Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
“Περίεργο! Πολύ περίεργο”, συλλογίστηκε, “Αν πραγματικά εκείνη την ώρα έγινε ότι έγινε τότε ο τύπος πρέπει να είχε κάποια συμμετοχή!”.
Έκανε τη σκέψη μήπως έπρεπε να το αναφέρει στις αρχές. Τι να τους έλεγε όμως; Πως ένας ανάπηρος οδοκαθαριστής, που με το ζόρι έστεκε στα πόδια του, μπορεί να σκότωσε τον καλογυμνασμένο λοχαγό; Και ύστερα, αν αποκαλυπτόταν η συγγένεια, που πίστευε πως είχαν με τον Δημήτρη, δεν θα δημιουργούσε υποψίες και για τη δική του παρουσία εκεί; Η γυναίκα του Δημήτρη ασφαλώς θα κατέθετε για ποιον λόγο πήγε σ΄αυτό το σπίτι ο άντρας της. Η ιστορία του χαμένου θησαυρού, έμπλεκε και τον ίδιο ως άμεσα ενδιαφερόμενο.
Τελικά αποφάσισε να
κρατήσει τους προβληματισμούς του μόνο για τον εαυτό του. Δεν μίλησε σε κανέναν γι΄αυτές τις σκέψεις του. Ούτε καν στην Ελπίδα και τον Δήμο.
Στην κηδεία πήγε με την Ελπίδα. Ο Δήμος έλειπε με το αντιτορπιλικό για άσκηση στο Αιγαίο. Εκεί ήταν και ο Άρης με τον Πετρή, πράγμα που δεν άρεσε καθόλου του Αργύρη. Χαιρέτησε τυπικά και τους δύο και κίνησε να φύγει από κοντά τους.
“Διακρίνω μια ψυχρότητα, ή είναι η ιδέα μου;”, τον σταμάτησε η φωνή του Άρη. “Νομίζω πως η πρώτη μας συνάντηση ήταν πιο φιλική!”.
”Δεν έχει να κάνει με σας!”, απάντησε μουδιασμένα. “Είναι η φόρτιση των στιγμών, αυτή η παγερή ατμόσφαιρα του νεκροταφείου, που με επηρέασε.”.
”Δεν ήξερα ότι γνώριζες το λοχαγό μου!”, είπε καχύποπτα ο Πετρής. “Δεν μου είχες αναφέρει κάτι σχετικό”.
“Τον γνώρισα εντελώς τυχαία πριν λίγο καιρό. Δεν γνώριζα πως ήταν λοχαγός σου!”, του απάντησε ψέμματα. “Μου έδωσε την εντύπωση πολύ καλού ανθρώπου, όπως επίσης και η γυναίκα του. Κρίμα να πάει έτσι!”.
”Πραγματικά ήταν εξαιρετικό παιδί. Με στήριξε πολύ και στον Έβρο και εδώ στην Αθήνα. Πρέπει να το πιάσουν το κάθαρμα που το έκανε και να το στήσουν στα έξι μέτρα!”.
Για πρώτη φορά του Αργύρη του φάνηκε πως μιλούσε ειλικρινά. Η χροιά της φωνής του, τα υγρά του μάτια φανέρωναν πραγματική λύπη για το χαμό του φίλου και εραστή του. Ίσως υπήρχαν κάποια καλά στοιχεία βαθιά στη ψυχή του. Πολύ βαθιά και καλά κρυμμένα όμως!
Έμειναν μαζί τελικά και παρακολούθησαν τη θλιβερή διαδικασία της κηδείας και της ταφής. Τραγικές φιγούρες η μάνα και η γυναίκα του νεκρού, που μόνο υποβασταζόμενες μπορούσαν να σταθούν όρθιες. Με ένα πόνο βουβό, χωρίς κραυγές και ξεσπάσματα, αλλά με την οδύνη και την απελπισία ζωγραφισμένη στα πρόσωπα τους. Μόνο τη στιγμή που το φέρετρο κατέβαινε, κατέρρευσε η Μαρία και αν δεν την συγκρατούσαν τα αδέλφια της θα έπεφτε κι αυτή στον ανοιγμένο τάφο.
“Θα σας πετάξουμε εμείς στον προορισμό σας”, είπε ο Άρης στο ζευγάρι,όταν τελείωσαν με το οδυνηρό καθήκον τους. “Λίγο πιο πάνω έχω το αυτοκίνητο”.
“Μη σας βάζουμε σε κόπο! Θα πάρουμε ταξί.”, απάντησε ο Αργύρης που ήθελε να μείνει λίγο μόνος με το κορίτσι του.
“Όπως νομίζετε! Πάντως πολύ θα ήθελα να σας πάω μια βόλτα με τη Τζούλια μου!”.
“Μη μου πείτε πως έχετε την Alfa Romeo Giulia!”, φώναξε ενθουσιασμένη η Ελπίδα.”Το λατρεύω αυτό το αυτοκίνητο!”.
“Κόκκινη σαν το πάθος!”, καμάρωσε ο Άρης.”Λοιπόν;”
Η Ελπίδα κοίταξε ικετευτικά τον Αργύρη, και εκείνος δεν μπορούσε παρά να συμφωνήσει.
“Λες να έρθει ο Πετρής;”, ρώτησε ο Αργύρης τον Δήμο στο κατάστρωμα τον “Ναϊάς”, που τους μετέφερε στο νησί.
”Δε νομίζω”, απάντησε. “Αν ήταν θα ερχόταν μαζί μας”
“Μπορεί να έρθει αύριο. Πάντα της τελευταίας ώρας δεν ήταν;”
“Μπορεί, αν και δεν το εύχομαι! Κανείς δεν θα χαρεί με την παρουσία του!”
“Εντάξει Δήμο, όλοι ξέρουμε με ποιον έχουμε να κάνουμε, όμως δεν παύει να είναι αδερφός μας! Και οι γονείς θα χαρούν πολύ να τον δουν. Η μάνα κυρίως που έχει τόσα χρόνια.”
“Δεν ξέρω ρε Αργύρη. Ώρες ώρες αναρωτιέμαι μήπως βοήθησα και εγώ με την σιωπή μου να εξελιχθεί σ΄αυτό το τέρας που είναι σήμερα! Αν είχα μιλήσει τότε ίσως ταρακουνιόταν και διαμόρφωνε αλλιώς το χαρακτήρα του. Άλλωστε κι αυτός μικρό παιδί ήταν, υπήρχαν τα περιθώρια!”.
“Πάψε να σκέφτεσαι έτσι Δήμο! Πάντα ήταν διαφορετικός και το ξέρεις! Λες και δεν είχε συναισθήματα. Κι αυτό που έκανε σε σένα, και σε μένα παρά λίγο, υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα! Όχι αδερφέ, δεν είναι άνθρωπος αυτός, και εσύ δεν έχεις καμία ευθύνη γιαυτό. Κόντεψε να σου καταστρέψει για πάντα τη ζωή! Ευτυχώς που κατάφερες να το ξεπεράσεις!”.
”Το κατάφερα;”, ρώτησε, τον εαυτό του περισσότερο, ο Δήμος, και χωρίς να περιμένει απάντηση, σηκώθηκε και ακούμπησε στην κουπαστή. Πρώτη φορά έκανε φωνακτά αυτή την ερώτηση, γιατί κρυφά την έκανε σχεδόν κάθε μέρα. Μπορεί όλα να πήγαιναν καλά και στη ζωή του και στη σχέση του με την Φροσούλα, όμως το σαράκι τον βασάνιζε. Άλλοτε σαν ενοχή, και άλλοτε σαν αστείρευτο πάθος. Η απόφαση του να σταματήσει οριστικά αυτό τον κατήφορο ήταν αμετάκλητη. Επέτρεπε όμως στη φαντασία να τον παρασύρει συχνά στο παρελθόν. Σ΄αυτές τις νοερές περιπλανήσεις έβρισκε την παρηγοριά που δεν ήθελε να βρει στην πραγματική ζωή.
”Τα κατάφερες Δήμο!”, άκουσε τη φωνή του Αργύρη, που στεκόταν δίπλα του. “Μια χαρά τα κατάφερες. Έχεις ένα κορίτσι που σε λατρεύει, μια δουλειά που σου αρέσει και σε γεμίζει, ανθρώπους που σε νοιάζονται και σ΄αγαπάνε. Δεν τα λες και λίγα! Έτσι δεν είναι; Σε λίγους μήνες που θα απολυθείς, όλα θα σου φαίνονται καλύτερα!”.
“Λίγοι μήνες; Κοντά δυο χρόνια δεν είναι λίγοι μήνες”, χαμογέλασε ελαφρύνοντας την ατμόσφαιρα που είχε βαρύνει. “Αλλά σε τελική ανάλυση έχεις δίκιο! Μάλλον τα κατάφερα! Ελπίζω!”. Αυτή την τελευταία λέξη δεν την είπε. Την κράτησε για τον εαυτό του.
Με τις τελευταίες μανούβρες του πλοίου να δέσει στο λιμάνι ετοιμάστηκαν να κατέβουν.
“Κάτι ήξερε η Μεγαλόχαρη που διάλεξε το νησί μας για μόνιμη κατοικία!”, σχολίασε ο Αργύρης βλέποντας τον επιβλητικό ναό της. “Το ομορφότερο απ΄όλα τα κυκλαδονήσια, έτσι δεν είναι;”
Ο Δήμος συμφώνησε κουνώντας καταφατικά το κεφάλι.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου