ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ (32η ανατρεπτική συνέχεια)

Δείτε εδώ  τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


“Τώρα θα φύγουμε από εδώ, πριν μας πάρει κανένα μάτι, και θα γυρίσουμε στο χωριό. Στο δρόμο θα μαζέψεις όσα περισσότερα λουλούδια μπορείς. Όλη αυτή την ώρα, είμαστε στον Αη Λια μαζί, μόνες μας, κατάλαβες”; 

 Κατάλαβε! Έπρεπε να κρύψουν το φρικτό ΄έγκλημα. Έπρεπε η ίδια να σηκώσει το βάρος των τύψεων για μια πράξη που ούτε συμμετείχε, αλλά και ούτε ήθελε να συμβεί. Να μην μπορέσει να θρηνήσει έναν έρωτα που τελείωσε πριν καν αρχίσει! Ναι, αυτή θα ήταν η τιμωρία της, για την προηγούμενη ζωή της, ή τουλάχιστον έτσι πίστευε. Ακολούθησε μηχανικά τη Μαριγώ, μέχρι που έφτασαν στο

μονοπάτι του Αη Λια. Κανείς δεν φάνηκε τριγύρω όλη αυτή την ώρα. Η Μαριγώ θυμήθηκε πως έπρεπε να ξεφορτωθεί τα ξεραμένα αίματα στα χέρια της. Για τις πληγές δεν ανησυχούσε, γιατί είχαν ήδη κλείσει. 

 “Έχεις χαρτομάντιλα;”, ρώτησε την Καλλιόπη. 

 Χωρίς να της απαντήσει εκείνη, έβγαλε ένα πακέτο από την τσάντα της και τις το έδωσε. Σκούπισε όσο καλύτερα μπορούσε τα αίματα, και πέταξε τα χαρτομάντιλα πίσω από μια συστάδα σκίνων. ”Κοίτα να σουλουπωθείς λίγο και συ.”, είπε επιτακτικά στην Καλλίοπη. “Δεν πρέπει να σε δουν σ΄αυτά τα χάλια”! 

 Η Καλλίοπη ακολούθησε τη συμβουλή της χωρίς να βγάλει άχνα. Ευτυχώς η έμφυτη κοκεταρία της τη βοήθησε, μιας και μέσα στην τσάντα της πάντα υπήρχαν τα απαραίτητα, για κάτι τέτοιο. Έφτασαν στο χωριό και η Μαριγώ πρόσταξε να καθίσουν στο μοναδικό παγκάκι της πλατείας και να δείχνουν πως συζητούν ανέμελα σαν δυο καλές φίλες που ήταν! Κανείς από τους λίγους περαστικούς δεν θα μπορούσε να φανταστεί τι είχε συμβεί μόλις πριν από λίγη ώρα, βλέποντας τα δυο κορίτσια με τα λουλούδια στην αγκαλιά, να κουβεντιάζουν ήρεμα!

 “Γιατί το έκανες;”, ρώτησε διστακτικά η Καλλιόπη. “Δεν ήταν ατύχημα και το ξέρεις”! 

 “Ίσως μπήκε ο διάολος μέσα μου!”, απάντησε με ειρωνεία η Μαριγώ και έσκασε στα γέλια. Γέλια όμως όχι αθώα παιδικά, αλλά με μιαν αλλόκοτη χροιά, που έφερνε ανατριχίλα!  

“Που πήγε η σεμνή Μαριγώ που ήξερα και αγαπούσα; Τι άλλαξε μέσα σου, τον τελευταίο καιρό”; “Εδώ είναι η Μαριγώ, δίπλα σου! Μόνο που αποφάσισε να αλλάξει λίγο, να σου μοιάσει”! 

 “Εγώ δεν θα σκότωνα ποτέ κανέναν! Και μάλιστα εν ψυχρώ και χωρίς καν μια σοβαρή αιτία”! “Λοιπόν, αρκετά με αυτά”, την διέκοψε. “Σταματάμε εδώ και δεν πρόκειται να αναφέρεις το περιστατικό, ούτε στον εαυτό σου από εδώ και πέρα! Συνεννοηθήκαμε”;

 Περιστατικό, ο άδικος θάνατος ενός παιδιού, απλό περιστατικό; Η Καλλιόπη δεν μπορούσε να πιστέψει στα αυτιά της. 

 “Θα τον βρουν άραγε, να έχει μιαν αξιοπρεπή κηδεία τουλάχιστον”; 

 “Πάντα τους βρίσκουν, αργά ή γρήγορα!”, απάντησε ψυχρά. “Ένας αφελής πρωτευουσιάνος νεαρός που ανέβηκε στο πεζούλι να βγάλει φωτογραφίες, παραπάτησε και έπεσε. Έτσι δεν έγινε”; 

“Όχι δεν έγινε έτσι, αλλά δυστυχώς αυτό θα πιστέψουν όλοι! Σε φοβάμαι Μαριγώ”!

“Γιατί; είμαι η καλύτερη σου φίλη!”, της είπε υποκριτικά και έσκασε πάλι σε εκείνα τα παράξενα γέλια. “Και μάλιστα τώρα θα πάμε σπίτι να φτιάξουμε δύο υπέροχα στεφάνια, ένα για την καθεμιά μας”!

Ο Αποστόλης ανήσυχος από την αργοπορία του ανιψιού του, βγήκε να τον αναζητήσει. Στο καφενείο κανείς δεν τον είχε δει και έτσι σκέφτηκε να ρωτήσει στου Βασίλη, μήπως πέρασε από εκεί. Βρήκε τις δυο κοπέλες να φτιάχνουν στεφάνια αμέριμνες. Μόνο στα μάτια της Καλλιόπης διέκρινε κάτι. Θλίψη, απογοήτευση, δεν μπορούσε να προσδιορίσει. 

 “Γεια σας κορίτσια”, τις χαιρέτησε. “Μην έτυχε να δείτε πουθενά τον Αριστείδη”; 

 “Όχι κυρ Αποστόλη”, πρόλαβε η Μαριγώ. “Λείπαμε από το πρωί με την Καλλιόπη, είχαμε πάει στον Αη Λιά, για λουλούδια. Δεν είναι πολύ ώρα που γυρίσαμε”. 

 ”Από νωρίς το πρωί έφυγε για μια βόλτα και πάει μεσημέρι κι ακόμα να φανεί. Είναι που δεν ξέρει και τα κατατόπια, φοβάμαι μην χάθηκε”! 

 “Μικρό παιδί είναι;”, συνέχισε η Μαριγώ. Κάπου θα ξεχάστηκε με τις ομορφιές της φύσης! Ίσως ανηφόρισε για το πάνω χωριό, να δει κι άλλους ανθρώπους”! 

 “Μπορεί και νάχεις δίκιο κοπέλα μου. Και μακάρι δηλαδή! Πάντως αν δεν έρθει σε καμιά ώρα, θα πάω στην αστυνομία. Έχω ευθύνη που τον άφησα να πάει μονάχος”! 

 “Θα φανεί όπου νάναι και θα γελάσει με τις ανησυχίες σου! Πάντως ρώτα και τον πατέρα μου μήπως τον είδε πουθενά, κατεβαίνοντας, μέσα είναι”. 

 Ούτε βέβαια ο Βασίλης τον είχε δει, και οι φόβοι του Αποστόλη άρχισαν να γίνονται πιο χειροπιαστοί. “Είσαι σατανική τελικά!”, είπε με τρόμο η Καλλιόπη. “Τέτοια ψυχραιμία ούτε επαγγελματίες δολοφόνοι”! 

 “Άμυνα είναι, τι ήθελες να κάνω; Ότι έγινε έγινε, τώρα πρέπει να μη δώσουμε χώρο για υποψίες. Φρόντισε να κρατήσεις κλειστό το στόμα σου, και όλα θα πάνε καλά”!

Τελικά όλα πήγαν όπως τα είχε προβλέψει η Μαριγώ. Η αστυνομία άρχισε τις έρευνες, μετά από την καταγγελία του Αποστόλη και δυο μέρες μετά, το ελικόπτερο ανακάλυψε το πτώμα. Έκαναν κάποιες σύντομες ερωτήσεις σε γνωστούς του και αφού δεν προέκυψε κανένα στοιχείο, κατέληξαν σε αυτό που φαινόταν προφανές. Ατύχημα! Περίμεναν απλά την ιατροδικαστική έκθεση για να κλείσουν οριστικά την υπόθεση!

Όλο το χωριό ήταν σοκαρισμένο με το απίστευτο δυστύχημα, όπως πίστευαν. Όλοι καταριόντουσαν την κακιά ώρα, που στέρησε από ένα νέο παιδί τη ζωή, τόσο βίαια. Μόνο τρεις άνθρωποι, είχαν άλλη άποψη. Οι δυο κρατούσαν κάποιες επιφυλάξεις, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ο Αποστόλης κι ο Βασίλης, και ο τρίτος είχε δει τα πάντα!



Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου