ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2023

ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ (56η συνέχεια, Το αναμενόμενο τηλεφώνημα)

Δείτε εδώ  τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


“Το κορμί μου προτιμώ να το δείχνω μόνο στον άνθρωπο που αγαπώ και μ΄αγαπάει! Δεν υπάρχει λόγος να το επιδεικνύω παντού.”

Η Μαριγώ έσκασε στα γέλια. “Φανταζόμουν πως στην πρωτεύουσα οι άνθρωποι είναι πιο απελευθερωμένοι! Άσε που δεν σε θεωρούσα πουριτανή. Με παράνομη σχέση σε μια μικρή κοινωνία κάθε άλλο θα έλεγα!” 

 “Ότι έκανα το έκανα γιατί αγάπησα! Δεν είμαι πόρνη.” 

 “Τι σημαίνει πόρνη; Να σου αρέσει το σεξ είναι εντελώς φυσιολογικό. Άργησα αλλά το ανακάλυψα!” “Δηλαδή δεν είσαι πια παρθένα;” 

 “Πάει λίγος καιρός που έχασα ότι πολυτιμότερο είχα.”, της απάντησε με εκνευριστικό γέλιο. “Μόνο μην με ρωτήσεις ποιος ήταν ο ευτυχής θνητός, γιατί δεν πρόκειται να σου πω!” Δεν συνέχισαν άλλο και επιτέλους η Μαριγώ αποφάσισε να φορέσει ένα σορτσάκι και το μπλουζάκι της. Ήπιαν άλλο ένα ποτήρι κρασί και πήγαν για ύπνο.

Κοντά στο ξημέρωμα ήρθε ο Μάρκος. Ο θόρυβος του αυτοκινήτου ξύπνησε τη Ρηνιώ που έτσι κι αλλιώς λαγοκοιμόταν. Μπήκε στην βίλα να δει μήπως χρειαζόταν κάτι. Ο Μάρκος ήταν στο γραφείο του και τηλεφωνούσε σε κάποιον. Η συρόμενη πόρτα ήταν μισάνοιχτη και μπορούσε στην ησυχία της νύχτας να ακούει κάθε του λέξη. “Πάρε τηλέφωνο να φορτώσουν σήμερα και για τους Γερμανούς. Έχουμε παραγγελία οκτώ μπούτια μοσχαρίσια.”, τον άκουσε να λέει στον άγνωστο συνομιλητή του. Ήταν άραγε αυτό το συνθηματικό που περίμεναν; Ο Αντώνης θα αποφάσιζε και έπρεπε να το μάθει αμέσως. 

Βγήκε από τη βίλα πατώντας στις άκρες των δαχτύλων για να μην κάνει θόρυβο. Μπήκε σπίτι και φόρεσε βιαστικά τα ρούχα της. Η Μαριγώ την αντιλήφθηκε αλλά προσποιήθηκε πως κοιμόταν. Η Ρηνιώ ετοιμαζόταν να φύγει όταν θυμήθηκε τις κάμερες ασφαλείας που ασφαλώς θα κατέγραφαν την έξοδο της σε ώρα τόσο περίεργη. Μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί πως πήγε να αγοράσει γάλα για τη φιλοξενούμενη της, όμως ήταν ρίσκο όπως και να το κάνεις. Από τη δύσκολη θέση την έβγαλε ο ίδιος ο Μάρκος, που βγήκε από τη βίλα, μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση. Χωρίς να χάσει χρόνο έτρεξε στη βίλα. Η Μαριγώ πετάχτηκε κι αυτή και την ακολούθησε κρυφά. Κάτι ύποπτο συνέβαινε και έπρεπε να εξακριβώσει τι. Άνοιξε αθόρυβα την πόρτα και κρύφτηκε σε μια γωνιά δίπλα στο τζάκι. Από εκεί μπορούσε να βλέπει και να ακούει, χωρίς να γίνεται αντιληπτή, τη Ρηνιώ καθώς σήκωσε το τηλέφωνο και σχημάτισε τον αριθμό του σπιτιού του Αντώνη, που της είχε δώσει στην τελευταία τους συνάντηση.

 “Καλημέρα. Συγγνώμη για την ακατάλληλη ώρα, αλλά προέκυψε κάτι. Δεν ξέρω αν είναι σοβαρό. Εσύ θα κρίνεις.”, την άκουσε να λέει στον συνομιλητή της, που η Μαριγώ σωστά υπέθεσε πως ήταν ο υπαστυνόμος. Όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσε να ακούσει την απάντηση από την άλλη πλευρά. “Μίλησε για μια παραγγελία που πρέπει να φορτώσουν αύριο για τους Γερμανούς. Κάτι για οκτώ μπούτια μοσχαριών. Είναι αυτό που περιμένουμε;”, την ξανάκουσε να λέει και από το ικανοποιημένο της ύφος κατάλαβε πως ο άλλος απάντησε θετικά. 

 Με προσεκτικές κινήσεις η Μαριγώ βγήκε από τη βίλα και ξαναγύρισε στο σπιτάκι. Ότι την ενδιέφερε να ακούσει το άκουσε. Τώρα σειρά είχε η ενημέρωση του Μάρκου! Όταν γύρισε η Ρηνιώ την βρήκε καθισμένη στο κρεβάτι να τεντώνεται, προσποιούμενη ότι μόλις είχε ξυπνήσει. 

 “Γιατί σηκώθηκες τόσο νωρίς;”, τη ρώτησε τρυφερά. “Ακόμα είναι σχεδόν νύχτα!” 

 “Συνήθεια απ το χωριό! Πάντα τέτοια ώρα περίπου ξυπνάω.”

 “Να κάνω καφεδάκι να πιούμε; Δυστυχώς ξεχάσαμε να αγοράσουμε γάλα, και τώρα που λείπουν τα παιδιά, δεν έχουμε εδώ!” 

 “Ένας καφές είναι ότι πρέπει.”, συμφώνησε η Μαριγώ. “Ο Μάρκος δεν γύρισε ακόμα;”, ρώτησε υποκριτικά ενώ η Ρηνιώ ετοίμαζε τους καφέδες.

 “Ήρθε πριν καμιά ώρα, αλλά ξανάφυγε. Δεν πρόλαβα να τον δω.”, απάντησε ανυποψίαστη. 

 “Κρίμα και ήθελα να τον δω! Δεν πειράζει άλλη φορά!” 

 “Θα γυρίσει το μεσημέρι. Πάντα έρχεται για φαγητό.”

 “Εγώ όμως θα έχω φύγει. Θέλω να κάνω κάτι ψώνια. Δεν έχω σχεδόν τίποτα να φορέσω! Θα τον πάρω τηλέφωνο να του πω πως θα έρθω άλλη στιγμή να τα πούμε. Αλήθεια, μου δίνεις το τηλέφωνο του.” “Της δουλειάς εννοείς. Πάρε την κάρτα του.” 

 Την πήρε και την έβαλε στην τσάντα της. Μίλησαν αρκετή ώρα για άλλα θέματα μέχρι που ξημέρωσε για τα καλά. 

 “Ώρα να φεύγω λοιπόν! Είναι και ολόκληρο ταξίδι μέχρι τον Κορυδαλλό! Υπάρχει ταξί εδώ κοντά;” “Θα τηλεφωνήσω να έρθει. Θα σε κατέβαζα εγώ, αλλά θα πρέπει να μαγειρέψω.” 

 “Έκανες ήδη πολλά για μένα! Δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω!” 

 “Αυτό να μην το ξαναπείς! Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως ήσουν ο μόνος άνθρωπος που μου συμπαραστάθηκε εκείνες τις δύσκολες ώρες!” 

 Αγκαλιάστηκαν και αποχωρίστηκαν με την υπόσχεση πως σύντομα θα ξαναβρίσκονταν. Η πρώτη δουλειά που έκανε η Μαριγώ με το που έφτασε στον Κορυδαλλό, ήταν να τηλεφωνήσει στον Μάρκο. Πράγμα που αποδείχτηκε πολύ δύσκολο, γιατί η δύστροπη γραμματέας του δεν είχε σκοπό να την συνδέσει μαζί του! Αναγκάστηκε να της πει πως ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου, και το αφεντικό της δεν θα το συγχωρούσε με τίποτα, αν δεν την άφηνε να του μιλήσει.



Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου