Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
«Η κυρία έρχεται σε λίγο. Παρακαλώ μην την κουράσετε. Κοντεύει τα ενενήντα έξι και οι αντοχές της δεν είναι όπως παλιά!».
Σε λίγα λεπτά μπήκε στο σαλόνι υποβασταζόμενη από τη γυναίκα που την πρόσεχε. Δεν έδειχνε την ηλικία της, με τίποτα δεν την έκανες πάνω από ογδόντα. «Στα νιάτα της πρέπει να ήταν ωραία γυναίκα», σκέφτηκε ο Διονύσης, και ακόμα και τώρα διατηρούσε ψήγματα από την παλιά της ομορφιά. Κάθισε στην άνετη πολυθρόνα που έμοιαζε παράταιρη με την υπόλοιπη παλιομοδίτικη διακόσμηση.
«Καθίστε παρακαλώ!», πρότεινε στο Διονύση που από ευγένεια στεκόταν όρθιος.
Βολεύτηκε σε μια γωνιά του καναπέ που βούλιαξε από το βάρος του. Τα χρόνια που είχα περάσει από πάνω του είχαν μειώσει τις αντοχές του.
«Νομίζω δεν έχουμε γνωριστεί», είπε η Καλλιόπη κοιτάζοντας τον με επιμονή.
«Όχι κυρία, πρώτη φορά συναντιόμαστε».
«Άρα κάποιος άλλος λόγος σας φέρνει εδώ. Έτσι δεν είναι;».
Ο Διονύσης αισθανόταν άβολα με την παρουσία της γυναίκας που υπέθετε πως είναι νοσοκόμα, και γι αυτό δυσκολευόταν να αρχίσει τις ερωτήσεις. Η γριά κατάλαβε την αμηχανία του και ζήτησε από τη γυναίκα να φτιάξει καφέ στον επισκέπτη τους.
«Ο κύριος θα ήθελε ένα καφέ Ρόζα! Νομίζω πως η ώρα το επιβάλει!».
Η Ρόζα αφού ρώτησε την προτίμηση του Διονύση έφυγε για να ετοιμάσει την παραγγελία.
«Πρόκειται για ένα πρόσωπο από το παρελθόν σας!», ξεκίνησε δυναμικά ο Διονύσης. «Έχω πληροφορίες πως εσείς ξεγεννήσατε τη μητέρα της. Αρχοντούλα Ροδά τη λένε, αν σας θυμίζει κάτι το όνομα της».
«Έχουν περάσει από τα χέρια μου δεκάδες ή μάλλον εκατοντάδες παιδιά στα τόσα χρόνια που εξασκούσα το λειτούργημα μου! Μια Αρχοντούλα γιατί θα ήταν κάτι ξεχωριστό ώστε να τη θυμάμαι;».
Κάτω από τα μυωπικά γυαλιά της ο Διονύσης διέκρινε την ταραχή που της προξένησε η αναφορά στην Αρχοντούλα. Σίγουρα θυμόταν όμως έδειχνε αποφασισμένη να κρατήσει το στόμα της κλειστό.
«Δεν μου συστηθήκατε όμως κύριε, ώστε να ξέρω με ποιόν μιλάω!», προσπάθησε να κερδίσει χρόνο η Καλλιόπη.
«Παράλειψη μου!», απολογήθηκε «Διονύσης Κοντός λέγομαι, της γνωστής οικογένειας με το εργοστάσιο κονσερβοποιίας».
«Είσαι γιος του Δημήτρη και της Σταυρούλας;», τον ρώτησε με έκπληξη.
«Ακριβώς!», απάντησε το ίδιο παραξενεμένος.
«Τότε η μητέρα σου θα σου έχει πει περισσότερα γι αυτή τη γυναίκα που ρωτάς! Την γνώριζε πολύ καλά!».
«Η μητέρα μου; Από πού κι ως που;»
«Αν δεν σου είπε εκείνη, κι απ ότι κατάλαβα δεν σου είπε, τότε μην περιμένεις να σου πω εγώ! Κάποια πράγματα καλό είναι να μην τα σκαλίζουμε μετά από τόσα χρόνια!».
Η είσοδος της Ρόζας με τον καφέ διέκοψε την ενδιαφέρουσα συζήτηση.
«Νομίζω», είπε η Ρόζα αφήνοντας στο τραπέζι τον καφέ, «πως η κυρία είναι πολύ κουρασμένη και θα πρέπει μόλις πιείτε τον καφέ σας να φύγετε!».
Ο Διονύσης είδε αμέσως πίσω από τα λόγια της πως είχε κρυφακούσει όλη την κουβέντα τους. Προφανώς φοβόταν μήπως η γριά προχωρήσει σε περαιτέρω αποκαλύψεις και φρόντισε να το αποτρέψει. Άρα και η ίδια είχε γνώση της ιστορίας της Αρχοντούλας, αν και καμία σύνδεση δεν φαινόταν εκ πρώτης όψεως.
«Αν δεν πειράζει την κυρία, έχω ακόμα δυο τρεις ερωτήσεις και μετά θα φύγω αμέσως», της είπε κοιτάζοντας ίσα στα μάτια την Καλλιόπη, η οποία χαμήλωσε το βλέμμα.
«Πραγματικά νεαρέ μου αισθάνομαι αρκετά κουρασμένη. Ίσως μια άλλη φορά συνεχίσουμε, αλλά όχι τώρα! Άλλωστε είμαι σίγουρη πως ότι πρέπει να μάθετε το ξέρετε ήδη!».
«Μου επιτρέπετε λοιπόν να σας ξαναενοχλήσω;», τη ρώτησε απογοητευμένος από την εξέλιξη της επίσκεψης.
«Αν εξακολουθήσω να ζω ακόμα, γιατί όχι!», του απάντησε με ειρωνεία.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου