίτερα.
“Είναι νεκρός!”, επανέλαβε αμήχανα. “Ανακοπή είπε ο γιατρός”
“Το άκουσα Κοσμά”, το μόνο που του απάντησε. “Μπορείς να πηγαίνεις τώρα!”.
Η είδηση τον ξάφνιασε. Δεν του ήταν ούτε δυσάρεστη αλλά ούτε και ευχάριστη. Σαν να άκουσε για τον θάνατο ενός γνωστού που δεν είχε πολλά πολλά μαζί του. Και μήπως κάπως έτσι δεν ήταν;
Γεννήθηκε από ανθρώπους που ποτέ δεν είδε ως γονείς. Γιατί; Μακάρι να ήξερε! Όμως αυτό ακριβώς συνέβαινε.
Έβαλε ουίσκι και άναψε ένα ακόμα πούρο. Οι προβληματισμοί μπορούσαν να περιμένουν. Τώρα υπήρχαν πρακτικά θέματα που έπρεπε να διευθετηθούν, όπως η ενημέρωση των αδελφών του και της μάνας, και κυρίως η αποφυγή των δημοσιογράφων που θα μαζευόντουσαν από λεπτό σε λεπτό, σαν τα όρνια όταν μυρίσουν ψοφίμι.
Για το δεύτερο έδωσε σαφείς εντολές να μην πλησιάσει κανείς ούτε καν στον όροφο του γραφείο του, Όσο για το πρώτο αυτό δεν μπορούσε να το αποφύγει.
Κάλεσε τον Αργύρη στο κινητό και παραξενεύτηκε που το σήκωσε αμέσως. Τις σπάνιες φορές που έτυχε να τον καλέσει, απέρριπτε τις κλήσεις του και έπαιρνε εκείνος μετά από ώρα.
Του εξήγησε την κατάσταση, παραλείποντας βέβαια να του αναφέρει το τι ειπώθηκε στη συνάντηση τους. Με την ευκολία που είχε στο ψέμα τον έπεισε πως ο Νικολής του μίλησε για το πρόβλημα του και πως εκείνος τον διαβεβαίωσε πως θα τον έστελνε στους καλύτερους γιατρούς.
“Δυστυχώς η μοίρα είχε άλλα σχέδια!”, κατέληξε με φωνή που προσπάθησε να κάνει θλιμμένη. “Μόνο σε παρακαλώ ενημέρωσε τους υπόλοιπους. Ξέρεις δεν είμαι καλός σε αυτά! Όσο για τα διαδικαστικά μην ανησυχείς για τίποτα. Θα τα αναλάβω όλα εγώ μόλις τελειώσει η νεκροψία και μας παραδώσουν την σωρό.”.
Έκλεισε το τηλέφωνο παρ΄όλες τις διαμαρτυρίες του Αργύρη που ζητούσε περισσότερες λεπτομέρειες.
Μια αφόρητη μοναξιά τον τύλιξε. Συνήθως δεν τον ενοχλούσε να είναι μόνος. Το αντίθετο. Όμως τώρα αποζητούσε την παρέα κάποιου. Και ταυτόχρονα ένιωθε και μια έντονη επιθυμία για σεξ. Πάντα του συνέβαινε αυτό μετά από κάποιο θάνατο. Εξ άλλου είχε καιρό να συνευρεθεί ερωτικά και όσο κι αν το έβαζε στην άκρη, η φύση έχει τις δικές της απαιτήσεις.
Έψαξε στο κινητό τον αριθμό της Θέκλας και την κάλεσε.
“Έχεις τίποτα καλό για απόψε;”, τη ρώτησε.
Η Θέκλα ήξερε τις ιδιαιτερότητες του και όσο κι αν ήταν πολύ δύσκολο να τον ικανοποιεί, πάντα έβρισκε τον τρόπο.
Σε μια ώρα στη μονοκατοικία που διατηρούσε στην περιοχή ο Πετρής, και που κανείς άλλος δεν γνώριζε την ύπαρξη της, ένα ζευγάρι νεαρά παιδιά, κτυπούσαν το κουδούνι. Δεν ήταν πάνω από δώδεκα δεκατρία το πολύ και ο τύπος που τα μετέφερε έκανε αναστροφή και έφυγε προς τη λεωφόρο.
Γίνετε μέλος στο Ελληνικό κοινωνικό δίκτυο: https://hellasbook.gr/tinios
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου