Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο
Την ευχαρίστησε και έφυγε το ίδιο προβληματισμένος όπως ήρθε. Ή μάλλον ακόμα περισσότερο. Οι αναφορές της μαμής στη μητέρα του τού γέννησαν υποψίες μήπως η γυναίκα που είχε κακοποιηθεί από τους γονείς του ήταν η Αρχοντούλα! Όσο και να μην ήθελε να το πιστέψει, φοβόταν πως αυτή ήταν η αλήθεια. Και η ηλικία ταίριαζε, και οι αναμνήσεις της, και τα όνειρα που είχε κατά καιρούς. Το μόνο που παρέμενε ανεξήγητο ήταν το γιατί!
Μια πρώτη απάντηση πήρε δευτερόλεπτα αφού βγήκε από το σπίτι. Ο σημαδεμένος με τον νεαρό που είχε συναντήσει στο μοναστήρι στην Αίγινα, στέκονταν μπροστά στην είσοδο και οι προθέσεις τους δεν φαινόντουσαν καθόλου φιλικές.
“Να που συναντιόμαστε πάλι παπά!”, του είπε με ένα χαμόγελο που το κόψιμο στο χείλος το έκανε τρομακτικό. “Με ένα κουρεματάκι και δυο τρία ρετάλια από τους πάγκους, δεν αλλάζεις ταυτότητα, ειδικά αν μπαίνεις απερίσκεπτα στη φωλιά του λύκου!”.
Ο Διονύσης σιγουρεύτηκε με τον πιο οδυνηρό τρόπο πως οι υποψίες του είχαν βάση. Αυτό που δεν είχε ξεκαθαρίσει μέσα του ήταν η σχέση της μαμής με τον σημαδεμένο. Σα να διάβασε τη σκέψη του ο σημαδεμένος του έλυσε την απορία.
“Μάνα μου είναι ηλίθιε! Και τούτος εδώ είναι ο γιος μου! Απρόσκλητος ήρθε μετά από λίγες συνευρέσεις με τη Ρόζα. Τον αγαπάω όμως γιατί μου μοιάζει! Τώρα καταλαβαίνεις ότι αυτά που έμαθες δεν αφήνουν περιθώρια να τα διαδόσεις! “
Με αυτά τα λόγια έβγαλε ένα περίστροφο και το κόλλησε στα πλευρά του.
“Μη βγάλεις τσιμουδιά και προχώρα προς το Φιατάκι στη γωνία.”
Υπάκουσε πρόθυμα. Δεν ήταν ώρα για παλικαρισμούς με ένα όπλο να τον σημαδεύει.
Τον έβαλαν στο πίσω κάθισμα και ο σημαδεμένος κάθισε δίπλα του, ενώ ο γιος του στη θέση του οδηγού. Με κανονική ταχύτητα για να μην γίνουν στόχος, κατευθύνθηκαν προς την Αγία Βαρβάρα.
Ανέβηκαν στον προφήτη Ηλία και σταμάτησαν σε ένα ερειπωμένο σπίτι που φαινόταν από χρόνια ακατοίκητο. Ήταν το τελευταίο σπίτι του οικισμού καθώς το πιο κοντινό απείχε κοντά στα τριακόσια μέτρα.
Η εικόνα που παρουσίαζε το κτίριο ήταν αυτό που θα περίμενε κανείς. Μούχλα στους τοίχους, ιστοί αράχνης στα ταβάνια, ακαθαρσίες ποντικών και σκόνη, πολύ σκόνη που σε κάθε τους βήμα ανέβαινε σαν σύννεφο. Μια ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα και ένα τραπέζι σαρακοφαγωμένο ήταν τα μοναδικά έπιπλα εκεί μέσα. Ο σημαδεμένος έσπρωξε τον Διονύση να κάτσει στην πολυθρόνα ενώ ο γιος του στεκόταν στην πόρτα για τσίλιες.
“Την παροιμία η περιέργεια σκότωσε τη γάτα, δεν έτυχε να την ακούσεις ποτέ παπά;”, τον ρώτησε καρφώνοντας το πραγματικό του μάτι πάνω του. “Στην προκειμένη περίπτωση θα σκοτώσει τον παπά!”, συμπλήρωσε με ένα ανατριχιαστικό γέλιο.
“Δεν είμαι πια καθόλου περίεργος!”, απάντησε ο Διονύσης σοκαρισμένος. “Το περίστροφο μου έδιωξε κάθε επιθυμία να μάθω!”.
“Εγώ πάλι επειδή είμαι καλός άνθρωπος, θα απαντήσω στα ερωτήματα σου! Μόνο που τις απαντήσεις δεν θα μπορέσεις να τις πεις πουθενά. Θα μπουν στον ίδιο λάκκο με σένα! Όχι πολύ μακριά από εδώ!”.
Ο σημαδεμένος γύρισε για μια στιγμή προς την πόρτα να δει το γιο του και ο Διονύσης θεώρησε πως ήταν η μοναδική του ευκαιρία να τα παίξει όλα για όλα. Όρμησε πάνω του κρατώντας του το χέρι με το όπλο ενώ με το άλλο χέρι τον γρονθοκόπησε με δύναμη στο πρόσωπο, Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για να καταβάλει τον μεγαλόσωμο άντρα. Με μια αγκωνιά στην κοιλιά του Διονύση τον ανάγκασε να διπλωθεί στα δύο, ελευθερώνοντας το χέρι με το όπλο. Με τη λαβή του περίστροφου του κατάφερε ένα δυνατό κτύπημα στο σαγόνι που τον ξάπλωσε αιμόφυρτο στο πάτωμα.
“Λοιπόν ζόρικε τέρμα τα παιχνίδια!”, του φώναξε αγριεμένος. “Ξέρω ποιος είσαι και γιατί ψάχνεις το παρελθόν. Οι γονείς σου κέρδισαν πολλά από μια δουλειά που δεν τελείωσαν σωστά! Την Αρχοντούλα έπρεπε να τη βγάλουν από τη μέση οριστικά, η μάνα σου όμως κιότεψε και τα χάλασε όλα. Αυτά τα μάθαμε αργά για να μπορέσουμε να τα διορθώσουμε. Ευτυχώς για πολλά χρόνια τίποτα δεν φάνηκε να μας απειλεί, μέχρι που εμφανιστήκατε ξαφνικά μπροστά μας! Δεν υπήρχε περίπτωση να σας επιτρέψουμε να διαλύσετε ότι κτίσαμε μεθοδικά τόσα χρόνια! Το καταλαβαίνεις φαντάζομαι”.
Το καταλάβαινε και πολύ καλά μάλιστα! Αν ήξερε που είχε μπλέξει ποτέ δεν θα έκανε την κουταμάρα να ασχοληθεί. Δυστυχώς τώρα πια ήταν πολύ αργά για μεταμέλεια. Οι ώρες του ήταν μετρημένες, και ίσως δεν ήταν καν ώρες! Μόνη του ελπίδα ο μικρός που δεν έδειχνε να συμφωνεί με τις επιλογές του πατέρα του. Δεν ήξερε πως μπορούσε να τον βοηθήσει αυτό αλλά μόνο από αυτό μπορούσε να πιαστεί.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου