Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Το πρωί της επόμενης Κυριακής επισκέφτηκε την σπηλιά. Με απογοήτευση είδε πως ο γύρω χώρος φυλασσόταν καθώς γίνονταν εργασίες του υπουργείου Άμυνας. Χρησιμοποιώντας την ιδιότητα του, κατάφερε τελικά να μπει και να ρίξει μια ματιά. Μέτρησε προσεκτικά 80 βήματα και έσκυψε να δει Τίποτα δεν μαρτυρούσε πως κρύβεται κάτι εκεί. Άλλωστε τα χρόνια που είχαν περάσει ήταν πολλά και θα είχαν καλύψει την όποια αναστάτωση. Επανέλαβε την ίδια διαδικασία υπολογίζοντας περίπου τα 80 μέτρα. Ίδια αποτελέσματα. Αν δεν έσκαβε δεν μπορούσε να σιγουρευτεί. Πως να σκάψει όμως με τόσους φύλακες ολόγυρα.
Με βαριά καρδιά από την αποτυχημένη προσπάθεια βγήκε ξανά στο φως της ημέρας. Έβγαλε το χαρτί με τις σημειώσεις του γέρου και το ξανακοίταξε. Την προσοχή του τράβηξαν τα γράμματα μπροστά στην είσοδο που μέχρι τότε δεν τους είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία πριν. “ΝΑΣ”.“Κάτι πρέπει να σημαίνουν αυτά τα γράμματα”, συλλογίστηκε προβληματισμένος. “Τι όμως;” Κοίταξε γύρω γύρω προσεκτικά όταν ξαφνικά νόμισε πως βρήκε τη λύση. Η πινακίδα στο ένα από τα δύο παμπάλαια εκκλησάκια έγραφε:”Ιερός ναός Αγίου Σπυρίδωνος” “ΝΑΣ”;: Ναός Αγίου Σπυρίδωνα!
Με ένα νόημα με το χέρι έδειξε στον νεαρό φύλακα πως θέλει να επισκεφτεί την εκκλησία, και εκείνος σήκωσε αδιάφορα τους ώμους.
Μπήκε μέσα και εξερεύνησε το χώρο. Το μυαλό του έπαιρνε χιλιάδες στροφές. Κάπου εκεί υπήρχαν κρυμμένες ποιος ξέρει πόσες λίρες κι αυτός ανήμπορος να τις ανακαλύψει. Κάποια στιγμή το μάτι του έπεσε σε μια ξεθωριασμένη αγιογραφία του Πρόδρομου Το κομμένο κεφάλι του Αγίου, που κρατούσε σε δίσκο στο χέρι, τον βεβαίωσε πως βρισκόταν στο σωστό δρόμο! Ο παμπόνηρος γέρος είχε συνδυάσει το ληστή με τον Αη Γιάννη. Κομμένα κεφάλια και οι δύο, και άντε να πάει κανενός το μυαλό στην αλήθεια! Όμως το 80 δεν μπορούσε πια να σημαίνει βήματα ή μέτρα αλλά πόντους. Και πραγματικά! Ογδόντα πόντους δεξιά δύο μεγάλες πέτρες του τοίχου που δεν ήταν κτισμένες, έκρυβαν σακουλάκια γεμάτα λίρες! Το ίδιο και στα αριστερά της τοιχογραφίας. Με ένα πρόχειρο υπολογισμό τις έβγαζε κοντά στις πέντε χιλιάδες. Το να τις πάρει μια και έξω ήταν αδύνατο. Έτσι έχωσε μερικές σακούλες στο σακίδιο, με σκοπό σε λίγο καιρό να τις πάρει όλες.
Επέστρεψε στο καινούργιο του διαμέρισμα στο Αιγάλεω, που είχε νοικιάσει δυο μέρες μετά την αναχώρηση του Δήμου για την άσκηση στο Αιγαίο. Δεν ήταν ο μόνος λόγος να χάσει ο Δήμος τα ίχνη του, αν και αυτό ήταν ένα από τα ζητούμενα. Η παλιά μονοκατοικία δεν του προσέφερε τις ανέσεις που ήθελε και μπορούσε πια να απολαύσει. Το ενοίκιο αρκετά υψηλό, αλλά άξιζε τον κόπο. Πήρε μια παγωμένη μπύρα και άνοιξε το πρώτο σακουλάκι με τις λίρες. Όπως σωστά είχε υπολογίσει περιείχε πεντακόσιες. Άρα τα δέκα που υπήρχαν ήταν ακριβώς πέντε χιλιάδες. Έμεναν ακόμη τέσσερα πέντε δρομολόγια ως την Πεντέλη και θα του ανήκαν εξ ολοκλήρου! Τα πράγματα πήγαιναν καλά. Αναπάντεχα καλά! Σε λίγους μήνες το 10% των μετοχών θα ήταν δικό του. Και αυτό θα ήταν μόνο η αρχή!
Η πρωτεύουσα φορώντας από μέρες τα γιορτινά της, περίμενε τους βιαστικούς πελάτες της τελευταίας στιγμής. Παραμονή Χριστουγέννων και θαρρείς πως οι περισσότεροι Αθηναίοι ξεχύθηκαν στα μαγαζιά για τις αγορές και τα δώρα τους. Ανάμεσα τους και ο Αργύρης με την Ελπίδα.
Σήμερα της επιφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη. Ένα χρυσό δαχτυλίδι που με κάποιο τρόπο θα επισημοποιούσε τη σχέση τους. Το είχε αγοράσει πριν δυο μέρες από τη Βουκουρεστίου, μετά από αιματηρές οικονομίες, και της το είχε κρατήσει κρυφό. Απόψε θα της το πρόσφερε μαζί με ένα μπουκέτο κατακόκκινα τριαντάφυλλα. Μαζί θα περνούσαν τη νύχτα της παραμονής. Η Ελπίδα κατάφερε μετά από πολλά παρακάλια τον πατέρα της να δώσει την άδεια. Σ΄αυτό βοήθησαν πολύ και οι εξαιρετικοί βαθμοί που πήρε στο τρίμηνο. Εικοσάρια σχεδόν σε όλα εκτός της Γυμναστικής! Άλλωστε και ο πατέρας σκόπευε να μείνει μόνος με τη γυναίκα του αυτό το βράδυ. Γιόρταζαν τα είκοσι πέντε χρόνια της γνωριμίας τους, και είχαν καιρό να χαρούν ιδιαίτερες στιγμές χωρίς την παρουσία των παιδιών. Ο Αργύρης είχε προ πολλού κερδίσει την εμπιστοσύνη του και οι αρχικοί του ενδοιασμοί είχαν υποχωρήσει αρκετά.
Ο Δήμος είχε κατέβει με τριήμερη άδεια στο νησί, και έτσι τίποτα δεν θα έμπαινε ανάμεσα τους.
“Δεν ξέρω τι δώρο να σου πάρω!”, παραπονέθηκε ναζιάρικα η Ελπίδα. “Κολόνια λένε δεν κάνει, ρολόι έχεις, παπούτσια ή ρούχα δεν είναι και πολύ ρομαντικό!”.
“Το καλύτερο δώρο μου το έχεις κάνει ήδη, και το κρατάω στην αγκαλιά μου!”, την καθησύχασε. “Και όμως πρέπει να σου κάνω δώρο!”, επέμεινε πεισμωμένη. “Και μάλλον κάτι σκέφτηκα!”
“Σαν τι;”, προσπάθησε να την ψαρέψει.
“Έκπληξη!”, του απάντησε με ένα αινιγματικό χαμόγελο.
Στις δέκα ακριβώς, με το καινούργιο του κοστούμι, κτυπούσε το κουδούνι. Τον καλωσόρισαν οι γονείς της και ο πατέρας άρχισε την απαραίτητη κατήχηση.
“Να μην πιείτε πολύ, και να προσέχετε! Οι καιροί είναι πονηροί και εσείς μικρά παιδιά ακόμη! Κανονικά δεν έπρεπε να δεχτώ αυτή την έξοδο, αλλά η γκρίνια της κόρης μου είναι ανυπόφορη”! “Δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας.”, τον διαβεβαίωσε ο Αργύρης με ένα χαμόγελο. “Με δυο ζευγάρια συμφοιτητών μου θα είμαστε. Καλά παιδιά και ήσυχα. Εξάλλου σε ένα από τα πιο καλά εστιατόρια της Αθήνας θα πάμε”.
“Θα περιμένουμε τηλέφωνο. Και όχι μόνο μια φορά! Έτσι κι αλλιώς αποκλείεται να κοιμηθούμε πριν γυρίσετε!”.
“Αργά το πρωί!”, πετάχτηκε η Ελπίδα.
“Μικρή, πρόσεχε μην το μετανιώσω!”, της φώναξε επιτακτικά.
“Θα γυρίσουμε όσο πιο νωρίς γίνεται”, τον καθησύχασε ο Αργύρης.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου