Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Με το φως της μέρας, πυροσβέστες και διασώστες, ανέσυραν με κόπο το παραμορφωμένο πτώμα του Γρηγόρη. Το ανακριτικό της Τροχαίας, που έκανε τις έρευνες κατέληξε στο συμπέρασμα, πως αιτία του δυστυχήματος ήταν μια κατολίσθηση βράχων από την πλαγιά του βουνού. Αυτό σε συνδυασμό με την μέθη που μαρτυρούσαν οι χωρικοί, ήταν αρκετό, για να γίνει το κακό.
Μόνο η Μαριγώ ήξερε την αλήθεια, αλλά δεν ένιωθε καμιά τύψη, όπως ακριβώς και όταν σκότωσε τον Αριστείδη. Ελεύθερη πια από το φόβο του Γρηγόρη, μπόρεσε να υποδυθεί με απίστευτη ευκολία τη θλιμμένη, όταν επισκέφτηκε το σπίτι του παπά για να
συλλυπηθεί, μαζί με όλο σχεδόν το χωριό, μετά την πανηγυρική Λειτουργία της Αγίας, που μόνο πανηγύρι δεν θύμιζε μετά το συμβάν!Η Καλλιόπη γονατιστή μπροστά στον παπά του κρατούσε τα χέρια με τρυφερότητα. Όταν γύρισε και είδε τη Μαριγώ, το πρόσωπο της σκοτείνιασε. Είδε πάλι στα μάτια της, εκείνη την παράξενη φλόγα που είχε δει τότε στο λατομείο..
”Θα μπορούσε άραγε να έχει κάποια σχέση και με αυτό τον θάνατο;”σκέφτηκε προβληματισμένη, αλλά τίποτα δεν την έκανε να τη συνδέσει με τον μακαρίτη. Μάλλον από το πρωί της Πρωτομαγιάς την έβλεπε σαν προσωποποίηση του κακού, και της απέδιδε όποια αναποδιά συνέβαινε. Η παπαδιά σηκώθηκε να σερβίρει καφέδες.
“Άσε παπαδιά θα τους κάνουμε εγώ με την Καλλιόπη”, είπε πρόθυμα η Μαριγώ. ¨Κάτσε εδώ να ηρεμήσεις λίγο”!
“Συγγνώμη”, απολογήθηκε η Καλλιόπη όταν μπήκαν στην κουζίνα.
“Για ποιο πράγμα;”, απόρησε.
“Για μια στιγμή μου πέρασε από το μυαλό πως μπορεί να είχες σχέση με το θάνατο του Γρηγόρη! Λάθος μου και ελπίζω να με συγχωρήσεις”!.
”Εντάξει καλή μου, είσαι ακόμα σοκαρισμένη με το θάνατο του Αριστείδη, δεν σε παρεξηγώ. Αλλά πίστεψε με, δεν είμαι καμιά ψυχρή δολοφόνος, που σκοτώνει όποιον βρει μπροστά της! Και με τον Αριστείδη ήταν ατύχημα, όσο κι αν δεν θέλεις να το παραδεχτείς”.
”Ξέρεις Μαριγώ, αποφάσισα να αφιερωθώ στο Θεό!”, γύρισε ξαφνικά την κουβέντα η Καλλιόπη
Δεν μπόρεσε να συγκρατήσει το γέλιο της. “Εννοείς, να καλογερέψεις! Αυτό που πάντα κορόιδευες εμένα! Ελπίζω να το σκεφτείς πολύ καλά πριν το κάνεις”!
“Νομίζω πως έχω πάρει τις αποφάσεις μου! Σε λίγες μέρες κατεβαίνω Αθήνα και εκεί θα διαλέξω το δρόμο μου”.
“Να προσέχεις!”, τη συμβούλεψε και την αγκάλιασε. “Δεν είναι απλό πράγμα, είναι βαριά η καλογερική”!
“Κοίτα και συ Μαριγώ να ξεφορτωθείς τους δαίμονες σου!”, σοβαρεύτηκε η Καλλιόπη. “Φρόντισε να ξαναβρεις τον παλιό καλό σου εαυτό. Ακόμη κι αν ήταν ατύχημα όπως λες, σκότωσες έναν άνθρωπο΄! Βγάλτο από μέσα σου και ακούμπησε το στο πετραχήλι του πνευματικού. Πίστεψε με, θα ελαφρώσει το φορτίο σου”!
Η Ρηνιώ ακολουθώντας τις οδηγίες του υπαστυνόμου, πλησίασε τον Μάρκο. Τη δέχτηκε αμέσως με ικανοποίηση. Άλλωστε οι γυναίκες του νησιού του, είχαν τη φήμη περίφημων νοικοκυρών Τις πρότεινε να μένει στο μικρό σπιτάκι στον πίσω χώρο της βίλας, πράγμα που διευκόλυνε αφάνταστα τους σκοπούς της. Τις πρώτες μέρες τίποτα περίεργο δεν έγινε. Τυπικές συναντήσεις με συνεργάτες του, που δεν έδειχναν να κρύβουν κάτι ύποπτο. Άρχισε να αμφιβάλλει αν μπορούσε να μάθει τίποτα από τις δουλειές του. Δεν φαινόταν τόσο χαζός να μιλάει μπροστά της για πράγματα που θα μπορούσαν να τον βλάψουν. Στον Αντώνη που του είπε τις επιφυλάξεις της, της συνέστησε να περιμένει το μοιραίο λάθος. Και είχε δίκιο!
Αυτό το Σάββατο ξύπνησε με μια βαριά διάθεση. Γιόρταζε το χωριό σήμερα και όλοι θα τιμούσαν λαμπροντυμένοι την προστάτιδα τους. Μια νοσταλγία για το νησί και τους δικούς της την πλημμύρισε. Ακόμα και για τον πατέρα! Δεν του κρατούσε κακία. Είχε κι αυτός τα δίκια του! Σκέφτηκε να τους τηλεφωνήσει, μα την ίδια στιγμή το μετάνοιωσε. Ήταν νωρίς ακόμα. Θα περίμενε λίγο να μαλακώσει ο καιρός τις θύμησες. Ντύθηκε αργά και μπήκε στη βίλα. Έπρεπε να ετοιμάσει το πρωινό για την οικογένεια. Παραξενεύτηκε που είδε τον Μάρκο να πίνει καφέ στην κουζίνα.
Δεν συνήθιζε να σηκώνεται τόσο νωρίς, και πάντως ποτέ δεν έφτιαχνε μόνος τον καφέ του. Στο πρόσωπό του διέκρινε ταραχή και φαινόταν να μην έχει κοιμηθεί καλά.
”Καλημέρα”, του είπε ευγενικά. Συμβαίνει κάτι; Σε βλέπω κάπως αναστατωμένο”. Ο Μάρκος της έβαλε καφέ.
“Κάθισε Ρηνιώ, πρέπει να μιλήσουμε”.
Τον κοίταξε με μια δόση αγωνίας στα μάτια. Μήπως είχε με κάποιο τρόπο καταλάβει το σκοπό για τον οποίο τον είχε πλησιάσει;
“Πρέπει να φανείς δυνατή!”, συνέχισε αυτός. “Τα νέα που έχω, δεν είναι καθόλου καλά”!
“Οι γονείς μου;”, Κραύγασε γεμάτη τρόμο.
“Όχι όχι!”, την καθησύχασε.”Οι γονείς σου είναι μια χαρά. Για άλλο πρόκειται”.
Η Ρηνιώ κρεμάστηκε από τα χείλη του. “Δεν ξέρω πως να σου το πω”, δίστασε. “Ο Γρηγόρης είχε ένα ατύχημα”!
“Ατύχημα; Και είναι σοβαρό”;
“Δυστυχώς! Είναι νεκρός Ρηνιώ! Μου τηλεφώνησε χαράματα ο πατέρας μου και με ενημέρωσε”.
Η Ρηνιώ έχασε το χρώμα της. Δεν είχε κουράγιο ούτε να ρωτήσει γιατί και πως. Απέραντη θλίψη μαζί με τύψεις γέμισαν την ψυχή της. Τύψεις, γιατί αισθάνονταν ένοχη γι αυτή την τραγική εξέλιξη. Αν δεν είχαν γίνει όλα αυτά μεταξύ τους, ίσως είχε αποφευχθεί το μοιραίο. Σαν να διάβασε τις σκέψεις της ο Μάρκος.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου