Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
«Αρχοντούλα τι λες; Σύνελθε!», προσπάθησε να υπερασπιστεί το φίλο του ο Αντώνης. «Ο Μάνος είναι το καλύτερο παιδί και η πρώτη φορά που σε είδε ήταν τότε που λιγοθύμησες στη Αγιά Σωτήρα. Και αφού εσύ δεν έφυγες ποτέ από τη Αίγινα, είναι αδύνατον να συναντηθήκατε ποτέ πριν!».
Η Αρχοντούλα αναγνώρισε πως είχε δίκιο όμως η γνώμη της δεν άλλαξε. Αυτό το πρόσωπο το θυμόταν καλά, αν και είχε συγκεχυμένες εικόνες για το ρόλο που είχε παίξει στο παρελθόν της. Από την άλλη η ηλικία του απέκλειε το ενδεχόμενο να τον έχει πραγματικά γνωρίσει.
«Αρχοντούλα», της απεύθυνε το λόγο ο Μάνος. «Από την κλινική που σε πήγαν μετά την επίθεση, έχεις καμιά ανάμνηση;».
«Την κλινική;», ρώτησε. «Λίγα πράγματα, ήμουν πολύ ζαλισμένη και πονούσα φοβερά. Ξέρω θα ακουστεί παράλογο αλλά εσένα σε θυμάμαι!»
Ο Μάνος έβγαλε ένα αναστεναγμό ανακούφισης.
«Δεν θυμάσαι εμένα Αρχοντούλα! Τον πατέρα μου θυμάσαι που ήταν ο γιατρός σου! Μοιάζουμε πολύ είναι η αλήθεια!».
Στα χείλη της Αρχοντούλας ζωγραφίστηκε ένα πλατύ χαμόγελο. Κανείς τους πριν δεν την είχε δει να χαμογελάει.
«Έτσι εξηγείται!», συμφώνησε. «Ο γιατρός που με βοήθησε. Και εγώ η τρελή τον θεώρησα απειλή!».
«Τα έχεις ακόμα μπερδεμένα στο μυαλό σου Αρχοντούλα», την καθησύχασε ο παπάς. «Καλούς και κακούς τους έχεις κάνει ένα!».
Η συζήτηση αν και παρουσίαζε ενδιαφέρον, απομακρυνόταν από τον αρχικό σκοπό της επίσκεψης, και ο Αντώνης αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να πέσουν στα βαθιά.
«Λοιπόν», ξεκίνησε αποφασιστικά, ανοίγοντας το βιβλίο.«Αυτά που γράφει εδώ χρειάζονται πειστικές εξηγήσεις. Μπορείς να μας τις δώσεις Αρχοντούλα;».
«Εγώ τα έκανα όλα αυτά;», ρώτησε απορημένη αφού τα διάβασε. «Πότε να σας χαρώ παιδιά μου; Σας είπα πως ποτέ δεν έφυγα από το σπίτι μου ούτε για μια στιγμή! Οι γείτονες που ζουν ακόμα μπορεί να το επιβεβαιώσουν! Πάντως», συνέχισε με ένα παράπονο, «Δεν περίμενα από σας να πιστέψετε κάτι τέτοιο για μένα!».
Ο παπά Διονύσης παρενέβη για να σώσει την κατάσταση που είχε βαρύνει πολύ.
«Έχουν τα δίκια τους Αρχοντούλα μου τα παιδιά!. Τα στοιχεία που παραθέτει αυτός ο συγγραφέας είναι αδιάσειστα! Υπάρχουν όλα. Οι μαρτυρίες αγωνιστών που διασώθηκαν την τελευταία στιγμή, οι καταγγελίες ανθρώπων που έχασαν τις περιουσίες τους για ένα τενεκέ λάδι, οι αποδείξεις από το ποσόν του σχεδίου Μάρσαλ! Δεν μπορούμε να τα παραβλέψουμε όλα αυτά. Έτσι δεν είναι;».
«Και συ παπά;», τον ρώτησε απογοητευμένη. «Αν αναφερόντουσαν αυτά στην περίοδο που δεν έχω μνήμες, θα μπορούσα να αμφιβάλω και εγώ. Όμως τον πόλεμο και την κατοχή τα πέρασα όπως οι περισσότεροι, με πείνα και καθημερινό αγώνα επιβίωσης. Χάρη στη βοήθεια των συνανθρώπων μου κατάφερα να επιζήσω και εγώ και η κόρη μου. Και έρχεσαι να με κατηγορήσεις για εγκλήματα που ούτε να ξεστομίσω μπορώ! Λυπάμαι, δεν μπορώ να σας αποδείξω πως κάνετε λάθος. Μόνο ο Θεός αν θέλει θα φανερώσει την αλήθεια!».
Με τις τελευταίες λέξεις ακούμπησε το κεφάλι στο τραπέζι και ξέσπασε σε ένα γοερό κλάμα.
Άκουσαν και οι τρεις μουδιασμένοι το μονόλογο της. Όλα τα στοιχεία ήταν εναντίον της, όμως η αγανάκτηση της φαινόταν πειστική.
«Ας σταματήσουμε εδώ», πρότεινε ο Αντώνης. «Αν η Αρχοντούλα δεν έχει κάνει αυτές τις πράξεις, τότε δεν πρέπει να αποκαλυφθεί η ταυτότητα της! Υπάρχουν πολλοί που θα την ήθελαν στη φυλακή ή και νεκρή, για να πάρουν την εκδίκηση τους».
«Αν δεν έχει αποκαλυφθεί ήδη!», απάντησε ο Μάνος. «Όλα αυτά τα περίεργα που συμβαίνουν τελευταία, προς τα εκεί οδηγούν τη σκέψη μου!».
Η Αρχοντούλα σηκώθηκε φανερά ταραγμένη και βγήκε από την αίθουσα. Με αργά βήματα άφησε τον περίβολο της εκκλησίας και περπάτησε χωρίς σκοπό και προορισμό. Μαύρες σκέψεις τη βασάνιζαν. Κι αν η αμνησία δεν είχε να κάνει μόνο με τη ζωή της πριν το κτύπημα; Αν υπήρχαν αναμνήσεις και από τη μετέπειτα ζωή της που είχαν σβήσει; Τότε η μόνη λύση ήταν να βάλει τέρμα στον άχαρο βίο της!
Τα βήματα της την έφεραν στο λιμάνι. Κοίταξε τα πλοία του Αργοσαρωνικού και μια λαχτάρα φούντωσε μέσα της. Ναι! Θα ξαναγύριζε στο νησί της, μακριά από τους εφιάλτες που ξύπνησαν με το που πάτησε το πόδι της στον Πειραιά. Μπήκε στο φέρυ που θα ξεκινούσε σε είκοσι λεπτά με την ελπίδα να αφήσει πίσω της όλα τα φαντάσματα που φορτώθηκαν στην ψυχή της.
«Ανησυχώ για την Αρχοντούλα», είπε ο παπάς. «Έφυγε πολύ ταραγμένη και έχει αργήσει πολύ! Πάντως σπίτι δεν πήγε. Τα κλειδιά της είναι κρεμασμένα δίπλα στο ψυγείο».
«Εύχομαι η ταραχή της να μην οφείλεται σε τύψεις!», παρατήρησε ο Μάνος. «Θέλω πολύ να πιστέψω το αφήγημα της, αλλά η λογική μου λέει πως δεν πρέπει!».
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου