ΠΙΣΩ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ
Έσταζε ο ουρανός μελάνι,
κι ο χιονιάς κεντούσε το μπετόν.
Πλέκαμε τα όνειρα γαϊτάνι,
πίσω απ’ τις ουρές των αετών.
Μπάλα, καμία βόλτα, και ξυλίκι,
πόδια μαυρισμένα απ’ τις κλωτσιές,
ώρες ξαπλωμένοι στο χαλίκι,
βάζαμε, στο αύριο φωτιές.
Έρωτες αγνοί, αγάπες πρώτες,
άδολα παρθενικά φιλιά,
στίχοι απλοϊκοί, και φάλτσες νότες,
μουδιασμένη, άγουρη αγκαλιά.
(Ρ)
Αχ! Και να γυρνούσα λίγο πίσω,
πάλι στην παλιά τη γειτονιά,
φίλους παιδικούς να συναντήσω,
για να ξανανοίξουμε πανιά.
Αχ! Και να ξυπνούσαμε μια μέρα,
κι όλα Θεέ μου να ‘τανε αλλιώς,
να’ χε υφάνει έναν τέτοιο κόσμο,
όμορφο ο δικός Σου αργαλειός.
Δείτε επίσης: Η ιστορία του «Ντιρλαντά» του πιο διάσημου ελληνικού τραγουδιού στον κόσμο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου