Ομήρου Οδύσσεια σε απόδοση του πολύ καλού φίλου Θανάση Στούπη. Μια επική προσπάθεια που αξίζει να αναγνωριστεί!
Ραψωδία Β
«Δεν είναι γέρο μακριά, αυτός που ο νους νομίζει.
Εγώ τον κόσμο κάλεσα, τον πόνο μου τον ξέρω
ούτε άκουσα για στράτευμα που όπου ναν’ γυρίζει,
κάτι που ξέρω τάχα εγώ, για να σας μεταφέρω,
και ούτε για κοινή δουλειά σας φώναξα δω πέρα.
Τα δυό κακά που γκρέμισαν το σπίτι μου είναι όλη
50η συμφορά. Το αρχικό, που έχασα τον πατέρα
αυτόν που σας βασίλευε και τον λατρεύατε όλοι.
Το δεύτερο όμως το κακό, αυτό είναι που με καίει,
το σπίτι μου όλο, και το βιος κοντεύει ν’ αφανίσει.
Μνηστήρες λεν στη μάνα μου, χωρίς αυτή να φταίει,
για γάμο, κι είν’ αρχόντων γιοί που θέλουν τέτοια λύση.
Δειλιάζουν όμως όλοι τους, στου Ικάριου το σπίτι
να πάνε, στον πατέρα της, κι όποιον πολύ του στέρξει
αφού η προίκα οριστεί, στην βραδυνή του κοίτη
να πάρει, αν είναι αρεστός, κείνος θα τον διαλέξει. 60
Μα ολημερίς στο σπίτι μου έρχονται για να φάνε
μοσχάρια , γίδια και αρνιά, ότι καλό και να ’χει
το αστραφτερό μου το κρασί αχόρταγα ρουφάνε
και σπαταλιέται όλο το βιος, γιατί άντρας δεν υπάρχει,
λείπει ο Οδυσσέας ο τρανός το σπίτι μας να σώσει.
Εμείς δεν είμαστε ικανοί, μα δυστυχώς προς τούτο
στην μάχη θα ’μαστε ισχνοί, που θέλει ρώμη τόση.
Μόνος αν είχα δύναμη θα το ’κανα ετούτο.
Ποιος να τ’ αντέξει όλα αυτά και του σπιτιού τους πόνους.
Αίσχος γι αυτά, στο σπιτικό τίποτα δεν θα μείνει, 70
κανείς σας πια δεν ντρέπεται τους γύρω τους γειτόνους,
μα ούτε των Ολύμπιων φοβόσαστε την μήνι;
Μήπως θυμώσουν βλέποντας τις άνομες τις πράξεις.
Ξόρκι στου Δία τ’ όνομα στης Θέμιδας τη χάρη
θα κάνω, τούτη που αρχινά μα και σχολά συνάξεις,
τ’ άνομα πάψτε αδέρφια μου που μ’ έχουνε μπατάρει
εκτός κι αν ο πατέρας μου από κακή του γνώμη
στους μαχητές τους Αχαιούς το άδικο έχει φέρει
κι αυτή την απερισκεψιά πληρώνω εγώ ακόμη
από άλλους, σεις που βάζετε, μα εμένα με συμφέρει 80
το βιος μου να σκορπίσετε, αν γίνετε και τώρα.
Όσο πιο γρήγορα χαθούν θα είναι επιστρεμένα
Γιατί θα το ζητήσουμε να τα πληρώσει η χώρα
όλα όσα έχουν φαγωθεί, και τα ’χουμε χαμένα.
Αχ! πάλι η πίκρα φούντωσε μες στης καρδιάς το αλώνι»
Με αυτά τα λόγια πέταξε το σκήπτρο σε μιαν άκρη
θυμώνοντας, κι ο πόνος του, το πλήθος το φιμώνει,
καθώς στη γη αργοκυλά της πίκρας του το δάκρυ. .........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου