Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Τον οδήγησε στο αρχονταρίκι και έφτιαξε καφέ και για τους δυο.
“Καπνίζετε;” τον ρώτησε καθώς τον είδε να ψάχνει απεγνωσμένα τις τσέπες του. Έγνεψε καταφατικά και η ηγουμένη άνοιξε ένα συρτάρι και έβγαλε ένα μισογεμάτο πακέτο, που κάποιος προσκυνητής είχε ξεχάσει εκεί από καιρό.
“Κανονικά απαγορεύεται το κάπνισμα στους χώρους της μονής, αλλά θα γίνει μια εξαίρεση για σας”, του είπε χαμογελώντας. Άναψε τσιγάρο αυτός και τράβηξε μια γερή ρουφηξιά. Φύσηξε ψηλά τον καπνό και άρχισε την αφήγηση του.
“Είστε πολύ καλή αγία ηγουμένη! Κανείς δεν μου έχει φερθεί τόσο καλά όσο εσείς. Ακόμη και τον καιρό που είχα τα πάντα, όλοι με πλησίαζαν γιατί είχαν κάτι να κερδίσουν από μένα. Ξέρετε δεν ήμουν πάντα το ρεμάλι που έχετε μπροστά σας!” Ήπιε μια γουλιά καφέ για να κρύψει το τρέμουλο στη φωνή του και συνέχισε.
“ Το όνομα μου είναι Θανάσης. Όπως σας είπα ήδη, εργαζόμουν για την αρχαιολογική υπηρεσία με την ιδιότητα του συντηρητή έργων τέχνης. Μια εργασία που αγαπούσα και με γέμιζε απόλυτα. Πριν δώδεκα χρόνια γνώρισα μια κοπέλα που μου άρεσε. Με εκείνη είχαμε έρθει τότε εδώ. Λίγους μήνες μετά παντρευτήκαμε και από εκεί και πέρα άρχισε ο κατήφορος μου!”
Σταμάτησε πάλι για λίγο και άναψε κι άλλο τσιγάρο. Η Ιουλίτη τον κοίταξε και τότε αναγνώρισε τον νεαρό άντρα που συνόδευε τη Μαριγώ, τη μια και μοναδική φορά που επισκέφτηκε το μοναστήρι! Ώστε λοιπόν είχε παντρευτεί και δεν της ανάφερε ποτέ τίποτα!
“Είπατε πως αγαπιόσασταν, τι μεσολάβησε και ήρθαν αλλιώς τα πράγματα;”, ρώτησε για να τον παροτρύνει να συνεχίσει, καθώς τον είδε διστακτικό.
“Από τις πρώτες ημέρες του γάμου, ένιωσα να βαραίνω. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα απολύτως από τη στιγμή που γύριζα σπίτι. Αισθανόμουν σαν ένας βαριεστημένος γέρος που τα χρόνια μιας ανούσιας συμβίωσης, τον ανάγκαζαν σε μια ζωή που και δεν ήθελε αλλά και δεν είχε επιλέξει! Καμία προσπάθεια από τη μεριά της γυναίκας μου να με ξεβαλτώσει. Αντίθετα απορροφημένη από τις επαγγελματικές της υποχρεώσεις ξεχνούσε ακόμη και πως υπάρχω. Κάποια στιγμή έκανα το λάθος να θίξω τον κολλητό της συνεργάτη, έναν κίναιδο που την επηρέαζε σε βαθμό ανεξήγητο. Με χαστούκισε και τότε την χτύπησα! Την χτύπησα άσχημα, τόσο που αν δεν έμπαινε στη μέση η μάνα της δεν ξέρω τη κατάληξη θα είχε ο καυγάς!”
Σταμάτησε για ακόμα μια φορά καθώς το τρέμουλο στα χέρια του έγινε πιο έντονο.
“Μήπως υπάρχει κάτι να πιω;”, ρώτησε παρακλητικά. Η Ιουλίτη ταλαντεύτηκε για λίγο. Το πρόβλημα αλκοολισμού του φαινόταν ξεκάθαρα, από την άλλη έπρεπε να μάθει τη συνέχεια.
“Ένα ποτήρι κρασί μόνο. Μου το υπόσχεσαι;”, του είπε αποφασιστικά. Έγνεψε καταφατικά και ήπιε μονορούφι το κρασί που του σέρβιρε.
“Από εκεί και πέρα ήταν αδύνατον να συνεχίσουμε μαζί. Μου πρότεινε ένα τεράστιο ποσό- 100000 Ευρώ- για να συναινέσω στο διαζύγιο και να υπογράψω πως δεν έχω άλλη απαίτηση. Το δέχτηκα δίχως δεύτερη σκέψη. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά. Τόσα λεφτά δεν θα έβγαζα από τη δουλειά μου ούτε σε πέντε χρόνια. Εκεί άρχισε η κατρακύλα! Παραιτήθηκα από τη δουλειά μου και έμπλεξα σε περίεργες παρέες, με τζόγο και ξενύχτια. Σε λίγους μήνες έχασα τα πάντα και χρωστούσα σε τοκογλύφους ένα μεγάλο ποσόν. Κατάντησα ζητιάνος, άστεγος και αλκοολικός. Έξι μήνες κοιμόμουν στα παγκάκια, ώσπου ήρθε ο χειμώνας και τα πράγματα δυσκόλεψαν κι άλλο. Έριξα τον εγωισμό μου και πήγα στη γυναίκα μου ζητώντας της μια δουλειά. Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να μπορούσα να επιβιώσω. Με έδιωξε σαν αδέσποτο σκυλί. Λίγο έλειψε να βάλει τους ανθρώπους της να με πετάξουν έξω με τη βία. Τελικά κατέληξα στη Χαλκίδα, όπου ένας γνωστός έχει ταβέρνα και έκανα κάποια μεροκάματα πότε σαν βοηθός σερβιτόρου, και πότε στην κουζίνα. Ώσπου πριν ένα μήνα ήρθε το ΙΚΑ και αναγκάστηκα να φύγω. Τότε θυμήθηκα το μοναστήρι σας και με χίλιους κόπους κατάφερα να έρθω. Λίγο ωτο-στοπ, λίγο ποδαρόδρομος, έφτασα εξαντλημένος εδώ. Αυτή είναι η ιστορία μου.”, κατέληξε με παράπονο.
Η Ιουλίτη απόμεινε σιωπηλή. Το δράμα του της έφερε στο νου την παραβολή του Ασώτου, μόνο που σ΄αυτή την περίπτωση δεν υπήρχε ο στοργικός πατέρας που θα τον ξανάβαζε στο σπίτι του και στην αγκαλιά του.
“Παιδιά δεν είχατε, έτσι δεν είναι;”, τον ρώτησε με αγωνία. “Όχι, ούτε σαν σκέψη δεν περνούσε κάτι τέτοιο από το μυαλό της γυναίκας μου. Έχει ήδη ένα αγοράκι, τον Φίλιππο, από μια προηγούμενη σχέση, και δεν ήθελε με τίποτα δεύτερο.”
Ένα αγκάθι τρύπησε την καρδιά της ηγουμένης. Τόσα χρόνια και να μην της έχει πει τίποτα η Μαριγώ! Και καλά για τον γάμο της, αλλά να της κρύψει και πως έχει παιδί; Έκλεισε για λίγο τα μάτια, για να ηρεμήσει. Αυτή τη στιγμή προτεραιότητα είχε η κατάσταση του Θανάση.
“Υπάρχει ένα καλύβι περίπου ένα χιλιόμετρο από εδώ, που ανήκει στο μοναστήρι.”, του είπε μετά από αρκετή σκέψη. “Είναι σε σχετικά καλή κατάσταση, αν και χρειάζεται δουλειά για να γίνει κατοικήσιμο. Μπορώ να σας το παραχωρήσω και να σας πάρω στη δούλεψη μας. Υπάρχουν εργασίες τόσο στα χωράφια, όσο και μέσα στη μονή. Όλοι χρειαζόμαστε μια δεύτερη ευκαιρία!”
Ο Θανάσης της άρπαξε το χέρι και το φίλησε με λατρεία. “Είστε αγία!, ψέλλισε βουρκωμένος. “Αγία!”
Η ηγουμένη ακούμπησε το χέρι της στο κεφάλι του.
”Ένας απλός άνθρωπος είμαι”, του απάντησε ταπεινά. “Και μάλιστα από τους πιο αμαρτωλούς!”
Δείτε επίσης: Απίθανα δώρα σε φανταστικές τιμές μόνο στο Temu!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου