Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
ΡΗΝΙΩ
Λαμπρή όνομα και πράγμα, ξημέρωσε η Κυριακή του Πάσχα. Κάποια περαστικά συννεφάκια, διαλύθηκαν γρήγορα. Ο Αντώνης ήταν ο πρώτος που σηκώθηκε. Πήγε στην κουζίνα και έφτιαξε καφέ. “Γιατί δεν περίμενες παιδί μου!”, άκουσε πίσω του τη φωνή της μητέρας του.
“Θα σου έφτιαχνα εγώ”!
“Σώπα ρε μάνα!”, απάντησε γλυκά και την αγκάλιασε. “Ένα καφέ δεν με έχεις άξιο να φτιάξω”; “Κουταμάρες! Απλά είπα
μιας και βρισκόμαστε πια τόσο σπάνια, να σε κανακέψω λίγο”.“Αρκετά με κανάκεψες τόσα χρόνια. Θέλεις καφέ”;
“Όχι αγάπη μου. Λίγο γάλα θα ζεστάνω”.
Βγήκε στην βεράντα και η γριά τον ακολούθησε. “Τσιγάρο πρωί πρωί!”, τον μάλωσε. Φάε τουλάχιστον ένα κουλουράκι πρώτα”! Ο Αντώνης χαμογέλασε. Πάντα τον αντιμετώπιζε σαν μικρό κακομαθημένο παιδάκι.
“Ξύπνησαν οι άλλοι;”, την ρώτησε αλλάζοντας κουβέντα.
”Μπα, του καλού καιρού κοιμούνται!Ούτε που σάλεψαν στο κρεβάτι τους”!
“Άστους τότε, νωρίς είναι ακόμα”.
“Καλή κοπέλα φαίνεται η Ρηνιώ”, πέταξε ξαφνικά η μάνα “Την γνωρίζεις καιρό”;
“Όχι πολύ! Μα έχεις δίκιο, καλή είναι”
“Άντε επιτέλους να στεριώσεις κάπου”!
“Μάνα είσαι αδιόρθωτη!”, τη μάλωσε γλυκά, σκασμένος στα γέλια “Μόνο να με παντρέψεις έχεις στο νου σου”!,
“Και γιατί όχι; Μήπως θαρρείς πως είσαι κανένα παιδαρέλι; Πότε θα κάνεις οικογένεια”;
“Μπορεί και ποτέ μάνα!”, σοβαρεύτηκε απότομα ο Αντώνης. “Με τόσα που βλέπουν τα μάτια μου κάθε μέρα”!
”Σαχλαμάρες!”, τον διέκοψε. “Τόσοι και τόσοι παντρεύονται, κάνουν παιδιά. Εσύ τι είσαι; η εξαίρεση”;
“Κοίτα μην αρχίσεις καμιά τέτοια κουβέντα μπροστά στην κοπέλα”, την προειδοποίησε. “Δεν την έφερα εδώ για προξενιό”!
“Ότι καταλαβαίνεις κάνε!”, του απάντησε πικαρισμένη. “Θέλεις παντρέψου,θέλεις μείνε μαγκούφης! Καρφί δεν μου καίγεται”!Κι ύστερα χώθηκε στην κουζίνα να αρχίσει τα μαγειρέματα. Ο Αντώνης σηκώθηκε αργά και πήγε να ανάψει τη φωτιά. Η Ρηνιώ τον πλησίασε αθόρυβα. “Καλημέρα!¨, τον χαιρέτησε ευγενικά. “Χριστός Ανέστη”! “Καλημέρα κορίτσι μου! Κοιμήθηκες καλά”: “”Κοιμήθηκα λίγο παραπάνω”, απολογήθηκε. “Είχα καιρό να κοιμηθώ τόσο ήσυχα”! “Ήπιες καφέ”; “Μου φτιάχνει η μητέρα σου”.
“Κυρά Αντιγόνη, φτιάξε και μένα έναν να σου φύγει το μαράζι”!
Ο Αντώνης έβαλε μπόλικα κάρβουνα στη φωτιά και τα φύσηξε δυνατά.
“Πάμε να καθίσουμε¨, της είπε. “Έχουμε καιρό μέχρι να κάτσει η φωτιά και μεις έχουμε πολλά να πούμε”! Η Ρηνιώ ήπιε μια γουλιά καφέ και άναψε τσιγάρο. Φύσηξε ψηλά τον καπνό και τον κοίταξε στα μάτια.
“Λοιπόν”, τον ρώτησε στο τέλος. ¨Ας ξεκινήσουμε με το πιο σημαντικό: Γιατί με έφερες εδώ”:
Ο Αντώνης ένιωσε αμήχανα. Συνήθως αυτός έκανε τις ερωτήσεις. Χαμογέλασε για να κρύψει το σάστισμα του.
“Είσαι έξυπνη κοπέλα Ρηνιώ και γιαυτό δεν πρόκειται να σου κρύψω τίποτα. Καταρχάς αυτό τον καιρό είμαι μόνος, και αυτό θα ήταν μια καλή δικαιολογία για την πρόσκληση. Θα ήταν όμως μόνο η μισή αλήθεια. Και εσύ βέβαια την θέλεις ολόκληρη”! Η Ρηνιώ κρεμάστηκε από τα χείλη του. “Άκου λοιπόν, γιατί οι καλοί λογαριασμοί, κάνουν τους καλούς φίλους! Είμαι μπάτσος και η δουλειά μου μου αρέσει. Έχω αφήσει πίσω την προσωπική μου ζωή, για να μην γίνει εμπόδιο στην καριέρα μου. Καταλαβαίνεις, δεν είναι”; Η Ρηνιώ κούνησε το κεφάλι καταφατικά, με ανυπομονησία. “Θα σου πω με δυό λόγια τι θέλω από σένα. Να ξεκαθαρίσω από την αρχή, πως δεν μου χρωστάς τίποτα! Η όποια απόφαση πάρεις, θα είναι δική σου και μόνο”!
“Με τρομάζεις”!
“Δεν υπάρχει λόγος”, την καθησύχασε. “Δεν πρόκειται βέβαια να σου κρύψω, πως αυτό που θα σου ζητήσω, κρύβει κάποιους κινδύνους! Ασφαλώς όμως θα φροντίσω να πάρω όλα τα μέτρα που απαιτούνται”.
“Μην με βασανίζεις!”, τον παρακάλεσε. “¨Όσο καθυστερείς, με τρώει η αγωνία”!
“Έχω μπει σε μια μεγάλη δουλειά. Έχω διασταυρωμένες πληροφορίες για τον υπ αριθμόν ένα μεγαλέμπορο ναρκωτικών, αν όχι της Ευρώπης, της Ελλάδας τουλάχιστον! Τον περασμένο μήνα, παρά λίγο θα τον έβαζα στο χέρι. Ήξερα για το φορτίο, που θα το παραλάμβανε, όλα! Τον πληροφοριοδότη τον έκλεισα στο κρατητήριο, για να είμαι σίγουρος. Κινήθηκα όσο πιο μυστικά γίνεται. Τρεις άνθρωποι είμαστε στο κόλπο, μιαν ώρα πριν τη δουλειά. Κι όμως χάλασε! Ένας από τους άλλους δυο κάρφωσε! Χρόνια φίλοι, καλοί αξιωματικοί. Κι όμως κάποιος κάρφωσε”! Σταμάτησε να ανάψει τσιγάρο, γιατί η θύμηση της προδοσίας τον αναστάτωσε. “Μετά από αυτό, αποφάσισα να ενεργήσω μόνος. Κλέβω ώρες από τη ζωή μου και ετοιμάζω το σχέδιο να τον τσακίσω! Είσαι ο πρώτος άνθρωπος που μιλάω γιαυτό”!
“Και γιατί εμένα;”, παραξενεύτηκε η Ρηνιώ. “Μόλις χθες με γνώρισες, και μάλιστα μαζί με έναν νταβατζή πρεζάκια. Γιατί με εμπιστεύεσαι”!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου