Δείτε εδώ τις μέχρι τώρα συνέχειες σε ενιαίο κείμενο
Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα
Ο γιατρός κατάλαβε πως δεν έπρεπε να συνεχίσει άλλο. Την ξύπνησε με το προκαθορισμένο συνθηματικό. Τον κοίταξε μισοζαλισμένη ακόμα.
“Βρήκατε κάτι;”, ρώτησε γεμάτη αγωνία.
“Φοράτε Σταυρό;”, ρώτησε με τη σειρά του ο γιατρός, και ήταν τόσο άσχετη αυτή η ερώτηση σχετικά με την απορία της, που ξαφνιάστηκε.
“Έχει σημασία; ΄Όχι δεν φοράω εδώ και πολλά χρόνια;”
“Δεν θα είχε αν δεν το αναφέρατε εσείς, πράγμα που σημαίνει πως κάτι σημαντικό σας ανάγκασε να το ανακαλέσετε στην μνήμη σας. Αλήθεια ήταν συνειδητή σας επιλογή ή έγινε τυχαία;”
“Δεν θυμάμαι. Πάντως έχω κόψει την επαφή μου με τη θρησκεία, οπότε δεν έχει νόημα.”
“Στην αναδρομή αναφέρατε δυο φορές για μια περίεργη γυναικεία φωνή που σας υπέβαλε σκέψεις. Θυμάστε κάτι γι αυτό;”
'Όχι. Ποτέ δεν θυμάμαι να άκουσα φωνές!”, του είπε κατηγορηματικά, και όσον αφορούσε το παρελθόν δεν έλεγε ψέματα, αν εξαιρέσεις του λευκοντυμένου άντρα. Μόνο τελευταία άκουσε τη φωνή της γριάς στην βεράντα.
Ο γιατρός της εξιστόρησε με λεπτομέρεια, ότι αποκαλύφθηκε στην διάρκεια της ύπνωσης, τονίζοντας με έμφαση την παράξενη ερωτική έλξη προς τον πατέρα της και της εξήγησε πως θα χρειάζονταν αρκετές συνεδρίες ακόμη. Τον ευχαρίστησε και έφυγε, περίπου το ίδιο μπερδεμένη με όσο ήρθε. Το μόνο καινούργιο που βγήκε από την επίσκεψη ήταν η ιστορία με τον Σταυρό και οι φωνές εκείνη την ημέρα που ξεκίνησαν όλα. Να ήταν άραγε η φωνή της γριάς; Μάλλον όχι γιατί δεν την είχε συναντήσει τότε, αλλά αρκετά αργότερα. Ευτυχώς ο πονοκέφαλος είχε υποχωρήσει σημαντικά και μόνο η βαριά διάθεση της εξακολουθούσε να επιμένει. Ένα ποτό θα βοηθούσε την κατάσταση. Τηλεφώνησε στον Ερρίκο από το περίπτερο και τον κάλεσε να βγούνε. Δεν ήθελε και πολλά παρακάλια μιας και είχε πήξει με όλον αυτό τον φόρτο εργασίας. Αργά το βράδυ εμφανώς πιο ήρεμη γύρισε σπίτι και μετά τις απαραίτητες κουβέντες με τη Βαγγελιώ και το παιχνίδι με το μικρό έπεσε για ύπνο. Ήρεμο και γαλήνιο ύπνο μετά από πολύ καιρό!
Η επόμενη ημέρα ξημέρωσε με πολύ καλύτερους οιωνούς. Η Μαρία ξύπνησε με πολύ καλή διάθεση καθώς τίποτα δεν τάραξε τον ύπνο της τη νύχτα. Ακόμα και ο πονοκέφαλος είχε εξαφανιστεί. Στο δωμάτιο του παιδιού επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Ο μικρός κοιμόταν ήρεμος καλοταϊσμένος από τη Βαγγελιώ. Τον φίλησε και κατέβηκε στην κουζίνα. Με ανακούφιση βρήκε τον καφέ έτοιμο στην καφετιέρα. Έβαλε μια κούπα και αφού ήπιε μερικές γουλιές, αναζήτησε τη μάνα. Την βρήκε στον καναπέ του σαλονιού με μισόκλειστα τα μάτια. Είχε κουραστεί πολύ τελευταία με τη φροντίδα του σπιτιού και του μωρού.. Σκέφτηκε μήπως έπρεπε να πάρει μια κοπέλα να την ξεκουράζει λίγο, αλλά γρήγορα το απέκλεισε. Ποτέ δε θα δεχόταν κάτι τέτοιο η Βαγγελιώ!
Έφυγε αθόρυβα για να μην την ξυπνήσει. Από το δωμάτιο της, την ώρα που ετοιμαζόταν για την δουλειά, τηλεφώνησε του Ερρίκου. Είχε περάσει η ώρα και θα ανησυχούσε. Της είπε πως είχε καλά νέα και της ζήτησε να πάει το συντομότερο.
Τα καλά νέα ήταν πως μεγάλη αλυσίδα της Αγγλίας ενδιαφέρθηκε για συνεργασία με τη ΝΟΜΑΡ. Αυτό με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς σήμαινε δεκάδες εκατομμύρια τη σεζόν! “Καιρός να βάλεις μπροστά τα σχέδια της επέκτασης!”, της φώναξε ενθουσιασμένος ο Ερρίκος. Πράγματι, τώρα πια ήταν επιτακτική ανάγκη το δάνειο. Αμέσως τηλεφώνησε του Αλέξανδρου και του είπε τα νέα. Του ζήτησε να την βοηθήσει με τις διαδικασίες στην τράπεζα. Της υποσχέθηκε πως θα ξεκινούσε σήμερα κιόλας τις επαφές.
“Δουλειά τώρα!” είπε επιτακτικά στον Ερρίκο. “Σε λίγο θα αναλάβεις περισσότερα καθήκοντα.”,
“Ήμαρτον!”, αναφώνησε αυτός θεατρικά. ” Μήπως να φέρω και το ράντζο μου εδώ!”
Γέλασαν και οι δύο τους και ο Ερρίκος έφυγε να συνεχίσει τη δουλειά του. Η Μαρία δεν μπορούσε να συνέλθει από την απίστευτη εξέλιξη που πήρε η ζωή της. Οι δημιουργίες της θα έμπαιναν σε ένα από τους μεγαλύτερους οίκους που διαμόρφωναν την παγκόσμια μόδα! Αν όλα πήγαιναν καλά, σε λίγα χρόνια θα είχε αποκτήσει όσα δεν μπορούσε να ονειρευτεί στα πιο τρελά της όνειρα. Της ήταν αδύνατο να συγκεντρωθεί στη δουλειά και αποφάσισε να βγει μια βόλτα να πάρει αέρα. Τη στιγμή που έβγαινε από την πόρτα τη σταμάτησε το κουδούνισμα του τηλεφώνου.
“Μαρία εσύ;”, άκουσε την αντρική φωνή από την άλλη μεριά. Κάτι της θύμισε όμως δεν μπορούσε να προσδιορίσει ακριβώς.
“Ο Θανάσης είμαι, το παιδί στη ρεσεψιόν.”, συνέχισε μετά τη σιωπή της.
”Έλα”, του απάντησε με κάποια έκπληξη. “Να πω την αλήθεια δεν περίμενα τηλεφώνημα σου τόσο γρήγορα. Και ούτε το όνομα σου δεν ήξερα!”
“Είμαι στην περιοχή σου και θα ήθελα να σε δω. Έχεις λίγο χρόνο;”
“Σε δέκα λεπτά στην είσοδο των γραφείων μας. Σε περιμένω.” Έφτασε στην ώρα του και ξεκίνησαν μαζί για το κέντρο. Στο δρόμο δεν αντάλλαξαν πολλές κουβέντες και κατέληξαν σε ένα ουζερί στην Αριστείδου.
" Ευχαριστώ που δέχτηκες να βγεις μαζί μου.”, της είπε μετά το πρώτο ούζο. “Φοβόμουν πως θα με απέρριπτες!”
“Γιατί να το κάνω;”, τον ρώτησε. “Μου είσαι αρκετά συμπαθής και αισθάνομαι όμορφα δίπλα σου.”
“Με κάνεις ευτυχισμένο Μαρία! Μια ανεξήγητη έλξη με τραβάει κοντά σου. Είχα χρόνια να νιώσω αυτό το συναίσθημα!”
“Δεν μιλάει το ούζο ελπίζω”, του είπε με χαμόγελο. Της χαμογέλασε κι αυτός και της χάιδεψε το χέρι.
Στείλτε μας στο tinios60@gmail.com, διηγήματα, στίχους, ποιήματα με την ένδειξη: Προς δημοσίευση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου