Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
«Θα σε δω αύριο;», τον ρώτησε με αγωνία. «Θα με βλέπεις κάθε μέρα από δω και πέρα!», της απάντησε. «Αν το θέλεις βέβαια!», συμπλήρωσε αγκαλιάζοντας την από τη μέση.
Η Αρχοντούλα μισόκλεισε τα μάτια χωρίς να μιλήσει. Αυτό έμοιαζε με πρόκληση και ο Γιάννης δεν άφησε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη. Έσκυψε και τη φίλησε απαλά στα χείλη και όταν δεν είδε αντίδραση προχώρησε σε παθιασμένο φιλί.
Αυτή τη νύχτα κανείς από τους δύο δεν κοιμήθηκε. Ο έρωτας είναι το μεγαλύτερο διεγερτικό, και πήραν αρκετή δόση το βράδυ!
Οι επόμενες ημέρες τους έφεραν ακόμα πιο κοντά. Όμως δεν είχαν ολοκληρώσει τη σχέση τους. Κανείς από τους δύο δεν βιαζόταν, καθένας για τους δικούς του λόγους. Η Αρχοντούλα λόγω της φοβίας μήπως κάτι πάει πάλι στραβά, και ο Γιάννης γιατί δεν είχε ακόμα ξεμπλέξει με τη Γαλλιδούλα χορεύτρια που νταραβεριζόταν δυο χρόνια. Αν και ήταν σχεδόν τελειωμένη υπόθεση αφού θα έμενε πια στην Ελλάδα, εξακολουθούσε να τρέφει τρυφερά αισθήματα για εκείνη. Δυο χρόνια ήταν ο άνθρωπος του, το αποκούμπι του. Μπορεί να μην ήταν ο μεγάλος έρωτας, αλλά πέρασαν όμορφα μαζί. Της είχε στείλει ένα γράμμα που της εξηγούσε την κατάσταση και περίμενε την απάντηση που θα τον έβγαζε από το αδιέξοδο.
Για την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1934, η κοινότητα αποφάσισε να κάνει ένα βραδινό γλέντι στην αίθουσα εκδηλώσεων του δημοτικού σχολείου. Όχι τίποτα εξεζητημένο, δυο τρεις μουσικοί, λίγοι δίσκοι στο γραμμόφωνο και άφθονο κρασί.. Τα φαγητά θα τα ετοίμαζαν οι ίδιοι οι καλεσμένοι και θα μοιραζόντουσαν σε όλους.
Ο Γιάννης είχε κατέβει στην Αθήνα δυο μέρες πριν τα Χριστούγεννα για δουλειές όπως είπε, χωρίς παραπάνω διευκρινήσεις. Αυτές οι δουλειές για την Αρχοντούλα ήταν ένα σκοτεινό σημείο που έπρεπε να ξεκαθαρίσει. Της είχε υποσχεθεί πως θα γύριζε αν όχι την προπαραμονή, την παραμονή σίγουρα.
Πάντως η παραμονή έφτασε, η ώρα πλησίαζε πέντε το απόγευμα και το τελευταίο λεωφορείο απ την Αθήνα είχε ήδη φτάσει, χωρίς το Γιάννη μέσα. Η Αρχοντούλα γύρισε σπίτι με την καρδιά ραγισμένη. Την είχε γελάσει! Δεν είχε σκοπό να αφήσει τη Αθήνα για να περάσει τη βραδιά του στη μίζερη επαρχία. Κι αυτή είχε στηρίξει τόσα σ΄αυτή τη νύχτα!
Έβαλε φαγητό στη μητέρα της και βγήκε στην αυλή να φέρει ξύλα για το τζάκι. Δίπλα του θα περνούσε κι αυτή την Πρωτοχρονιά, όπως ακριβώς και τις προηγούμενες. Κρίμα που πίστεψε πως αυτή θα ήταν διαφορετική!
Η κόρνα ενός αυτοκινήτου την ξάφνιασε. Αυτοκίνητο στο χωριό δεν είχε κανείς και εξαιρετικά σπάνια κάποιο εμφανιζόταν κι αυτό περαστικό.
Αν όμως ξαφνιάστηκε με την κόρνα, το σοκ που έπαθε μόλις είδε τον οδηγό δεν περιγράφεται! Ο Γιάννης αυτοπροσώπως! Ντυμένος με σπορ ρούχα, κασκέτο και κασκόλ στο λαιμό, της χαμογελούσε μέσα από το τζάμι.
Έτρεξε προς το μέρος του και εκείνος κατέβηκε και την αγκάλιασε.
«Πίστεψες πως δεν θα έρθω, έτσι δεν είναι;», τη ρώτησε δήθεν με παράπονο.
«Δεν είχα δίκιο να το πιστεύω», του απάντησε με ερώτηση, «Πως μπορούσα να φανταστώ ότι θα ερχόσουν με αυτοκίνητο! Ελπίζω να μην το έκλεψες!», κατέληξε καχύποπτα.
Σκασμένος στα γέλια την καθησύχασε. «Φαίνομαι για τέτοιος άνθρωπος γλυκιά μου: Είναι του Διπλωματικού σώματος. Υπηρεσιακό!».
«Και…», ξεκίνησε να ρωτήσει η Αρχοντούλα, αλλά ο Γιάννης την πρόλαβε. «Αυτή είναι η δουλειά μου. Ανήκω στο σώμα και στη Γαλλία ήταν η πρώτη μου αποστολή Διοικητικός υπάλληλος στην πρεσβεία μας. Τώρα πήρα προαγωγή και με ετοιμάζουν για πρόξενο. Μένει μόνο να μάθω το που!».
Κεραυνός να κτυπούσε την Αρχοντούλα, λιγότερο θα την επηρέαζε. Η χαρά που πήρε με τον ερχομό του, μεταβλήθηκα σε απόγνωση με τα λόγια του. Δηλαδή σε λίγες μέρες θα έφευγε και δεν θα τον ξανάβλεπε ποτέ! Για άλλη μια φορά ο Γιάννης καθησύχασε τους φόβους της.
«Εννοείται πως μαζί θα πάμε, όπου πάμε! Αφού θα παντρευτούμε, έτσι δεν είναι;».
Τέτοια πρόταση γάμου μάλλον δεν την περίμενε. Τελικά όλο εκπλήξεις της επεφύλασσε αυτή η ημέρα!
«Και η μάνα;», ρώτησε με αγωνία.
«Μαζί μας βέβαια! Θέλει και ρώτημα!».
«Πάμε να της πεις μια καλησπέρα», τον παρότρυνε. «Της κάνει καλό όταν σε βλέπει.».
Οι εκπλήξεις διαδέχονταν η μία την άλλη εκείνη τη νύχτα. Είχε φροντίσει ο Γιάννης γι αυτό. Δίσκους ευρωπαϊκούς με βαλς, ταγκό και φοξ ανγλέ είχε φέρει, κονσέρβες γαλλικές με πατέ, μέχρι και τρεις σαμπάνιες απ τις πιο ακριβές! Άσχετα αν οι τελευταίες μάλλον δεν ενθουσίασαν τους προσκεκλημένους εκτός από τον δάσκαλο και τον ενωμοτάρχη που τις τίμησαν δεόντως!
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου