ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Τρίτη 29 Αυγούστου 2023

ΌΛΑ ΤΑ ΘΥΜΑΜΑΙ ΣΟΥ ΛΕΩ! (Τέταρτη συνέχεια)

Δείτε εδώ  τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


 Το σπίτι που μέναμε ήταν μονοκατοικία με αυλή. Δηλαδή εγώ με τους νονούς μου έμενα, γιατί οι δικοί μου έμεναν ακριβώς δίπλα σε ένα μικρό σπιτάκι, που είχε και μια πρόχειρη προέκταση,  παράγκα την λέγαμε, γιατί τέτοια ήταν! Τοίχοι από παλιόξυλα και οροφή με τα ίδια υλικά, που έμπαζε από παντού, ιδίως όταν έβρεχε. Πιο καλά να καθόμαστε έξω, λιγότερο μούσκεμα θα γινόμασταν!

Τέλος πάντων. Η αφεντιά μου ήταν σε πολύ καλύτερη μοίρα. Μην φανταστείτε τίποτα πολυτέλειες, πάντως ηλεκτρικό ψυγείο είχαμε. Πράγμα που λίγοι διέθεταν εκείνη την εποχή. 

Ο νονός μου νοικοκύρης από τους λίγους. Συνταξιούχος της

Σόκονυ, εταιρία καυσίμων ήταν ετούτη, σχεδόν κάθε μέρα κατέβαινε με το λεωφορείο στον Πειραιά και πάντα γύριζε με το διχτάκι του γεμάτο. Αν δεν ξέρετε τι είναι τι διχτάκι, τότε έχετε πολλά χρόνια μπροστά σας! Αυτό ήταν ότι σήμερα οι πλαστικές σακούλες των σούπερ μάρκετ. Αυτό ακριβώς που λέει η λέξη ήταν. Μια πλεκτή τσάντα που θύμιζε δίχτυ. Σίγουρα πολύ πιο οικολογική από τις πλαστικούρες του σήμερα!

Η νονά με τα προϊόντα που μας κουβάλαγε ο νονός, μαγείρευε την επόμενη. Και ήταν καλή μαγείρισσα η συχωρεμένη. Τα μακαρόνια με το καυτό βούτυρο και το κοκκινιστό τα θυμούνται όλοι όσοι είχαν την τύχη να τα δοκιμάσουν. Εκεί που ήταν όμως για κλάματα ήταν οι σούπες. Αιτία το λάδι που φύλαγε σε κιούπια και με τον καιρό τάγκιζε και μύριζε απαίσια! Και όπως δεν το λυπόταν, η σούπα θύμιζε περισσότερο ορυκτέλαιο.

Στην μεγάλη αυλή μας δέσποζε μια τεράστια μουριά. Πολλά σημάδια που έχω ακόμα, είναι από τις πτώσεις όταν ανέβαινα να κόψω τα μούρα από τα ψηλά κλαδιά. 

Είχε ακόμα και πολλά λουλούδια, και μια κληματαριά, που όμως δεν θυμάμαι να έφαγα ποτέ σταφύλια από δαύτη! Συνήθως προλάβαιναν και τα έτρωγαν οι σφήκες. 

Πολλές νύχτες  η νονά έλειπε για να ξεγεννήσει μια ετοιμόγενη. Τότε με έπιανε ένας πανικός, γιατί φοβόμουν το σκοτάδι και ο νονός δεν επέτρεπε να αφήσω ένα φως αναμμένο. Μόνο όταν γυρνούσε η νονά χαράματα συνήθως με έπαιρνε ο ύπνος. Και άντε μετά να σηκωθείς για το σχολείο.

Μια άλλη λόξα που είχε η νονά μου ήταν να με δει Δεσπότη! Στην αρχή μου άρεσε η ιδέα. Θαύμαζα τα χρυσοποίκιλτα άμφια και τις υποκλίσεις που του έκαναν παπάδες και λαϊκοί. Όταν όμως έμαθα πως δεν επιτρεπόταν να παντρευτεί, άλλαξα γνώμη. Ακόμα με κυνηγούσε η θέα των οπισθίων και η προοπτική να τα στερηθώ έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο να απορρίψω τη θέληση της νονάς. Δεν ξέρω αν ήταν σοφή απόφαση, γιατί εκ των υστέρων έμαθα πως αρκετοί δεσποτάδες δεν απαρνήθηκαν την αντρική τους φύση και απολάμβαναν και τις τιμές και τον παχυλό μισθό και τις γυναίκες, ή και τους άντρες ανάλογα τα γούστα τους. 


Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου