Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
Η πόλη της Αίγινας λουσμένη από ένα σχεδόν καλοκαιριάτικο ήλιο έλαμπε το πρωινό του Σαββάτου. Ο Μάνος μπήκε στον πειρασμό να πιεί ένα καφέ στο Αιάκειο που θα το συνόδευε με ένα κρουασάν βουτύρου. Από τα καλύτερα που είχε δοκιμάσει στη ζωή του. Αρκετοί παραθεριστές υπήρχαν ακόμα στο νησί αν και προχωρημένος Οκτώβρης. Αρκετοί από αυτούς είχαν τα εξοχικά τους εδώ και έρχονταν συχνά τα Σαββατοκύριακα. Ένα-ένα τα καΐκια άραζαν στην προκυμαία ξεφορτώνοντας τις κασέλες με την ψαριά τους.
Αφού απόλαυσε το κρουασάν και ήπιε με αργές γουλιές τον καφέ του, έριξε μια ματιά στο ρολόι. Δέκα και μισή, ήθελε και κανένα δεκάλεπτο να φτάσει στο μοναστήρι, οπότε έπρεπε να ξεκινήσει αν ήθελε να προλάβει το απογευματινό φέρυ για Πειραιά.
Αρκετός κόσμος υπήρχε ήδη στη Μονή και κυρίως στον τάφο του Αγίου που είχε σχηματιστεί ουρά. Αν και ήθελε να προσκυνήσει ο χρόνος δεν του το επέτρεπε. «Ίσως μόλις τελειώσω με την πεθερά μου προλάβω να το κάνω», σκέφτηκε.
Ανέβηκε τα σκαλοπάτια για το κελί της Χριστονύμφης και κτύπησε την πόρτα. Καμία απάντηση. Ξαναχτύπησε και περίμενε λίγο. Τίποτα! Η μοναχή του διπλανού κελιού βγήκε ακούγοντας τα κτυπήματα.
«Την αδελφή Χριστονύμφη ζητάτε;», τον ρώτησε. «Την έχω χάσει από χθες το απόγευμα. Ούτε στον Εσπερινό ήλθε, ούτε το πρωί στη Λειτουργία. Παράξενο γιατί είναι πολύ φιλακόλουθη!».
«Τι εννοείτε την χάσατε; Μήπως είναι μέσα και έπαθε κάτι;».
«Ήρθε προηγουμένως η ηγουμένη και κοιτάξαμε. Δεν είναι μέσα!».
Την ευχαρίστησε και κατέβηκε προς τον ναό. Μπροστά στην είσοδο του δυο χωροφύλακες μιλούσαν με τρεις μοναχές. Ο Μάνος αναγνώρισε την ηγουμένη και μια ακόμα ηλικιωμένη. Πλησίασε διακριτικά για να καταφέρει να ακούσει το περιεχόμενο της συνομιλίας τους. Όταν κατάλαβε πως συζητούν για την εξαφάνιση, αποφάσισε να παρέμβει.
«Κανένα νέο για την αδελφή;», ρώτησε τον χωροφύλακα που έδειχνε μεγαλύτερος. «Είναι η πεθερά μου ξέρετε!»
«Τίποτα ακόμα», απάντησε. «Το μόνο που ξέρουμε είναι πως χθες το μεσημέρι δέχθηκε ένα τηλεφώνημα στο Ηγουμενείο και από εκείνη την ώρα έδειχνε πολύ ταραγμένη. Η τελευταία που την είδε είναι η δόκιμη μοναχή που είναι μαζί μας. Κρατούσε μια τσάντα από κατάστημα του νησιού και πήγαινε προς την είσοδο του Μοναστηριού. Δεν θεώρησε σκόπιμο να την ακολουθήσει. Εξ άλλου δεν είχε λόγο να το κάνει.».
Ο Μάνος αδυνατούσε να πιστέψει ότι συνέβαινε. Γιατί να εξαφανιστεί έτσι ξαφνικά λίγο πριν την επισκεφτεί.; Υπήρχε άραγε σύνδεση ή ήταν άλλος ο λόγος; Την πρόθεση του να έρθει το μοναστήρι την ήξερε μόνο η γυναίκα του. Ίσως από εκείνη να ήταν το τηλεφώνημα που τάραξε την πεθερά του. Αφού επικοινώνησε με τη γυναίκα του, από το τηλέφωνο της Μονής, επιβεβαίωσε πως εκείνη τηλεφώνησε στη μάνα της. Δεν της είπε τίποτα για την εξαφάνιση, θα περίμενε τις έρευνες και τότε θα της μιλούσε. Δεν είχε κάτι άλλο να κάνει και έφυγε για την Αίγινα.
Στη πόλη οι χωροφύλακες ρώτησαν όλους τους ταξιτζήδες αν πήραν κάποια καλόγρια χθες το απόγευμα από το μοναστήρι. Από όλους πήραν αρνητική απάντηση. Οπότε αφού λεωφορείο δεν έκανε δρομολόγιο μετά τις τρεις οι επιλογές ήταν δυο. Ή σταμάτησε κάποιο διερχόμενο αυτοκίνητο να την κατεβάσει είτε έφυγε με τα πόδια. Το δεύτερο δύσκολο γιατί όλο και κάποιος θα την είχε δει και θα του είχε κάνει εντύπωση, κυρίως μετά την εξαφάνιση.
Περιμένοντας το πλοίο ο Μάνος έπιασε κουβέντα με το αγόρι που έκοβε τα εισιτήρια. Δεν είχε δει καμιά καλόγρια να επιβιβάζεται σε πλοίο εκτός από τρεις μοναχές με ένα ιερέα από την Ξάνθη. Η περιγραφή που του έκανε ο Αντώνης, σε περίπτωση που είχε βγάλει το ράσο, δεν βοήθησε ιδιαίτερα. Αρκετές γυναίκες ταίριαζαν με τα χαρακτηριστικά αυτά. Έψαξε το πορτοφόλι του μήπως είχε κάποια φωτογραφία της. Η μόνη που βρήκε ήταν από το γάμο του. Αρκετά παλιά ίσως όμως θύμιζε κάτι στο νεαρό. Την κοίταξε προσεκτικά κι έδειξε να σκέφτεται.
«Λοιπόν; τον ρώτησε με αγωνία ο Μάνος.
«Όχι δεν την είδα ούτε χθες ούτε σήμερα. Είμαι σίγουρος όμως πως τελευταία την είδα στο Μεσαγρό. Την αναγνωρίζω έστω κι αν φορούσε καλογερίστικα. Μπήκε μαζί με έναν ηλικιωμένο σε ένα σπίτι που μένει μια χήρα. Δεν είναι Αιγινίτισα νομίζω Πατρινή πως είναι.».
Τα νέα δεδομένα ανάγκασαν τον Αντώνη να αλλάξει τα πλάνα του. Έπρεπε να μείνει ακόμα μια μέρα τουλάχιστον μήπως τελικά την εντοπίσει εκεί. Αφού ενημέρωσε τηλεφωνικά τη γυναίκα του ξεκίνησε για το Μεσαγρό και το σπίτι που του υπέδειξε το αγόρι.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου