Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Έδειχνε ειλικρινής και τον συμπόνεσε. Άλλωστε και ο ίδιος είχε ανάγκη παρέας. Οι ώρες της νύχτας περνάνε βασανιστικά αργά κάτω από τέτοιες συνθήκες.
“Αν το θέλεις και συ”, συνέχισε ο Δημήτρης, “μπορούμε να πάμε σε ένα συμπαθητικό μαγαζί που διανυκτερεύει για ένα ποτό. Δεν είναι πάνω από δυο τετράγωνα μακριά. Κερνάω εγώ”.
Δέχθηκε πρόθυμα και τον ακολούθησε. Τι καλύτερο από ένα
ποτό σε ζεστό χώρο αυτή την ώρα; Η ψύχρα ήταν αισθητή και το ξημέρωμα αργούσε.Στο φως του μαγαζιού ο Αργύρης τον πρόσεξε καλύτερα. Με έκπληξη διαπίστωσε πως έμοιαζε αρκετά με τον Δήμο. Τα ίδια μάτια, το ίδιο καστανόξανθο μαλλί, η ίδια έκφραση. Του έμοιαζε πιο πολύ από ότι αυτός!
“Αθηναίος είσαι;”, τον ρώτησε.
“Στην Αθήνα γεννήθηκα, αλλά μεγάλωσα στην Πάτρα. Ο πατέρας μου, δηλαδή ο πατριός μου, όπως δυστυχώς έμαθα πρόσφατα, είναι εκπαιδευτικός και πήρε μετάθεση στην Πάτρα λίγο μετά την γέννηση μου. Πριν λίγες ημέρες έμαθα την αλήθεια που αναποδογύρισε τη ζωή μου. Και ήρθε σε πολύ άσχημη συγκυρία αυτή η αποκάλυψη! Μόλις είχα βγει από μια μακροχρόνια σχέση και ήμουν ήδη χάλια”.
Ο Αργύρης παρακολουθούσε με ιδιαίτερη προσοχή την εξομολόγηση του Δημήτρη χωρίς να τον διακόψει καθόλου.
“Μια σχέση που αποδείχτηκε ολέθρια”, συνέχισε με πονεμένο ύφος. “Στην αρχή μου φερόταν καλά και εγώ το ανταπέδιδα με το παραπάνω. Σπίτι, φαγητό , διασκέδαση, χαρτζιλίκι, όλα εγώ. Αυτό κράτησε κοντά δυο χρόνια. Από το περασμένο καλοκαίρι όμως όλα άλλαξαν! Με κτυπούσε και με εκβίαζε ζητώντας όλο και περισσότερα”.
“Δεν μου φαίνεσαι τύπος που μπορεί να τις τρώει από μια γυναίκα!”, απόρησε ο Αργύρης.
Ο Δημήτρης χαμογέλασε με συγκατάβαση.
“Δεν αναφερόμουν σε γυναίκα καλέ μου φίλε. Για ένα κάθαρμα μιλούσα που είχα την ατυχία να μπλέξω στα δίχτυα του!”
Όσο και αν κάτι υποψιαζόταν ο Αργύρης, η είδηση τον σόκαρε. Η βέρα στο δεξί του χέρι μαρτυρούσε πως ήταν παντρεμένος. Και με σωματικά προσόντα που λίγες γυναίκες θα μπορούσαν να του αντισταθούν. Τι τον έσπρωχνε να γίνεται έρμαιο σε τέτοια υποκείμενα;
“Είναι κάποιες στιγμές που σημαδεύουν τη ζωή σου για πάντα.”, απάντησε στην απορία του ο Δημήτρης, διαβάζοντας τη σκέψη του. “Ειδικά αν δεν το παλέψεις από την αρχή!”. Και συνέχισε να διηγείται την πονεμένη ιστορία του. Πως δηλαδή ξεκίνησαν όλα από ένα αθώο(έτσι νόμιζε τότε) παιδικό παιχνίδι, Ένα παιχνίδι, τον γιατρό, που τα περισσότερα παιδιά έχουν παίξει στην ηλικία που αρχίζουν τα πρώτα εφηβικά σκιρτήματα. Μόνο που συνήθως παίζεται από παρτενέρ διαφορετικού φύλλου. Ο ένας υποδύεται τον γιατρό και η άλλη την ασθενή. Σπάνια και το αντίθετο. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση κορίτσια δεν υπήρχαν στον περίγυρο τους.
Και έτσι κάποια από τα αγόρια έπαιρναν το ρόλο που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα είχαν
τα θηλυκά, με τις όποιες συνέπειες στη διαμόρφωση της μετέπειτα συμπεριφοράς τους.
Η συντριπτική πλειοψηφία άφηνε πίσω της αυτές τις εμπειρίες, δίχως κανέναν επηρεασμό. Κάποιους λίγους όμως, όπως τον Δημήτρη, τους ακολουθούσαν και στην ενήλικη ζωή.
Η εξομολόγηση συνεχίστηκε με την περιγραφή της πρώτης του ολοκληρωμένης επαφής, που θυμόταν με ακρίβεια. Με λεπτομέρειες που ήταν περίεργο πως τις θυμόταν μετά από τόσα χρόνια. Γιατί ήταν μόλις δώδεκα χρονών όταν έγινε η αρχή. Και ύστερα ακολούθησαν κι άλλες, όχι πολλές αλλά πάντως αρκετές, ώστε να μην μπορεί πια να αντισταθεί στο πάθος του. Αυτό το πάθος που τον οδήγησε στην σχέση που απειλούσε να τον διαλύσει.
“Περνούσαμε καλά τον πρώτο καιρό”, αφηγήθηκε, “Ήταν ευγενικός και μου φερόταν με σεβασμό. Ίσως γιατί τότε είχε την ανάγκη και τον φόβο μου. Γιατί ξέχασα να σου αναφέρω πως είμαι στρατιωτικός, και ο λεγάμενος ήταν υφιστάμενος μου. Σιγά σιγά όμως άρχισε να αλλάζει, ειδικά όταν τελείωσε η θητεία του. Ζητούσε συνεχώς όλο και μεγαλύτερα ποσά με την απειλή να με καρφώσει στην γυναίκα μου και την υπηρεσία. Καταλαβαίνεις τι θα σήμαινε αυτό για τη ζωή και την σταδιοδρομία μου! Προσπαθούσα να ικανοποιήσω τις παράλογες απαιτήσεις του, στερώντας ακόμη και βασικά αγαθά από την οικογένεια μου. Αυτός όμως δεν σταματούσε. Ήθελε να πάρει ότι είχα και τελικά με υποχρέωσε να πουλήσω το μοναδικό περιουσιακό μου στοιχείο και να του δώσω τα λεφτά. Ένα μικρό παλιό σπιτάκι σε οικόπεδο 250 μέτρων στην Σαλαμίνα, που είχα πάρει προίκα από τον πεθερό μου. Αναγκάστηκα να προσποιηθώ πως είχα χάσει ένα τεράστιο ποσό στα χαρτιά, για να δικαιολογήσω αυτή την πώληση στη γυναίκα μου. Αισθάνθηκα απαίσια για την εικόνα που θα σχημάτιζε για μένα, αλλά ήταν προτιμότερο αυτό από την αλήθεια που θα με κατάστρεφε”.
Όλον αυτό τον μονόλογο ο Αργύρης τον άκουγε σκεφτικός. Μπορεί στο μυαλό του να κυριαρχούσε η αγωνία για το τι θα επακολουθούσε μετά τη νυχτερινή αποτυχία, και για το ποια ήταν η τύχη των τριών συντρόφων, όμως και αυτά που έλεγε ο Δημήτρης παρουσίαζαν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ιδίως γιατί ο αχρείος που περιέγραφε είχε πολλά κοινά με τον Πετρή. Κάποια στιγμή σκέφτηκε πως μπορεί και να ήταν αυτός.΄Αλλά πάλι σε μια μεγαλούπολη όπως η Αθήνα ασφαλώς αυτό το είδος δεν θα ήταν σπάνιο!
“Και πως τον λένε αυτό τον αλήτη;”,τον ρώτησε, εκμεταλλευόμενος την ολιγόλεπτη σιωπή του.
“Τι σημασία έχει το όνομα”, απάντησε λυπημένος. “Ας πούμε πως τον λένε Αλέκο, τι θα άλλαζε;”.
“Ναι μα δεν τον λένε έτσι”, επέμεινε ο Αργύρης. “Αν πάλι δεν θέλεις να μου πεις, εντάξει”.
”Ε, λοιπόν, Πέτρο τον λένε, αν και δεν καταλαβαίνω σε τι θα σου χρησιμεύσει”.
Κόντεψε να πέσει απ το σκαμπό από την έκπληξη! Μπορούσε να είναι απλή σύμπτωση ή μήπως η μοίρα έπαιζε κάποιο από τα άσχημα παιχνίδια που συνηθίζει; Όσο κι αν προσπάθησε να κρύψει την ταραχή που του προξένησε αυτό το άκουσμα, ήταν αδύνατο να μην πέσει στην αντίληψη του Δημήτρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου