Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Η άρρωστη γυναίκα έμενε στο υπόγειο του σπιτιού σχεδόν όλη μέρα δεμένη, από το φόβο μήπως κάνει κακό στον εαυτό της. Με τη βοήθεια του μπάρμπα Νίκου κάθε μήνα σχεδόν την έκανε μπάνιο. Τη φρόντιζε με αφοσίωση, άλλωστε ήταν η μόνη παρέα στη μοναξιά της έστω κι αν δεν μπορούσαν να ανταλλάξουν ούτε μια κουβέντα.
Κανείς άλλος δεν ήξερε την ύπαρξη της κοπέλας, από το φόβο μήπως την πάρουν και την κλείσουν σε ίδρυμα.
Τις κραυγές της άκουγαν τις νύχτες οι
γείτονες και τις απέδιδαν σε φαντάσματα.Αυτή πάνω κάτω είναι η ιστορία της Αρχοντούλας όπως την ιστορούσε ο Μπάρμπα Νίκος. Κανείς δεν πίστευε στα λόγια του. Προτιμούσαν να ζουν τους μύθους τους.
ΑΝΤΩΝΗΣ
Ο Αντώνης ξύπνησε μούσκεμα στον ιδρώτα. Τέτοιον εφιάλτη ποτέ δεν είχε ξαναδεί. Αναλογίστηκε ως ορθολογιστής τι μήνυμα του έστελνε το υποσυνείδητο. Γιατί δεν πίστευε σε προφητικά ή προειδοποιητικά όνειρα. Όλα είχαν να κάνουν με διεργασίες του εγκεφάλου που αναδύονταν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Όσο όμως κι αν βασάνιζε το μυαλό του δεν μπορούσε να βρει κάποια σύνδεση με την πραγματικότητα του. Άγνωστα πρόσωπα όλα όσα συμμετείχαν στον εφιάλτη του παρόλο που η επιστήμη έχει αποφανθεί πως σίγουρα όποια πρόσωπα βλέπουμε σε όνειρα, κάπου τα έχουμε ξαναδεί.
Έφτιαξε καφέ και προσπάθησε να βγάλει από το νου το όνειρο και να ετοιμαστεί για τη δουλειά του. Μάταια! Οι εικόνες ξαναγύριζαν με επιμονή λες και προσπαθούσαν να του υποδείξουν πως κάτι σοβαρό έκρυβε το όνειρο.
Όμως ποια λογική μπορεί να έχει η νεκρανάσταση μιας από χρόνια πεθαμένης γυναίκας και η απροσδόκητη κίνηση να τραβήξει στον τάφο τον ιερέα που προφανώς πρώτη φορά έβλεπε;
Το μόνο που έβρισκε να συνάδει ήταν το Βαθύ της Αίγινας. Πρόσφατα αποφάσισε να κτίσει ένα μικρό σπιτάκι, όσο του επέτρεπαν τα οικονομικά του, στο κτήμα που του έγραψε ο πατέρας του. Επισκεπτόταν συχνά το νησί και η απόφαση να στήσει εκεί το καταφύγιο του δεν ήταν δύσκολη. Πανέμορφος προορισμός, μια ανάσα από την Αθήνα, κατάλληλος για ολιγοήμερες ή και πολύμηνες αποδράσεις.
Όλα τα υπόλοιπα του φαίνονταν εντελώς ασύνδετα μεταξύ τους.
Το πρόγραμμα του για σήμερα δεν είχε κάτι σημαντικό, πέρα από ένα μάθημα ανατομίας που είχε για τις μία το μεσημέρι σε φοιτητές ιατρικής, έτσι αποφάσισε να κάνει μια βόλτα, που αλλού; στο αγαπημένο του πρώτο νεκροταφείο.
Άφησε το αυτοκίνητο αρκετά μακρύτερα από την είσοδο του νεκροταφείου, ώστε να έχει την ευκαιρία να ξεμουδιάσει. Με αργά βήματα περπάτησε μέχρι τη είσοδο και κοντοστάθηκε για να περάσει μια νεκροφόρα που έμπαινε εκείνη την ώρα.
Λίγοι άνθρωποι υπήρχαν μέσα. Πέντε έξι υπάλληλοι που άναβαν τα καντήλια, δυο τρεις μαυροφόρες συγγενείς, και ένας ιερέας που έκανε τρισάγιο πάνω από ένα οικογενειακό τάφο.
Προχώρησε προς το μέρος του καθώς του φάνηκε περίεργο πως δεν υπήρχε κάποιος συγγενής κοντά του.
Ο ιερέας αντιλήφθηκε την παρουσία του και γύρισε το κεφάλι προς το μέρος του. Ο Αντώνης έπαθε σοκ! Η ομοιότητα του ιερέα με εκείνον στο όνειρο, ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Η μόνη διαφορά που πρόλαβε να δει πριν στρέψει το πρόσωπο πάλι προς τον τάφο, ήταν οι αρκετές γκρίζες τρίχες στα μαλλιά του ιερέα και το κάπως πιο πυκνό γενάκι. Για μια στιγμή σκέφτηκε να του πιάσει κουβέντα, όμως γρήγορα το απέρριψε. Θα τον περνούσε σίγουρα για τρελό αν του έλεγε πως τον είχε δει στον εφιάλτη του, αυτόν έναν άγνωστο. Προτίμησε να απομακρυνθεί λίγο κοιτάζοντας τάχα με ενδιαφέρον τους πολυτελείς τάφους τριγύρω. Δεν έπαψε όμως να παρακολουθεί τον παπά, που αφού τελείωσε το τρισάγιο, μάζεψε το πετραχήλι και το έβαλε στην τσάντα του. Ύστερα έσκυψε και τακτοποίησε τις γλάστρες με τα λουλούδια,
Όταν είδε πως έφυγε γύρισε στον τάφο. Δυο ονόματα υπήρχαν χαραγμένα στην πλάκα. ”Δημήτριος Κοντός 1910-1958” και Σταυρούλα Κοντού 1915- 1975.
Τίποτα δεν του έλεγαν τα ονόματα, όμως η φωτογραφία της γυναίκας που πέθανε πρόσφατα, του θύμιζε έντονα κάτι. Ίσως όχι σε αυτή την ηλικία που τραβήχτηκε, αλλά σε πολύ νεότερη.
Έτρεξε προς την έξοδο μήπως προλάβει τον ιερέα, αλλά ήταν ήδη αργά. Είχε εξαφανιστεί.
Τουλάχιστον είχε ένα στοιχείο. Το όνομα, αν ασφαλώς ήταν συγγενής με τους νεκρούς και αν ήταν τυχερός θα υπήρχε στα κατάστιχα της Αρχιεπισκοπής, αν βέβαια ανήκε σε αυτήν.
Ξαναγύρισε στον τάφο να ρίξει μια ακόμα ματιά στη φωτογραφία της γυναίκας. Όσο την κοίταζε τόσο βεβαιωνόταν πως είχε δίκιο. Ξαφνικά θυμήθηκε! Θα ήταν περίπου εφτά χρονών όταν την πρωτοείδε σπίτι τους. Όμορφη με μακριά ολόμαυρα μαλλιά και καλοσχηματισμένο σώμα,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου