Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Ανάμεσα τους κι ο Δήμος που ήταν γνωστό σε όλη την Αθήνα πως ήταν από τους πιο σκληρούς μαυραγορίτες.
Παραμονή Χριστουγέννων τον βρήκαν στο Σχιστό στο Πέραμα με το λαιμό κομμένο. Τον πέταξαν σε ένα λάκκο που άνοιξαν πρόχειρα έτσι σαν το σκυλί. Ούτε παπάς, ούτε κηδεία, ούτε κανείς να τον κλάψει. Μόνο η Ποπάρα από μακρυά άφησε ένα δάκρυ, όχι τόσο γι΄αυτόν, όσο για τη ζωή της που χαράμισε δίπλα του.
Όλα αυτά ο Πετρής τα έμαθε από
την ίδια την Ποπάρα, όταν τη γνώρισε εντελώς τυχαία καθαρίστρια σε ένα μπουρδέλο στην Φυλής τότε που πρωτοήρθε στην Αθήνα. Γρια, χοντρή που μόνο τα μάτια της θύμιζαν κάτι από την παλιά γόησα. Κουβέντα στην κουβέντα του άνοιξε την ψυχή της μιας και από καιρό είχε σκοπό να τα βγάλει από μέσα της. Δεν ήξερε πως ο όμορφος νεαρός ήταν εγγονός του Δήμου κι ούτε το έμαθε ποτέ.Γέμισε ξανά το νεροπότηρο και ήπιε σχεδόν το μισό μονορούφι. Έστριψε και ένα τρίφυλλο και το άναψε. Ντουμάνιασε η μικρή κάμαρα από την μυρωδιά του χασισιού. Πάντα το ποτό και το χασίσι τον βοηθούσαν να αδειάζει το μυαλό του από δυσάρεστες σκέψεις και αναμνήσεις!
Ούτε που κατάλαβε τη γυναίκα του που μπήκε σέρνοντας τα πόδια της.
“Που είναι η μάνα;”, τον ρώτησε ξαφνιάζοντας τον.
Ότι χειρότερο μπορούσε να κάνει στην κατάσταση που τον βρήκε. Κάθε ήχος κι ο πιο μικρός στο θολωμένο του κεφάλι έμοιαζε με πιστολιά. Πόσο μάλλον μια αντιπαθητική φωνή.
“Στο διάολο πήγε, και αν δεν σκάσεις εκεί θα πας και συ!”, φώναξε πετώντας το ποτήρι, που έγινε κομμάτια και θρύψαλα. Δεν του αντιμίλησε μόνο αργά αργά μπήκε στην κουζίνα, γέμισε ένα ποτήρι νερό και πήρε ένα ηρεμιστικό. Μόνο με τα χάπια μπορούσε πια να αντέξει τη συμφορά που την είχε βρει με το θάνατο του παιδιού, αλλά και τον αντίχριστο που της έλαχε.
Έφτιαξε ένα χυμό και αφού ήπιε μια γουλιά τον έβαλε σε ένα πλαστικό ποτήρι. Είχε σκοπό να βγει σήμερα μετά από καιρό για να ξελαμπικάρει λίγο. Μια νυχτερινή βόλτα με το αυτοκίνητο θα της έκανε σίγουρα καλό. Πέρασε μπροστά από τον Πετρή, δίχως να γυρίσει το κεφάλι προς το μέρος του και μπήκε στην κρεβατοκάμαρα να ντυθεί.
Μια σκέψη πέρασε σαν αστραπή από το γεμάτο μαστούρα κεφάλι του Πετρή! “Άντε να τελειώνουμε και με σένα!”, μουρμούρισε και σηκώθηκε με κόπο. Πήρε τρια από τα χάπια, τα διέλυσε σε λίγο νερό, τα έριξε στον χυμό ανακατεύοντας τον, και ξαναγύρισε στον καναπέ.
Ανυποψίαστη η γυναίκα πήρε την τσάντα της, τον χυμό και βγήκε. Μόλις άκουσε ο Πετρής τη μηχανή του αυτοκινήτου να μουγκρίζει, ήταν σχεδόν σίγουρος πως δεν θα την ξανάβλεπε. Τουλάχιστον όχι ζωντανή!
Και πραγματικά, η δύστυχη γυναίκα μετά από μερικές γουλιές ένιωσε να παραλύει. Δεν είχε τη δύναμη να τραβήξει το πόδι της από το γκάζι, και έτσι έχασε τον έλεγχο και έπεσε με τρομακτική
ορμή σε μια κολώνα της ΔΕΗ.
Δυο ώρες χρειάστηκαν οι πυροσβέστες να απεγκλωβίσουν το άψυχο κορμί της από τις στραπατσαρισμένες λαμαρίνες. Η τροχαία έκανε λόγο για απλό τροχαίο, όμως ο
ιατροδικαστής επεσήμανε πως υπήρχε υπερβολική ποσότητα ουσιών στο αίμα της.
Ακολούθησαν καταθέσεις των δικών της, και καθώς επιβεβαίωσαν όλοι την άσχημη ψυχολογική της κατάσταση και την χρήση ηρεμιστικών, η υπόθεση έκλεισε ως ατύχημα.
Η κηδεία έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο, μόνο οι γονείς, ο Πετρής, μερικά ξαδέρφια της νεκρής και ο Αργύρης με τη νονά του. Ο Δήμος δεν είχε άδεια αλλά ούτως ή άλλως δεν είχε σκοπό να παρευρεθεί. Κάποια στιγμή μετά την ταφή, την ώρα του καφέ, ο Πετρής έσκυψε προς το μέρος του Αργύρη.
“Διαλύθηκε η ζωή μου αδερφέ!”, του είπε με παραπονεμένο ύφος. “Η μια συμφορά πάνω στην άλλη!”.
Ο Αργύρης τον λυπήθηκε. Ειλικρινά! Τόσο πόνο δεν είναι εύκολο να τον αντέξει κανείς, ακόμα κι αν είναι τόσο σκληρός όπως ο Πετρής. Δεν εύρισκε τα λόγια που θα μπορέσουν να τον παρηγορήσουν. Θα αισθανόταν τόση μοναξιά και απογοήτευση, που μόνο ο χρόνος ίσως να επούλωνε τα τραύματα του.
“Μαζί θα το παλέψουμε Πετρή!”, του είπε τελικά καταπίνοντας ένα λυγμό. “Αδέλφια είμαστε διάολε!”, όσο κι αν εσύ το ξεχνάς, θα ήθελε να προσθέσει, όμως ούτε η ώρα ούτε η περίσταση ήταν κατάλληλη για κάτι τέτοιο.
Από τότε οι επαφές τους έγιναν συχνές, καθημερινές σχεδόν.
Ο Αργύρης μοίραζε το χρόνο του ανάμεσα στη Νομική, στον Πετρή και τα κορίτσια. Τον υπόλοιπο λίγο, ασχολούνταν με τα μαθήματα του. Με τον Σταύρο το αγόρι της Αγγελικής έγιναν γρήγορα κολλητοί. Του άρεσε ο δυναμικός του χαρακτήρας, η επαναστατική του φλόγα, ο ενθουσιασμός του όταν μιλούσε για τη λευτεριά και τη δικαιοσύνη. Ανήκε σε μια αντιδικτατορική οργάνωση που δεν κατονόμαζε, αλλά από σκόρπιες κουβέντες ο Αργύρης υπέθεσε πως πρέπει να είναι ο "Ρήγας Φεραίος" ;αν και τελικά δεν ήταν.
Μετά από αρκετό καιρό και αφού είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Σταύρου, ζήτησε να συμμετάσχει κι αυτός στη δράση της οργάνωσης. Δέχτηκε με ενθουσιασμό ο Σταύρος και τον έφερε σε επαφή με άλλα μέλη, που συναντιόντουσαν κρυφά σε ένα υπόγειο στα Εξάρχεια. Οι πρώτες αποστολές που του ανατέθηκαν ήταν σχετικά εύκολες. Στρατολόγηση νέων μελών, πέταγμα προκηρύξεων, συνθήματα σε τοίχους. Για τα πιο σοβαρά έπρεπε να περιμένει.
Ο Πετρής είχε φύγει από το σπίτι και ξαναγύρισε στη γκαρσονιέρα. Κάθε τι που του θύμιζε αυτό τον αποτυχημένο γάμο, ήθελε να το διαγράψει εντελώς από τη μνήμη του. Και τις ενοχές βέβαια. Γιατί όσο αδίστακτος κι αν ήταν, ο φόνος είναι φόνος. Τελευταία δεν είχε δώσει τίποτα στην υπηρεσία και οι από πάνω άρχισαν να μουρμουρίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου