ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023

ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ (51η συνέχεια, Η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά)

  Δείτε εδώ  τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο

Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


Στον Κορυδαλλό είναι, στην πλατεία Βενιζέλου.”

 “Μα γιατί;”, διαμαρτυρήθηκε η Καλλιόπη. “Η θεία μου σε περιμένει!” 

 “Την ευχαριστώ πες της, αλλά έχω ανάγκη να μείνω λίγο μόνη, να ηρεμήσω και να σκεφτώ.”

 'Όπως νομίζεις”, της απάντησε απογοητευμένη. “Πάντως αύριο μετά τη δουλειά θα έρθω να σε δω. Κατά τις πέντε θα είμαι εκεί.” 

 ”Θα σε περιμένω”, της απάντησε και μπήκε στο ταξί που σταμάτησε μπροστά τους. Οι όποιες ελπίδες πως θα ξανάβλεπε την παλιά καλή Μαριγώ εξανεμίστηκαν με αυτή την συνάντηση1 Καμία λύπη δεν διέκρινε στα μάτια της, λες και ο θάνατος αφορούσε κάποιον άλλο και όχι τον πατέρα που την έφερε στη ζωή. Κι ύστερα, τι ψυχρή αντιμετώπιση της επεφύλαξε! Σαν να μην χάρηκε καθόλου που την είδε μετά από τόσο καιρό. Ούτε καν να προσφερθεί να την πάρει μαζί της με το ταξί! Αναστέναξε βαθιά και κίνησε για τη στάση του λεωφορείου.


Τα πράγματα δεν ήταν όπως τα είχε περιγράψει ο Αργύρης. Καθαρό μεν και σχετικά καινούργια κατασκευή το ξενοδοχείο, όμως οι πελάτες του ήταν κυρίως νόμιμα και παράνομα ζευγαράκια, που το επισκέπτονταν για λίγες ώρες. Υπήρχαν και δυο τρεις ακόμη πελάτες, που κρατούσαν τα δωμάτια με το μήνα. Αποφάσισε να μείνει για λίγες μέρες, μιας και της άρεσε η περιοχή, και ύστερα βλέποντας και κάνοντας. Πήρε τα κλειδιά από τη ρεσεψιόν και ανέβηκε στο δωμάτιο της. Άνοιξε τη βαλίτσα και άρχισε να τακτοποιεί τα ρούχα της στη μικρή ντουλάπα. Έβγαλε το φυλακτό που είχε στην θήκη της βαλίτσας και το έβαλε στο συρτάρι του κομοδίνου. Δεν το είχε φορέσει ακόμα και ούτε σκόπευε για το κοντινό μέλλον. Ίσως αργότερα, όταν τελείωνε με τις εκκρεμότητες που έπρεπε να τελειώσει. 

Ξαφνικά μέσα στην τσέπη μιας φούστας άγγιξε τον Σταυρό της. Τράβηξε απότομα το χέρι λες και ακούμπησε κάποιο σιχαμερό έντομο! Η πρώτη σκέψη της ήταν να τον πετάξει, αλλά γρήγορα το μετάνιωσε. Ήταν ολόχρυσος με διαμαντάκι στην κορυφή και σίγουρα πολύ ακριβός. Μπορεί να χρειαζόταν χρήματα αργότερα και θα της φαινόταν χρήσιμος! Τον έβαλε κι Αυτόν στο συρτάρι, και συνέχισε με τα ρούχα. Όταν τελείωσε κατάλαβε πως πεινούσε πολύ. Είχε να φάει κοντά δυο μέρες αν εξαιρέσεις μισή απαίσια τυρόπιτα που έφαγε στο καράβι.

 Βγήκε από το ξενοδοχείο και περπάτησε στους άγνωστους δρόμους για αρκετή ώρα. Αγόρασε δυο καλαμάκια κοτόπουλο και κάθισε σε ένα παγκάκι. Πρώτη φορά μόνη και μάλιστα μακριά από το χωριό της κι όμως αυτό δεν την ενοχλούσε καθόλου. Αντίθετα της έδινε μιαν αίσθηση ελευθερίας! Αποφάσισε να τηλεφωνήσει στη Ρηνιώ και μπήκε στον πρώτο θάλαμο που βρήκε στον δρόμο της. Το σήκωσε ο Μάρκος και δίστασε για μια στιγμή. 

“Τη Ρηνιώ θα ήθελα παρακαλώ”, του είπε τελικά αλλάζοντας όσο μπορούσε τη φωνή της.

Όχι πως υπήρχε περίπτωση να την αναγνωρίσει μετά από τόσα χρόνια που είχε να την δει και να την ακούσει, αλλά θεώρησε καλό να μην το διακινδυνεύσει. 

 “Μισό λεπτό”, της απάντησε ο Μάρκος και φώναξε τη Ρηνιώ. Μίλησαν για αρκετή ώρα και κανόνισαν να βρεθούν την επομένη στο ξενοδοχείο. Θα κατέβαινε με το αυτοκίνητο να πήγαιναν μια βόλτα οι τρεις τους. Στην κανονισμένη ώρα έφτασε πρώτη η Καλλιόπη. Είχε ήδη τηλεφωνήσει στο Γιώργο και είχε μεταθέσει το ραντεβού τους για την επομένη.. Η Μαριγώ την περίμενε στο σαλόνι. Λίγα λεπτά αργότερα ήρθε και η Ρηνιώ. Παραμονή Δεκαπενταύγουστου και οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι. 

 “Θέλετε να πάμε πρώτα στον εσπερινό”, ρώτησε η Καλλιόπη και η Ρηνιώ έδειξε να συμφωνεί. Η Μαριγώ με μια κίνηση του κεφαλιού το απέκλεισε αμέσως. 

 “Εκκλησία είχα και στο χωριό μου”, είπε προκλητικά. “Στην Αθήνα ήρθα να ξεσκάσω λίγο!” 

 Η Ρηνιώ πάγωσε με αυτά τα λόγια. Ποτέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως η σεμνή και θεοφοβούμενη Μαριγώ θα είχε τέτοια συμπεριφορά. Αντίθετα η Καλλιόπη μάλλον περίμενε την αντίδραση της. Αυτή είχε δει πολύ χειρότερα από τη Μαριγώ! Αποφάσισαν τελικά μια βόλτα στην παραλιακή και κατέληξαν σε μια καφετέρια στη Γλυφάδα. Παρήγγειλαν καφέ οι δυο τους και η Μαριγώ μια πάστα. 

 “Μα είναι νηστεία!”, τόλμησε να πει η Ρηνιώ, όμως το μετάνιωσε στη στιγμή όταν αντίκρισε το αγριεμένο βλέμμα της. 

 “Λοιπόν”, προσπάθησε να σώσει την κατάσταση η Καλλιόπη, “Θα κάτσεις μέρες στην Αθήνα;” “Μέρες;”, γέλασε η Μαριγώ. “Μα ήρθα να μείνω για πάντα!” 

 Η Καλλιόπη μαζεύτηκε και δεν τόλμησε να ρωτήσει τίποτα άλλο, όχι όμως και η Ρηνιώ. 

“Και η μητέρα σου;”, τη ρώτησε. 

 “Μια χαρά τα καταφέρνει και μόνη της! Είναι δυνατή γυναίκα.”

 “Τότε θα πρέπει να βρεις μια δουλειά, να νοικιάσεις ένα σπίτι. Δεν μπορείς να μένεις συνέχεια στο ξενοδοχείο. Τα χρήματα είναι πολλά για κάτι τέτοιο, και δεν φαντάζομαι πως τα έχεις.”

 “Νομίζω πως έχω τη λύση”, είπε διστακτικά η Καλλιόπη. “Σε λίγες μέρες ανοίγουν τα σχολεία και θα σταματήσω τη δουλειά. Αν ήθελες θα μπορούσα να σε πάω στη θέση μου.” 

 “Περί τίνος πρόκειται;”, ρώτησε με ενδιαφέρον η Μαριγώ. 

“ Τίποτα σπουδαίο. Βοηθός σε μια μικρή βιοτεχνία στη γειτονία μου. Πάντως για αρχή δεν είναι άσχημα”.

 “Ωραία λοιπόν, μια και λύσαμε και αυτό το πρόβλημα, αύριο είσαστε καλεσμένες μου! Θα σας βγάλω για φαγητό! Κερνάω για τη γιορτή μου.” 

 Η Ρηνιώ προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποφύγει την πρόσκληση. Η συμπεριφορά της Μαριγώς την είχε ενοχλήσει πολύ.



Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου