ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2023

ΣΑΝ ΨΕΜΑ Η ΑΛΗΘΕΙΑ (ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ 39η συνέχεια. Η είσοδος στην κόλαση)

Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα

 

Γυρνώντας το κεφάλι είδε τον Πετρή να τον κοιτάζει χαμογελώντας. Δεν προσπάθησε να καλύψει τη γύμνια του. Τι νόημα θα είχε άλλωστε; 

Έπρεπε να το κάνει όμως!  Γιατί πίσω από τον Πετρή στεκόταν ο Νικολής. Και δεν του άρεσε καθόλου αυτό που είδε! Η ταραχή του Δήμου ήταν εμφανής, και η στάση του Πετρή, τουλάχιστον περίεργη. Το πιο φυσιολογικό σε μια τέτοια περίπτωση θα ήταν να κλείσει διακριτικά την πόρτα και να φύγει. Όμως δεν έκανε αυτό ο μεγάλος του γιος. Αντίθετα, παρέμενε εκεί σαν να τον συγκινούσε το θέαμα. Ποιο θέαμα; του γυμνού αδελφού του; Κάτι τέτοιο, δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό του. Ούτε και τώρα πίστευε πως αυτό συνέβαινε. Απλά τον παραξένεψε πολύ αυτή του η στάση. 

Ο Δήμος αφού αντιλήφθηκε την παρουσία του, με γρήγορες κινήσεις έβαλε το μαγιό του. Η σκέψη πως τον είδε πάλι ολόγυμνο του δημιούργησε αντιφατικά συναισθήματα. Ντροπή για το θέαμα που προσέφερε, αλλά και μια περίεργη ικανοποίηση για τον πόθο, που ήταν σίγουρος πως του προκαλούσε. Αλλά βγαίνοντας από το δωμάτιο και βλέποντας τον πατέρα πιο πίσω, του απόμεινε μόνο η ντροπή! Και ένας έντονος φόβος μήπως ο πολύπειρος άντρας είχε καταλάβει το οτιδήποτε. 

Δεν έδειξε ο Νικολής κάτι τέτοιο, όσο κι αν εξακολουθούσε να προβληματίζεται με τη συμπεριφορά του Πετρή. “Τέλος πάντων”, σκέφτηκε, “Όλα αυτά μπορεί να είναι μόνο στο μυαλό μου. Κι αυτό είναι το πιθανότερο!”. 

Η περιέργεια όμως τον έτρωγε, κι έτσι όταν ο Δήμος έφυγε για τη θάλασσα, προσπάθησε να τον ψαρέψει.

“Για τις δουλειές σου κάτι μας είπες Πετρή”, τον ρώτησε με ήρεμο τόνο. “Για τις σχέσεις σου όμως τίποτα! Υπάρχει καμιά γυναίκα στη ζωή σου;”.

“Έχεις δίκιο να φοβάσαι πατέρα, με το παρελθόν που έχω! Όμως ησύχασε! Υπάρχει γυναίκα και είμαι πολύ ερωτευμένος μαζί της! Μάλιστα μπορεί να το επισημοποιήσουμε σύντομα. Και ασφαλώς θα είστε καλεσμένοι στις χαρές μας!”. 

Ο Νικολής τον κτύπησε στην πλάτη. “Με το καλό αγόρι μου! Και ελπίζω να έχεις κόψει πια όλες τις παλιές κακές συνήθειες!”.

'Είπαμε, παρελθόν!”, τον καθησύχασε με ένα αινιγματικό χαμόγελο.


Όλα ήταν υπέροχα στο γάμο της Αναστασίας. Η οικογένεια ενωμένη μετά από πολλά χρόνια και πολλές περιπέτειες, γιόρτασε το ευτυχές γεγονός μέχρι αργά το πρωί. 

Με καλή διάθεση αλλά με βαρύ κεφάλι ο Αργύρης δεν ήθελε να πάει για ύπνο. Προτιμούσε να πιει ένα καφέ με τα αδέλφια του που θα έφευγαν σε λίγες ώρες για Πειραιά. Η άδεια του Δήμου τελείωσε και ο Πετρής βιαζόταν να ξεκινήσει τη δουλειά. 

“Μακάρι να μπορούσατε να κάτσετε μερικές ημέρες ακόμη”, τους είπε με παράπονο. “Θα περνούσαμε πολύ ωραία οι τρεις μας!”. 

“Ναι ωραία θα ήταν”, απάντησε με σιγανή φωνή ο Δήμος. “Θα κάναμε πράγματα που έχουμε  χρόνια αφήσει πίσω μας. Όπως να χτυπούσαμε σπουργίτια με τη σφεντόνα!”.

 “Ποτέ δε χτυπήσαμε μαζί σπουργίτια!”,απόρησε ο Πετρής. 

“Αυτό ακριβώς εννοώ!”, απάντησε με θυμό, που ο Αργύρης δεν μπορούσε να δικαιολογήσει. 

Η τεταμένη ατμόσφαιρα ανάμεσα στα αδέλφια του, έμοιαζε να έχει να κάνει με κάτι πρόσφατο. Όλα καλά πήγαιναν μέχρι τώρα. Τι να άλλαξε άραγε, αναρωτήθηκε ο Αργύρης, ξορκίζοντας την υποψία που περνούσε απ το μυαλό του. Προσπάθησε να δει τα μάτια του Δήμου. Να διαβάσει μέσα τους την αλήθεια, όπως έκανε πάντα με επιτυχία. Αυτή τη φορά είδε μόνο σκοτάδι! Σκοτάδι και παραίτηση. Τουλάχιστον αυτό κατάλαβε.

Την ώρα του αποχαιρετισμού κατάφερε να τον ξεμοναχιάσει για λίγο.

“Είσαι καλά; Κάτι σε βασανίζει, είμαι σίγουρος!”.

Τον κοίταξε με εκείνα τα υπέροχα μάτια, που έσταζαν παράπονο και απογοήτευση. 

“Δεν μπορείς να καταλάβεις Αργύρη! Δεν μπορείς!” 

“Πάλι;”, τον ρώτησε με φανερή οργή.

“Πάλι! Και δεν έφταιγε μόνο αυτός!” 

Ο Αργύρης τον αγκάλιασε τρυφερά και του σκούπισε με την παλάμη τα υγρά του μάτια. 

“Πάλεψε το Δήμο! Μην αφήσεις να σε νικήσει! Φύγε μακρυά του, όσο ακόμα έχεις ελπίδα! Μου το υπόσχεσαι πως θα προσπαθήσεις;”. 

Κούνησε καταφατικά το κεφάλι, αδύναμος να το υποσχεθεί με τα λόγια. Για τίποτα πια δεν ήταν σίγουρος. Ο εφιάλτης ξαναγύρισε, κι αυτή τη φορά φαινόταν πως θα μείνει. Για πάντα!

Σε ολόκληρο το ταξίδι προσπάθησε να αποφύγει τη φυσική παρουσία του Πετρή. Αδύνατον όμως να ξεφύγει από την παρουσία του στο μυαλό του. Παραδινόταν αμαχητί στις φαντασιώσεις μαζί του. Δεν έκανε καν προσπάθεια να σκεφτεί κάτι άλλο. Δεν μπορούσε να σκεφτεί κάτι άλλο!

Η Φροσούλα, οι γονείς, ο Αργύρης, η Αναστασία, σαν να έσβησαν απ την καρδιά του, όπως αργά αργά χάθηκε απ τον ορίζοντα και το νησί του. 

Πήρε τον καφέ του και ανέβηκε στο τελευταίο κατάστρωμα. Σχεδόν μόνος, γιατί ο δαιμονισμένος βοριάς που λυσσομανούσε στον Κάβο ντ΄όρο έστειλε και τους πιο τολμηρούς στα κλειστά σαλόνια.

”Τσιγάρο;”, άκουσε τη φωνή του Πετρή πίσω του.”

Δεν καπνίζω.”, απάντησε κοφτά. 

“Πίστεψε με, αυτό σου χρειάζεται!”, του είπε δείχνοντας του ένα στριφτό. “Πάντα βοηθάει όταν υπάρχουν προβλήματα!”. 

“Δεν έχω προβλήματα που μπορεί να λυθούν με αυτό τον τρόπο. Είναι πολύ σοβαρότερα!”.

Άναψε το τσιγάρο χωρίς να δώσει σημασία στα λόγια του Δήμου και του το έδωσε. “Θα σου κάνει καλό! Θα δεις.”. 


Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου