Και έτσι σαν όνειρο μεταφέρθηκα απ’ την κουβέντα της φίλης μου στο Παρίσι. Εικόνες που ακόμα δεν είχαν προλάβει να γίνουν μνήμες βαθουλές, αρώματα που δεν είχαν αποκοπεί παντελώς και τα χνάρια τους υπήρχαν έστω και ισχνά στις καταλήξεις της όσφρησής μου. Νότες μουσικής συνέχιζαν να ρέουν μέσα μου σαν τα τρεχούμενα νερά ενός ποταμού κι έρχονταν να εναρμονιστούν με την κινητή υγρή δύναμη της Πόλης του Φωτός τον Σηκουάνα.
Είναι αλήθεια ασύλληπτο το πόσα πράγματα μπορεί ο ανθρώπινος νους να αποθηκεύσει. Λέξεις,
ήχους, εικόνες, συμπεριφορές, αντιδράσεις, γεύσεις, αντιλήψεις. Με μια λέξη κουλτούρες. Χρώματα κι αρώματα.Από Ακρόπολη στις Βερσαλλίες και από Αθήνα-Παρίσι. Τρεις μαγικές νύχτες στην Αθήνα, στις θελκτικές γωνιές του Συντάγματος, εκεί όπου τις βραδινές ώρες συναντάς την άλλη Αθήνα που έχει άρωμα λίγο απ’ τα παλιά, στα καλντερίμια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και της Αποστόλου Παύλου μέχρι τα στενά σοκάκια της κάτω πλευράς του Θησείου, εκεί που συνορεύει με τα γραφικά Άνω Πετράλωνα με τελικό προορισμό το Καλλιμάρμαρο, στην κορυφή του Αρδηττού όπου τα μάρμαρα του ιερού σταδίου ακόμα αποπνέουν τον ιδρώτα και την ψυχή των γενιών που γαλουχήθηκαν και διέπρεψαν μέσα στην αγκαλιά του.
Σαν όνειρο συνέβηκαν όλα, σχεδόν αστραπιαία περάσανε γύρω μου, σαν καρέ κινηματογραφικό. Η ευαισθησία είναι που έδωσε παραμυθένιες διαστάσεις στο πριν του ταξιδιού και στη διάρκειά του και αυτή ήταν που γέμισε μυσταγωγία τις στιγμές. Έρωτας, πάθος, δίψα για ζωή.
Rue Saint-Andre des Arts είναι η μαγική οδός που τη μέρα τη διάβαινα και τη νύχτα ερωτοτροπούσα μαζί της. Συνοικία Quartier latin με τους εκδοτικούς οίκους, τα εξειδικευμένα βιβλιοπωλεία, το πανέμορφο σιντριβάνι στο κάτω μέρος της λεωφόρου Saint Michel που αποτελεί χώρο σύναξης των καλλιτεχνών του δρόμου.
«Hotel des Arts» είναι το ξενοδοχείο που κάθε άλλο παρά σημερινή εποχή θυμίζει. Είσοδος σαν Ορθόδοξη εκκλησία με τις ξύλινες θέσεις για τους πιστούς στα πλαϊνά, κολλημένες στον παλιό τοίχο όπου τα πρωινά μετατρέπονται σε χώρο για το πρωινό και τρως σχεδόν κολλητά δίπλα σε αλλοεθνείς και άγνωστους και όλοι γίνονται μια παρέα. Λιτό αλλά πλούσιο. Φέτες από γαλλική μπαγκέτα άφθονες, με μέλι ανάμικτο με κρέμα, ένα έδεσμα των Γάλλων, και ωραίο γαλλικό καφέ. Εκείνες οι ώρες έφερναν στη μνήμη μου επαρχιακό ξενοδοχείο. Σαν εκείνα τα πρωινά που ξυπνάς περίεργα έχοντας στο κορμί σου την αίσθηση της πρώτης επαφής με τις ιδιοτροπίες του ξένου κλίματος. Οι οροφές σε όλο το ξενοδοχείο είναι ανάμικτες από αστάρι βαμμένο άσπρο και ξύλινα δοκάρια σε χρώμα σκούρο καφέ τοποθετημένα το ένα παράλληλα στο άλλο.
Το «Hotel des Arts» είναι ένα ξενοδοχείο που κουβαλάει μέσα του όλη την αύρα μιας άλλης δεκαετίας. 1920 μου θύμιζε περισσότερο. Δίχως ανελκυστήρα, με τα σκαλιά να γέρνουν προς την αριστερή τους πλευρά λες και είχαν κουραστεί τόσα χρόνια απ’ το βάρος των σωμάτων που είχαν περπατήσει πάνω τους.
Στο δωμάτιο ένα γραφείο μικρό έστεκε δίπλα από μια παλιά ντουλάπα η οποία δεν είχε κλειδί αλλά ένα ξύλινο χοντρό κομμάτι που αφόπλιζε τα φύλλα περνώντας τον όγκο του από πάνω τους. Ένα πορτατίφ πάνω στο γραφείο φώτιζε πάντα όταν το φως της μέρας χανότανε.
Αυτός ο ονειρικός δρόμος ο «Rue Saint-Andre des Arts» είναι μια πραγματική αποκάλυψη. Γεμάτος από galleries όπως το «Carre d`artistes», από βιβλιοπωλεία με βιβλία antiquites όπως το «Librairie historique clavreul f. Teyssedre» με ξεφτισμένα εξώφυλλα απ’ το χρόνο που διάβηκε από πάνω τους, από κάβες εκλεπτυσμένες με κρασιά όλων των ποικιλιών όπως το “La derniere goutte” (η τελευταία σταγόνα), από ζαχαροπλαστεία με τα γευστικότατά τους macarons και από τα σαγηνευτικά τους bistro.
Σε κείνα τα παρακλάδια ετούτου του στενού και μακρύ δρόμου, του περιτριγυρισμένου με τα επιβλητικά μεσαιωνικού τύπου σπίτια των κατοίκων, σε κάθε γωνιά, σε κάθε σταυροδρόμι θα συναντήσεις τους μουσικούς του δρόμου να παίζουν τη μουσική τους και να γίνονται ένα με τους Παριζιάνους. Jazz, Reggae, Country και οποιοδήποτε είδος θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Πρωινός expresso, όπως γράφουνε στους καταλόγους τους τον espresso, με κρουασάν βουτύρου και μπόλικη θετική διάθεση.
Κάθομαι στα μπροστινά τραπέζια στο «Βrasserie le buci» και απέναντι έξω απ’ το υποδηματοποιείο «Clif» παίζει jazz μια μπάντα αποτελούμενη από τέσσερις μουσικούς. Νιώθω έτοιμος να σηκωθώ και να χορέψω έχοντας την αίσθηση πως κανείς δεν θα γυρίσει να με κοιτάξει σαν κάτι παράταιρο. Άνθρωποι γυμνάζονται τρέχοντας μέσα στους δρόμους, άλλοι πίνουνε, άλλοι τρώνε και άλλοι παίζουν μουσική, γράφουν ή διαβάζουν και όλα αυτά επιτελούνται αρμονικά μέσα σε μια εκπληκτική ατμόσφαιρα.
Σ’ αυτή τη πόλη κάθε δρόμος έχει και το ομώνυμο bistro του, gallery του, patisserie (ζαχαροπλαστείο) του. Όλα είναι σχεδιασμένα με ένα συγκεκριμένο πλάνο και τίποτα δεν ξεφεύγει απ’ τη σαγήνη αυτής της πόλης.
Παρίσι το βράδυ, Παρίσι το πρωί, Παρίσι όλη μέρα κι όλη νύχτα είναι οι φράσεις που θέλω να λέω διαρκώς.
Έκανα κρουαζιέρα στο Σηκουάνα κοιτώντας τις πραγματικά έργα τέχνης γέφυρες με την Pont Neuf που ενώνει τη δυτική όχθη του Σηκουάνα με το νησάκι Ils de la Cite να ξεχωρίζει.
Επισκέφτηκα τις Βερσαλλίες τα ανάκτορα των Βασιλειάδων. Σοκάρεσαι με τη χλιδή και την ομορφιά μέσα στην οποία ζούσανε. Αλήθεια ο άνθρωπος μπορεί να κάνει πολλά πράγματα.
Αφιερώθηκα για μια ολόκληρη μέρα στο μουσείο του Λούβρου με την διάσημη Τζοκόντα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, την Αφροδίτη της Μήλου, τη Νίκη της Σαμοθράκης και μία τεράστια συλλογή πινάκων ζωγραφικής. Βρέθηκα προ εκπλήξεως όταν είδα πόσα αρχαία μας έχουν πάρει, τα οποία όμως είναι καλοσυντηρημένα, και πόσα άλλα απ’ τον Αιγυπτιακό πολιτισμό.
Περιδιάβηκα μέσα στον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό που μετασχημάτισαν σε μουσείο, το «Musee d`Orsay» (μουσείο Ορσέ) με την πλούσια ιμπρεσιονιστική του συλλογή. Αυτό το μουσείο πραγματικά είναι ένα κόσμημα!
Πήγα και στο «Musee de l`Orangerie» (μουσείο Ορανζερί) με τις «Νυμφαίες» του Κλοντ Μονέ, τον tour Eiffel (πύργος του Άιφελ) με την ασύλληπτη πανοραμική θέα του Παρισιού, την place de la Concorde (πλατεία Ομονοίας), την place Vendome, το νησάκι μέσα στο Σηκουάνα Ils de la Cite (νησί του Άστεως) με την Notre-Dame (Παναγία των Παρισίων) του Βίκτωρος Ουγκώ και του Κουασιμόδου.
Περπάτησα στην Avenue Des Champs Elysees (Λεωφόρος Ηλυσίων Πεδίων) και κατάληξα στην Arc de Triomphe (Αψίδα του Θριάμβου) στην πλατεία Ετουάλ που έχει μετονομαστεί σε Place Charles de Gaulle και όπου καταλήγουν 12 μεγάλοι λεωφόροι.
Επίσκεφτηκα την τουριστική Μονμάρτη, που τον 19ο και 20ο αιώνα φιλοξενούσε καλλιτέχνες όπως ο Πισσαρό, ο Ουτρίλο, ο Τουλούζ Λωτρέκ, ο Στάινλεν, ο Βαν Γκογκ, ο Μοντιγκλιάνι, ο Πικάσο. Είδα την Sacre Coeur (Ιερή Καρδιά) και την υπέροχη θέα από κει πάνω, τα bistro της Montmartre, τη συνοικία Pigalle (Πιγκάλ) με το cabaret «Moulin Rouge» όπου σύχναζε ο Adele de Toulouse-Lautrec (Αντέλ ντε Τουλούζ-Λωτρέκ).
Δεν μπορούσα να μην πάω στα στέκια του Έρνεστ Χέμινγουει όπως το «Bar Hemingway» όπου φτιάχτηκε για πρώτη φορά καθώς λέγεται το Bloody Mary, το «Harry’s New York Bar» και το «La Closerie des Lilas» στο οποίο και κάθισα. Ένα ποτήρι κρασί ήταν αρκετό για να με ταξιδέψει μέσα στο απαράλλαχτο Closerie.
Απόλαυσα απ’ έξω για την εξαιρετική τους κομψοτεχνία τα: Hotel Des Invalides (Μέγαρο των Απομάχων), Opera Garnier (Όπερα Γκαρνιέ), Petit Palais (μικρό παλάτι) και Grand Palais (μεγάλο παλάτι).
Όσες διαδρομές κι αν έκανα ποτέ μου δεν ξεδίψασα.
Γεύτηκα την ξεχωριστή τους κουζίνα τρώγοντας παραδοσιακά τους φαγητά όπως το tartare το οποίο καλύτερα να μην πω τι είναι. Εμένα πάντως μου άρεσε εξαιρετικά! Δοκίμασα επιπλέον την πολύ γνωστή τους Creme brulee. Εξαιρετική κι αυτή!
Και όσο για τα κρασιά τους… ασυναγώνιστα!!! Ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί κάθε βράδυ για συνοδευτικό άφηνε τις αισθήσεις να ξεδιπλωθούνε.
Το Παρίσι είναι μια πόλη ρομαντική με τους πολίτες της να είναι εναρμονισμένοι με τη φιλοσοφία που βγάζει. Τα απογεύματα οι Γάλλοι ξεσκάνε με μια βόλτα στα πολλά τους πάρκα, το Σηκουάνα και το ξαπόσταμά τους σε κάποιο bistro. Είναι εκθαμβωτικό το γεγονός να βλέπεις να κυκλοφορούνε σχεδόν όλοι με ένα μπουκάλι κρασί σαν να είναι κάτι το απολύτως φυσιολογικό. Αυτό μου άρεσε πολύ! Οι Γάλλοι είναι καλοί πότες. Δεν πίνουν για να μεθύσουν. Πίνουν για ν’ απολαύσουν. Η γαλλική μπαγκέτα έχει την πρωτοκαθεδρία στο κολατσιό τους. Στα μάτια ενός Έλληνα φαντάζει περίεργο να βλέπει στο δρόμο ανθρώπους να περπατάνε με μακριές μπαγκέτες στο χέρι όπως και το γεγονός ότι δεν μιλάνε εύκολα αγγλικά. Τους μιλάς αγγλικά σου απαντάνε γαλλικά εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων…
Όλα τα όνειρα κάποτε ξεκινάνε και κάποτε τελειώνουν. Όλα τα πράγματα στη ζωή έχουν αρχή, μέση και τέλος. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που αξίζει είναι αυτό που μένει στα απόνερα, είναι αυτά που πιάνονται απ’ τα αγκίστρια της ψυχής μας. Έτσι λοιπόν, σαν ένα παραμύθι μαγικό, τελείωσε και το ταξίδι στην Πόλη του Φωτός. Σ’ αυτή τη πόλη που από τότε που έχω επιστρέψει Ελλάδα ζει μέσα μου κι αναπνέει κάθε στιγμή.
Τελικά είχε δίκιο ο Χέμινγουεϊ που είχε αποκαλέσει το Παρίσι μια κινητή γιορτή. Απόλυτο όμως!
Au revoir, Paris!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου