Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Η Αρχοντούλα πλησίασε την Ωραία Πύλη περιμένοντας τη Θεία Κοινωνία. Πίσω της στεκόταν ο άγνωστος άντρας με τον γιο του. Όταν αντιλήφτηκε την παρουσία του μια ταραχή κυρίευσε την ψυχή της.
“Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Αρχοντία”, μουρμούρισε ο ιερέας και ετοιμάστηκε να την κοινωνήσει. Όμως η Αρχοντούλα με μια κραυγή τραβήχτηκε στο πλάι: “Όχι, όχι δεν είμαι άξια!”.
Ο μπάρμπα Νίκος πρόλαβε να την κρατήσει την ώρα που λιγοθυμούσε και την ξάπλωσε στο πάτωμα.
Δυο τρεις γυναίκες της έκαναν αέρα με τις βεντάλιες ενώ μια κοπέλα έτρεξε να της φέρει νερό.
Μετά από μερικά λεπτά έδειξε να συνέρχεται. Ο άγνωστος άνδρας πλησίασε και παραμέρισε τις γυναίκες.
“Είμαι γιατρός”, δήλωσε, “αφήστε να την εξετάσω”.
Έβγαλε το πιεσόμετρο και της μέτρησε την πίεση.
“Αρκετά χαμηλή”, μουρμούρισε. “υπάρχει καθόλου αλάτι;”.
Έτρεξαν και του έφεραν. Ο γιατρός ανακάτεψε λίγο στο νερό και της έδωσε να πιει.
“Καλό θα είναι να την πηγαίνατε στο νοσοκομείο. Δεν ξέρω υπάρχει στο νησί;”.
Η Αρχοντούλα τινάχτηκε σαν ελατήριο.
“Δεν πάω πουθενά!”, φώναξε, “Καλά είμαι'.Ο γιατρός σήκωσε τους ώμους. “Ας την πάει κάποιος σπίτι της, και αν είναι δυνατόν να μείνει λίγο να την προσέχει. Λίγη σούπα θα της έκανε καλό. Αργότερα θα περάσω να δω πως πάει. Αλήθεια που μένεις κυρά;”.
“Καλά είμαι σου είπα!”, αντιγύρσε νευριασμένη. “Δε χρειάζομαι βοήθεια”.
Και με αυτά τα λόγια σηκώθηκε με τη βοήθεια μιας κοπέλας και ξεκίνησε να φύγει. Ο Μπάρμπα Νίκος την ακολούθησε και κρατώντας την απ τη μέση κατέβηκαν αργά το δρόμο για το σπίτι.
“Παράξενη γυναίκα!”, μονολόγησε ο γιατρός, “πάντα έτσι αλλόκοτα φέρεται;”.
“Αλλόκοτα γιατρέ; Αν αυτό που είδες σου φαίνεται αλλόκοτο, ετοιμάσου για πολύ χειρότερα!”, γέλασε ο Μηνάς ο ένας απ τους ψάλτες.
“Που μένει;”, ρώτησε ο γιατρός.
“Στο σπίτι με τη τριγωνική σκέπη στο δρόμο για Σουβάλα, το στοιχειωμένο αν έχεις ακουστά!”, απάντησε ο Μηνάς.
“Μα αυτό είναι ερείπιο!”, απόρησε.
“”Γιατί μήπως εκείνη δεν είναι;”, κάγχασε ο Μηνάς
“Και όμως διακρίνω μιαν αρχοντιά πίσω από τα κουρέλια της”, αντέτεινε ο γιατρός, που έδειχνε να συμπαθεί την γυναίκα.
“Αλίμονο, μόνο στο όνομα τη βλέπω αυτή την αρχοντιά!”, ειρωνεύτηκε ο Μηνάς.
“Εγώ τη βλέπω παντού!”, έκοψε τη συζήτηση ο γιατρός.
Η Λειτουργία είχε ήδη τελειώσει και οι γυναίκες σέρβιραν καφέδες και ρακή στους προσκυνητές.
Ο παπάς ήπιε μια γουλιά καφέ και στράφηκε προς τον γιατρό.
“Δεν είστε από εδώ, έτσι δεν είναι;”.
Εκείνος συμφώνησε με ένα κούνημα του κεφαλιού.
“Θα σας συμβούλευα λοιπόν να μην πάτε κόντρα στις πεποιθήσεις των ντόπιων! Με αυτές τις ψευδαισθήσεις ζουν, και δεν δέχονται κανείς να τους χαλάσει το αφήγημα!”
“Εσείς πάντως δεν είστε μέρος αυτής της παράνοιας, έτσι δεν είναι;”.
“Δεν έχει σημασία γιατρέ τι πιστεύω εγώ. Οι μύθοι είναι πιο ισχυροί απ την αλήθεια, ειδικά σε μικρές κοινωνίες σαν τη δική μας.”.
Ο γιατρός στράφηκε προς τον γιο του. «Τι λες φεύγουμε;», τον ρώτησε.
«Φοβόμουν πως δεν θα το ρωτούσες ποτέ!», του απάντησε ανακουφισμένος. «Υποτίθεται είμαστε σε διακοπές!.
Είχε δίκιο το παιδί. Ξέκλεψε λίγες μέρες άδειας από το νοσοκομείο για να τις περάσει μαζί του, πράγμα που δεν είχε την ευκαιρία να κάνει συχνά μετά το διαζύγιο με τη μητέρα του. Μπορεί να χώρισαν φιλικά ωστόσο την ανατροφή και την επιμέλεια την είχε αναλάβει εκείνη. Σαββατοκύριακα όταν δεν είχε εφημερία και κάποιες μέρες το καλοκαίρι μπορούσε να χαρεί τη συντροφιά του.
Χαιρέτησε ευγενικά τον ιερέα και μπήκαν στο αυτοκίνητο. Είχε έντονη την επιθυμία να περάσει από το σπίτι της γριάς, όμως κάτι τέτοιο θα εξόργιζε τον μικρό, και με το δίκιο του. Έτσι βγήκαν στον κεντρικό δρόμο με προορισμό την Αίγινα. Ίσως έβρισκε την ευκαιρία αύριο που θα ερχόταν η αδελφή του να ξεκλέψει λίγες ώρες μιας και το παιδί θα είχε παρέα τα ξαδέλφια του.
Όμως τα σχέδια άλλαξαν όταν είδε το Μπάρμπα Νίκο να του κάνει απεγνωσμένα νοήματα να σταματήσει. Πάρκαρε βιαστικά και βγήκε από το αυτοκίνητο.
«Τι συμβαίνει;», τον ρώτησε με αγωνία.
«Δεν είναι καλά η Αρχοντούλα γιατρέ!», του είπε με φωνή σβησμένη. «Σαν να είναι βυθισμένη και δεν αντιδρά σε ότι και να πω».
Ο γιατρός κοίταξε το γιο του με απόγνωση. Πάλευαν μέσα του ο όρκος του Ιπποκράτη με την αγάπη για το παιδί του.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου