ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ (35η συνέχεια. ( Η τρομερή αποκάλυψη)

 Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο 


«Η συχωρεμένη η μάνα μου είπε πως υπάρχει κάποιο μυστικό που κρύβετε εσείς και εκείνη. Δεν θέλησε να μου αποκαλύψει τίποτα σχετικά με αυτό. Το άφησε να μου το πείτε εσείς μετά το θάνατο της».

Η Καλλιόπη φάνηκε προετοιμασμένη γι αυτή την εξέλιξη. Από εκείνη την συνάντηση με την Αργυρώ κατάλαβε πως η αλήθεια θα έβγαινε στο φως αργά ή γρήγορα. Έβαλε καινούργιο τσιγάρο στην πίπα, το άναψε και έβαλε κονιάκ σε ένα ποτήρι φούσκα. Με ένα νεύμα ρώτησε την Αρχοντούλα αν θέλει κι εκείνη, πράγμα που το αρνήθηκε.

«Είναι μια πονεμένη ιστορία που πάει τριάντα ένα χρόνια πίσω» άρχισε τελικά. «Όσο και η ηλικία σου. Θέλω να είσαι έτοιμη να ακούσεις δυσάρεστες ειδήσεις!». Σταμάτησε για λίγο ήπιε μονορούφι το κονιάκ και αφού ξαναγέμισε το ποτήρι συνέχισε. «Η Αργυρώ δεν είναι η πραγματική σου μητέρα! Άλλη γυναίκα σε γέννησε, αλλά ήταν πάμφτωχη και είχε άλλα πέντε παιδιά να θρέψει. Έτσι αποφάσισε να σε δώσει σε άλλη οικογένεια για να έχεις μια καλύτερη τύχη. Γνώριζα την Αργυρώ που δεν έκανε παιδιά και της πρότεινα να σε πάρει αυτή. Το δέχτηκε με ανακούφιση γιατί η ατεκνία εκείνα τα χρόνια ήταν μεγάλη ντροπή. Εγώ ήμουν η μαμή και κανόνισα τα χαρτιά να βγουν πως γεννήθηκες νεκρή, με τη συνέργεια ενός παραδόπιστου γιατρού που υπέγραψε το πιστοποιητικό θανάτου για μερικές λίρες και που πλήρωσαν οι θετοί γονείς σου.»

Η Αρχοντούλα σίγουρα δεν φανταζόταν μια τέτοια εξέλιξη. Παρ όλα αυτά η αντίδραση της ήταν αρκετά ψύχραιμη. Σταύρωσε τα χέρια στο στήθος και περίμενε τη συνέχεια. Μια συνέχεια που η Καλλιόπη δεν έδειχνε διατεθειμένη να δώσει. 

«Και τελικά, με ποιο αντάλλαγμα με αγόρασαν», ρώτησε με πίκρα, αφού δεν διέκρινε προθυμία απ τη μεριά της.

«Όχι σπουδαία πράγματα», αποκρίθηκε εκείνη. «Καμιά δεκαριά λίρες ακόμα και μερικά κοσμήματα μικρής αξίας. Δεν είχαν και περισσότερα, άλλωστε το βασικό ήταν να μην προστεθεί ένα ακόμα στόμα στην οικογένεια που σε έφερε στον κόσμο.».

«Βάρος λοιπόν!», διαπίστωσε με θλίψη. «Βάρος από τη μέρα που γεννήθηκα! Και εσύ τους βοήθησες στην αγοροπωλησία, σαν να ήμουν ένα κομμάτι κρέας στο χασάπικο! Αλήθεια τύψεις δεν έχεις;».

«Μη βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα καλή μου! Πρέπει να μπεις στο πνεύμα της εποχής για να καταλάβεις.», απολογήθηκε. «Τα παιδιά τότε δεν ήταν ευλογία. Αναγκαίο κακό ήταν λόγω έλλειψης προφύλαξης και ανάγκης για εργατικά χέρια. Τα κορίτσια ήταν ανεπιθύμητα λόγω της αδυναμίας να βοηθήσουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό! Δύσκολες εποχές ψυχή μου! Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει!».

«Εγώ!», φώναξε από τα βάθη της ψυχής της η Αρχοντούλα. «Με ρώτησε εμένα κανείς αν ήθελα να ζήσω σαν ένα μπάσταρδο που το ξεπούλησαν για μερικές κωλολίρες; Πάντως αν κρίνω από τη χλιδή εδώ μέσα, δεν ήταν η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που έκανες αυτό το έγκλημα! Με το αζημίωτο φυσικά!».

Η Καλλιόπη την κοίταξε στα μάτια. Δικαιολογούσε απόλυτα την οργή της, όχι όμως και τις άδικες κατηγορίες. 

«Κάνεις λάθος Αρχοντούλα! Ότι βλέπεις ακριβό εδώ δεν είναι προϊόν εγκλήματος. Ο πρώτος μου άντρας, Θεός σχωρέστον, ήταν πολύ εύπορος γαιοκτήμονας. Τον έχασα είκοσι πέντε χρονών μόλις τέσσερα χρόνια μετά το γάμο μας. Μου άφησε μεγάλη περιουσία, αλλά δεν την χειρίστηκα σωστά και έχασα τα περισσότερα. Πάλι βέβαια έμειναν αρκετά για μια άνετη ζωή. Κι ύστερα παντρεύτηκα το σημερινό μου άντρα. Καπετάνιος, σωστός θαλασσόλυκος και οι μισθοί του, όπως καταλαβαίνεις, αρκετά υψηλοί. Χώρια και αυτά που έβγαζα εγώ από τη δουλειά μου. Την τίμια εννοώ, μη σου μπαίνουν ιδέες. Τριάντα χρόνια ξεγεννούσα και ποτέ δεν έχασα παιδί! Μόνο τρεις γυναίκες έστειλα σε κλινική, γιατί είχαν δύσκολες γέννες. Μην με κατηγορείς αβάσιμα λοιπόν. Μόνο για τη δική σου περίπτωση οφείλω μια μεγάλη συγγνώμη, αν και ξέρω πως δεν φτάνει!». 

«Ποιοι είναι οι πραγματικοί μου γονείς;», ρώτησε η Αρχοντούλα, που δεν πείστηκε και τόσο από τα λόγια της.

«Έμαθα πως μετακόμισαν πριν πολλά χρόνια στα Γιάννινα, αλλά κάποιος μου είπε πως έφυγαν κι από εκεί. Πίστεψε με δεν έχω ιδέα που μπορείς να βρεις τους γονείς και τα αδέλφια σου. Από τότε που γεννήθηκες δεν είχα καμέα επαφή.».  

«Αυτά είναι όσα ξέρεις ή μου κρύβεις και κάτι άλλο;».

Μια σκιά πέρασε από τα μάτια της Καλλιόπης και δεν διέφυγε της προσοχής της Αρχοντούλας. Σαν να υπήρχε και κάτι άλλο που κρατούσε μυστικό. Αλήθεια τι χειρότερο από αυτά που της είπε, την εμπόδιζε να ανοίξει την καρδιά της;

Η είσοδος του μικρού γιου της Καλλιόπης, την έβγαλε από τη δύσκολη θέση να απαντήσει. Ο νεαρός φορώντας μάλλινες μπλε πυτζάμες και παντόφλες στο ίδιο χρώμα, διέταξε τη μάνα να του κάνει καφέ. Κάθισε απέναντι από την Αρχοντούλα και με αυθάδεια κάρφωσε τα μάτια στο μπούστο της. Δεν θεώρησε καλό να την καλημερίσει, μόνο άπλωσε το χέρι και άρπαξε την πιατέλα με τα κουλουράκια και την έφερε μπροστά του. 


Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου