Δείτε εδώ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Δυο μέρες μετά όλα ήταν έτοιμα για τη μεταφορά της σορού του Νικολή στην Τήνο.
Όλα τα κανόνισε ο Πετρής ακόμα και την αγορά τάφου στο νεκροταφείο της πόλης, αν και η Υπαπαντή ήθελε να ταφεί στο χωριό. Η Αναστασία την έπεισε πως έτσι ήταν καλύτερα μιας και δεν είχε με τίποτα σκοπό να την αφήσει μονάχη και θα την έπαιρνε κοντά της στη χώρα.
Τη σορό συνόδεψε η οικογένεια του Αργύρη, γιατί ο Πετρής θα κατέβαινε με ελικόπτερο αφού είχε ένα ραντεβού που δεν έπαιρνε αναβολή. Δικαιολογία ασφαλώς, που δεν έπεισε κανέναν! Προτιμότερη από όλους αυτή η εξέλιξη. Όσο μακρύτερα μεταξύ τους τόσο το καλύτερο!
Το ελικόπτερο έφτασε στις πέντε παρά τέταρτο το απόγευμα και ο Πετρής με τη συνοδεία του Κοσμά έφυγαν για τον Ναό της Παναγίας με νοικιασμένο τζιπ.
Όλες οι αρχές του νησιού αλλά και βουλευτές περίμεναν στο προαύλιο να τον υποδεχτούν. Δεν ήταν μικρό γεγονός να επισκέπτεται τη γενέτειρα ο μεγιστάνας Οικονόμου μετά από τόσα χρόνια. Η κηδεία του Νικολή είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα για όλους. Τώρα το αντικείμενο συζήτησης ήταν το “λαμπρό τέκνο”, του νησιού όπως τον προσφώνησε ο Λυκειάρχης. Ο Πετρής έδειχνε να απολαμβάνει τον θαυμασμό που γεννούσε η παρουσία του, κι αν έλειπαν οι αναπόφευκτες συναντήσεις με το παρελθόν, θα ήταν μια υπέροχη ημέρα!
Με πρόσωπο, που όσο κι αν προσπάθησε να το χρωματίσει με συναίσθημα, παρέμενε παγερό κατευθύνθηκε στο εσωτερικό του ναού. Εντύπωση σε όλους έκανε πως δεν προσκύνησε τη θαυματουργή εικόνα, ούτε άναψε κερί στη χάρη Της. Πήρε απλά τη θέση του πίσω από τους υπόλοιπους, αφού τους χαιρέτησε με ένα απλό κούνημα του κεφαλιού. Η Υπαπαντή τον κοίταξε με λαχτάρα όμως εισέπραξε μια παγερή αδιαφορία. Ή μάλλον κάτι χειρότερο. Την απόρριψη!
Όταν όμως το βλέμμα του έπεσε στο νεαρό αγόρι κάτι άλλαξε μέσα του.
“Δήμο”, ψιθύρισε με σπασμένη φωνή, και όλοι στράφηκαν προς το μέρος του έκπληκτοι.
“Δήμο!” επανέλαβε πιο δυνατά αυτή τη φορά. ¨Δεν άλλαξες καθόλου μετά από τόσα χρόνια!”.
Ο νεαρός γιος του Δήμου πράγματι έμοιαζε καταπληκτικά στον μακαρίτη τον πατέρα του, αυτή όμως η αντίδραση του Πετρή δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο με την ομοιότητα!
Κανείς εκτός του Αργύρη που ήξερε την αλήθεια δεν μπορούσε να καταλάβει αυτά τα αλλοπρόσαλλα λόγια. Τύψεις! Ναι αυτό είναι συλλογίστικε ο Αργύρης. Κανέναν δεν αφήνουν ανέγγιχτο οι Ερινύες όσο ψηλά κι αν νομίζει πως στέκεται.
Δεν ήταν όμως αυτό! Για λίγες στιγμές ο Πετρής πραγματικά νόμιζε πως έβλεπε μπροστά του τον αδικοχαμένο αδελφό του. Πως το έπαθε αυτό δεν μπορούσε να το εξηγήσει! Η ψυχραιμία και οι λογικές επεξεργασίες ήταν τα προσόντα που τον έκαναν τον πλουσιότερο Έλληνα και έναν από τους πλουσιότερους στην Ευρώπη. Ένιωσε να πνίγεται. Τα καρφωμένα πάνω του μάτια των παρευρισκόμενων τον έκαναν να ασφυκτιά. Με χίλια ζόρια κατάφερε να παρακολουθήσει όπως όπως τη νεκρώσιμη ακολουθία και με το τέλος της βγήκε να πάρει αέρα. Ήθελε να φύγει. Να γυρίσει πίσω στο βασίλειο του. Εκεί που ήταν παντοδύναμος! Γιατί εδώ έδειξε αδυναμία πράγμα που δεν συγχωρούσε στον εαυτό του. Όμως αν έφευγε θα εδραίωνε σε όλους την πεποίθηση πως δεν ήταν ο άτρωτος που πίστευαν.
Ακολούθησε την πομπή τα λίγα μέτρα που χωρίζουν τον Ναό από το νεκροταφείο καταβάλλοντας τεράστια προσπάθεια. Ξαφνικά σαν να μίκρυνε ο κόσμος και έγινε θηλιά που του έσφιγγε το λαρύγγι. Πίσω αρκετά από τους υπόλοιπους συγγενείς χωμένος ανάμεσα σε ανθρώπους που πρώτη φορά έβλεπε στη ζωή του. Κι όλοι αυτοί οι άγνωστοι τον κοιτούσαν σαν να έβλεπαν φάντασμα. Δεν ήταν πια ο διάσημος συντοπίτης τους που διέπρεπε σε όλους τους οικονομικούς τομείς, αλλά ένα αδύναμο ανθρωπάκι που όπως φαίνεται χρειαζόταν τη φροντίδα ψυχίατρου!
Η Αναστασία σκόπιμα καθυστέρησε τα βήματα της και τον πλησίασε. Δεν έβρισκε τα λόγια που θα τον έκαναν να αισθανθεί καλύτερα γι αυτό προτίμησε να τον πιάσει από το χέρι δίχως κουβέντες. Παραδόξως ο Πετρής δεν αντέδρασε. Η ανάγκη να ξεφύγει από το βρόγχο που τον έπνιγε δεν του άφηνε πολλά περιθώρια για εγωισμούς. Έτσι πιασμένοι χέρι χέρι αποχαιρέτησαν τον πατέρα που κατέβαινε στον τάφο με τα ίδια συναισθήματα αλλά με διαφορετική αφετηρία. Η Αναστασία βουρκωμένη και με μαύρη την καρδιά από την απώλεια, και ο Πετρής το ίδιο λυπημένος κι αυτός αλλά όχι για τον Νικολή. Για το δικό του παράλογο ξέσπασμα λυπόταν και την αδυναμία του να το ελέγξει!
Όταν όλα τελείωσαν η οικογένεια και οι υπόλοιποι κατευθύνθηκαν στο “Θεοξένεια” για τον καφέ της παρηγοριάς. Ο Πετρής άφησε το χέρι της Αναστασίας και ένευσε του Κοσμά πως ήταν η ώρα να φύγουν. Με όλους τους παρευρισκόμενους να παρακολουθούν τις κινήσεις του δεν μπορούσε να αποφύγει έστω και μια τυπική χειραψία με τους δικούς του. Τους αποχαιρέτησε έναν έναν αμίλητος αφού ούτε η παράκληση στα μάτια της Υπαπαντής στάθηκε ικανή να τον συγκινήσει για κάτι περισσότερο από ένα σφίξιμο του χεριού της. Μόνο όταν έφτασε στο γιο του Δήμου άλλαξε η συμπεριφορά του. Με μια ασυνήθιστη για την ιδιοσυγκρασία του κίνηση τον χάιδεψε στο μάγουλο.
“Με τι ασχολείσαι μικρέ;”, τον ρώτησε και ήταν η πρώτη φορά που άκουσαν την φωνή του από την ώρα που πάτησε στο νησί.
“Ψαράς θείε. Τι άλλο;. Πουλήσαμε το σκάφος και πήραμε ένα μικρότερο καΐκι να βγαίνει το μεροκάματο. Δόξα τω Θεώ!”.
“Δηλαδή είσαι ευχαριστημένος εδώ; Γιατί αν δεν είσαι στην Αθήνα σε περιμένουν πολύ καλύτερα πράγματα! Θέλεις να δουλέψεις κοντά μου;”
Ο νεαρός Νικόλας δεν πίστευε στ αυτιά του.
“ Θα το ήθελα πολύ θείε! Αν και δεν έχω τα προσόντα. Μόλις και μετά βίας το λύκειο έχω βγάλει!”
“Οπότε είσαι πιο σπουδαγμένος από μένα! Άρα θα τα πας και καλύτερα! Λοιπόν τι λες;”.
“Μπορώ να το σκεφτώ λίγο;”
“Μπορείς. Όμως να ξέρεις, οι ευκαιρίες σαν κι αυτή έρχονται μια φορά στη ζωή κάποιων ανθρώπων, και στους περισσότερους καθόλου!”.
Γίνετε μέλος στο Ελληνικό κοινωνικό δίκτυο: https://hellasbook.gr/tinios
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου