ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023

ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ (ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ (30η συνέχεια)

 Δείτε εδώ  τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


Ο Αριστείδης πλησίασε δειλά τη Μαριγώ. Η κοπέλα που γνώρισε δεν ήταν αυτή ! Ένας άλλος άνθρωπος καθόταν πάνω στον μεγάλο βράχο. Άγνωστος, απόμακρος, ξένος! Παρόλα αυτά την αγαπούσε. Γιατί; Δεν ήξερε! Δεν του έλειψαν ποτέ οι γυναίκες. Όμορφος είναι και πολλές θα έκοβαν φλέβες για ένα του νεύμα! Αυτός όμως δεν είχε καβαλήσει καλάμι. Εφήμερες σχέσεις είχε όσες ήθελε. Αυτό που του έλειπε ήταν μια σωστή σχέση. Ένας άνθρωπος να τον αγαπά και να τον καταλαβαίνει. Νόμιζε ότι τον βρήκε στην Μαριγώ, μα τώρα πια δεν ήταν σίγουρος! 

 “Ήρθες”, του είπε αδιάφορα. 

 ”Ήρθα!”, της απάντησε και κάθισε δίπλα της πάνω στον άβολο βράχο. “. 

 “Και τώρα πρέπει να σου δοθώ”;

 “Μόνο αν το θέλεις”¨! Τον αγκάλιασε χωρίς κανένα πάθος.. “Πάρε με.”, του είπε αδιάφορα. 

 Αλλιώς το είχε φανταστεί ο Αριστείδης, κάπως πιο ρομαντικό, όμως η ιδέα να τρυγήσει τους χυμούς του παρθενικού της κορμιού, τον έκανε να παραμερίσει τις επιφυλάξεις του. Έπεσε πάνω της με λαχτάρα, την φίλησε παντού, κάτι που άλλες γυναίκες θα τις ξετρέλαινε. Όχι όμως τη Μαριγώ! Υπέμενε με καρτερία τις σεξουαλικές του ορμές, με μια καρτερία υποδειγματική! Τίποτα δεν ήταν όπως το είχε ονειρευτεί! Πάγος! Μόνο αυτή η λέξη της ερχόταν στο μυαλό. Μακάρι να μην είχε δεχτεί να υποστεί αυτό το μαρτύριο! Κάθε του φιλί, κάθε του άγγιγμα, το μόνο που της προξενούσε ήταν αηδία! Αυτό ήταν λοιπόν; Ο έρωτας που είχε θεοποιήσει στο εφηβικό της μυαλό, ήταν αυτή η ναυτία που της ανακάτευε το στομάχι; Πόσο διαφορετικά αισθανόταν με το άγγιγμα του Βασίλη! Τον έσπρωξε από πάνω της με αποστροφή. Ο Αριστείδης την κοίταξε με κατάπληξη. 

 “Τι συμβαίνει μωρό μου”; 

 “Τίποτα δεν συμβαίνει και αυτό είναι το πρόβλημα! Απολύτως τίποτα! Ότι προσπαθείς να μου κάνεις, με αφήνει παγερά αδιάφορη. Ίσως και ακόμα χειρότερα”! 

 “Πίστευα πως σου αρέσω, πως με αγαπάς”!

" 'Ίσως δεν είμαι ικανή να αγαπήσω! Μου άρεσες σαν άντρας, αλλά φαίνεται πως αυτό δεν είναι αρκετό”. 

" 'Έτσι ξαφνικά το ανακάλυψες”; 

 “Κάνουμε μάταιη κουβέντα. Δεν σε ΄θέλω κι αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία”. 

 “Αν νομίζεις πως αυτό είναι που πραγματικά θέλεις, δεν έχει νόημα να επιμείνω”. 

 “Δεν έχει!”, του αποκρίθηκε σαν αντίλαλος.

 Σηκώθηκε αργά και ίσιωσε τα ρούχα του. Ξαναμμένος από την ανολοκλήρωτη ερωτική πράξη πήρε το μονοπάτι της επιστροφής χωρίς να γυρίσει ούτε μια φορά να την κοιτάξει.

Η Μαριγώ, ξαπλωμένη ακόμα στο τσιμεντένιο πάτωμα του προαυλίου του εξωκλησιού, πάλευε με την τρικυμία της ψυχής της. Κατά έναν παράξενο τρόπο, τώρα που ξανάφερνε στο νου της τις προηγούμενες σκηνές με τον Αριστείδη, ερεθιζόταν φοβερά! Για μια στιγμή σκέφτηκε να του φωνάξει να γυρίσει πίσω. Όμως η θύμηση της αναγούλας που είχε νοιώσει, την σταμάτησε. Δεν ήθελε να σηκωθεί, προτιμούσε να μείνει εκεί ώρες με κλειστά τα μάτια και να αδειάσει τελείως το μυαλό της. Να σβήσει όλες τις μνήμες των τελευταίων ημερών, και να ξαναγυρίσει στην ξενοιασιά της προηγούμενης ζωής της. Πριν από εκείνο το καταραμένο απόγευμα που άρχισαν όλα. Κατά βάθος όμως για τίποτα δεν μετάνιωνε στην πραγματικότητα! Μόνο η απόρριψη του Βασίλη κυριαρχούσε στον ταραγμένο ψυχικό της κόσμο. “Γιατί να σε ερωτευτώ!”, φώναξε στην ερημιά και η φωνή της αντιλάλησε στο φαράγγι. Όλα τα άλλα παράδοξα που της συνέβαιναν, δεν έδειχναν να την προβληματίζουν ιδιαίτερα. Ούτε και η ξαφνική μεταστροφή της από τη γλυκιά Μαριγώ, σ΄αυτό το πλάσμα, που μισούσε όλον τον κόσμο! Ίσως να μην καταλάβαινε και η ίδια το πόσο είχε αλλάξει. 

 Ένα τρίξιμο της σαραβαλιασμένης ξύλινης πόρτας του εξωκλησιού, την έκανε να βγει από τις σκέψεις της. Σηκώθηκε να δει μήπως ήταν κανείς. Σιγουρεύτηκε πως ήταν μόνη. Ένα ξαφνικό φύσημα του βοριά, ήταν η αιτία, του θορύβου. Άρχισε να μαζεύει λουλούδια. Δεν είχε καμιά όρεξη να το κάνει, αλλά υποτίθεται πως γιαυτό ξεκίνησε. Όταν μάζεψε αρκετά, τα έχωσε άγαρμπα στην πλαστική σακούλα κι ξεκίνησε αργά για την επιστροφή. 

 Κάτω στην αρχή του μονοπατιού, διέκρινε αμυδρά τη φιγούρα του Αριστείδη. όμως δεν ήταν μόνος! Καθισμένη σ΄ένα πεζούλι, ήταν και μια άλλη γυναικεία φιγούρα. Δεν χρειάστηκε πολύ για να καταλάβει πως ήταν η Καλλιόπη. Την είδε να σηκώνεται ξαφνικά και να περπατούν μαζί προς τον κακοτράχαλο δρόμο που οδηγούσε στο παλιό λατομείο. ”Σιγά που θα έχανε την ευκαιρία η καριόλα!”, μουρμούρισε εξαγριωμένη. “Αυτή τη φορά θα το πληρώσεις Βρώμα! Κανείς δεν θα ξαναπάρει τίποτα που ανήκει στη Μαριγώ”! Αν μπορούσε να ακούσει τους διαλόγους του ζευγαριού, ίσως η αντίδραση της να ήταν διαφορετική. Πάλι όμως αυτό θα συνέβαινε σε έναν φυσιολογικό άνθρωπο, και η Μαριγώ δεν ήταν πια!


Ο Αριστείδης μπερδεμένος με τα γενόμενα προχωρούσε με το κεφάλι σκυφτό, και αν δεν του μιλούσε η Καλλιόπη, ούτε καν θα την έβλεπε! “Καλημέρα Αριστείδη!, τον χαιρέτησε. Γύρισε ξαφνιασμένος. “Καλημέρα Καλλιόπη, δεν περίμενα να σε βρω εδώ”! 

 “Πρωτομαγιά είναι, είπα να μαζέψω μερικά λουλούδια για το σπίτι”.

 “Θέλεις να τα μαζέψουμε μαζί”;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου