ΣΤΕΙΛΤΕ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιστορίες σε εξέλιξη. Κάθε ανάρτηση,συνέχεια της ιστορίας. Η συνέχεια των ιστοριών θα ανεβαίνουν καθημερινά. Μπορείτε να στέλνετε τις δικές σας ιστορίες στο tinios60@gmail.com Με την Ένδειξη για Ανάρτηση

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

ΣΑΝ ΨΕΜΑ Η ΑΛΗΘΕΙΑ (ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ 92η συνέχεια. (Ο παράξενος καλόγερος)

Δείτε εδώ τα προηγούμενα σε ενιαίο κείμενο

 Μπορείτε να αντιγράψετε τα κείμενα και να δημιουργήσετε αρχείο (WORLD ή OPEN OFFICE) ώστε να έχετε ενιαίο το κείμενο και στο τέλος ολοκληρωμένο το μυθιστόρημα


 Όταν σιγουρεύτηκε ο Πετρής πως ήταν εντελώς μόνος, πλησίασε το φέρετρο και χάιδεψε το παγωμένο μέτωπο του Άγγελου. Ύστερα έβγαλε τα τσιγάρα του και άναψε ένα, χωρίς να σέβεται ούτε την ιερότητα του χώρου, ούτε της στιγμής. 

Φύσηξε ψηλά τον καπνό και απόμεινε να τον κοιτάζει καθώς ανέβαινε προς τον Παντοκράτορα του τρούλου.

“Σε ενοχλεί το τσιγάρο;”, ρώτησε ειρωνικά απευθυνόμενος προς τον Χριστό. “Και μένα με ενοχλεί που το παίζεις καλός και υπεράνω! Δεν μιλάς ε; Και τι να πεις άλλωστε. Έζησες μπατίρης και πέθανες στα τριαντατρία σου μέσα σε αφόρητους πόνους. Εκεί σε οδήγησε η καλοσύνη!

Για μένα όλοι λένε πως είμαι κακός. Λάθος κάνουν, είμαι πολύ κακός! Κι αυτό δεν είναι μειονέκτημα ξέρεις. Σου ανοίγει δρόμους, σε πάει ψηλά, αρκεί να έχεις τη δύναμη να αντέξεις την επιτυχία. Γιατί δεν την έχουν όλοι αυτή τη δύναμη! Εσύ ας πούμε για παράδειγμα. Μπορούσες να κατακτήσεις τον κόσμο, όμως δεν το άντεξες. Ήσουνα λίγος και δειλός, γι αυτό δεν σε φοβάμαι! Τι να φοβηθώ; Μιαν άψυχη ζωγραφιά στον τοίχο;” 

Πέταξε το τσιγάρο στο πάτωμα και το πάτησε με μανία. Στάθηκε πάλι πάνω από το νεκρό παιδί και έμεινε αρκετή ώρα να κοιτάζει το χλωμό του πρόσωπο. 

“Κατά βάθος αν ζούσες θα σου άρεσε που είμαι κακός!”, συνέχισε τον μονόλογο του. “Διορθώνω τα λάθη Σου! Ελαφραίνω τη γη από το βάρος ασήμαντων ανθρώπων, που απλά ταξιδεύουν αγκομαχώντας από τη γέννα στο θάνατο. Τα μισώ τα ανθρωπάκια! Αυτούς που σέρνονται στα τέσσερα για ένα ξεροκόμματο και λένε και ευχαριστώ από πάνω! Όπως μισώ κι αυτή τη μαλακισμένη λέξη την αγάπη! Τι σημαίνει αγάπη; Αγαπώ ποιον; Τον εαυτό μου μόνο! Πες σε κάποιον να πεθάνει στη θέση αυτουνού που λέει πως αγαπάει. Θα την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια! Ακόμα και εγώ. Υποτίθεται θρηνώ το χαμό του γιου μου. Παπάρια! Την έλλειψη θρηνώ, δηλαδή αυτό που θα λείψει σε μένα! Δεν αγαπάω κανέναν μεγάλε! Η αγάπη είναι αδυναμία και εγώ θέλω να είμαι δυνατός.”.

Σταμάτησε για λίγο το παραλήρημα του και σωριάστηκε αποκαμωμένος στην καρέκλα.    

Έβγαλε από την τσέπη το σακουλάκι με τη λευκή σκόνη και άπλωσε μια γενναία ποσότητα πάνω στο ασημένιο πιατάκι, που πάντα είχε μαζί του. Τράβηξε μια δυνατή μυτιά από κάθε ρουθούνι και έγειρε πίσω κλείνοντας τα μάτια. Έτσι δεν αντιλήφθηκε τον γέροντα με το ξεθωριασμένο ράσο που βγήκε από την πλαϊνή πόρτα του ιερού. 

Ο γέροντας με σερνάμενα βήματα προσκύνησε ευλαβικά τις εικόνες του τέμπλου και ύστερα πλησίασε το φέρετρο. Στα μάτια του φαινόταν η θλίψη για το αδικοχαμένο παιδί. Έσκυψε και το φίλησε στο μέτωπο με έκδηλη τη συγκίνηση στο πρόσωπο του.

“Τσακίσου και φύγε αμέσως!”, άκουσε πίσω του την οργισμένη φωνή του Πετρή που μόλις είχε ανοίξει τα μάτια και τον είδε.

Ο γέροντας στράφηκε και τον κοίταξε με ιλαρό βλέμμα. Τίποτα στο ύφος του δεν έδειχνε την ενόχληση που θα ήταν φυσικό να αισθανθεί με την προκλητική συμπεριφορά του Πετρή. Αντίθετα, με ένα ελαφρύ μειδίαμα σχηματισμένο στα χείλη του, άπλωσε το χέρι και το ακούμπησε στον ώμο του.

“Έχεις πολύ θυμό μέσα σου παιδί μου!”, του είπε με την μειλίχια φωνή του. “Κάνε μια προσπάθεια να τον αποβάλεις για να νιώσεις την ειρήνη του Θεού”.

Η αντίδραση του Πετρή ήταν εκρηκτική. Πετάχτηκε σαν ελατήριο και του άστραψε ένα χαστούκι τόσο δυνατό, που τον ανάγκασε να στηριχθεί στο φέρετρο για να μην σωριαστεί.

Ούτε και τότε όμως φάνηκε ίχνος ταραχής στο πρόσωπο του ρασοφόρου. Με μια ανεξήγητη στωικότητα έσκυψε το κεφάλι και ζήτησε συγχώρηση. Αυτή η μεγαλειώδης κίνηση, αντί να συνετίσει τον Πετρή, τον εξόργισε ακόμα περισσότερο!

“Τι νομίζεις ότι κάνεις κολόγερε!”, του φώναξε εκτός ελέγχου. “Πιστεύεις πως θα με τουμπάρεις με τα καραγκιοζιλίκια σου;”.

“Συγχώρεσε με παιδί μου!”, απάντησε ο γηραλέος ρασοφόρος, δίχως ίχνος υποκρισίας, στρέφοντας τα βουρκωμένα μάτια πάνω του. “Ένας ξεμωραμένος γέρος είμαι που πολλές φορές δεν ξέρω τι λέω!”.

Μαλάκωσε κάπως ο Πετρής με την δουλοπρέπεια, όπως το εισέπραξε, του γέρου και απρόσμενα του έδειξε την καρέκλα για να καθίσει δίπλα του.

“Κάτσε ρε ταλαίπωρε!”, του είπε με ύφος που δεν φανέρωνε αν τον ειρωνεύονταν ή πραγματικά για κάποιον περίεργο λόγο, του ξύπνησε αισθήματα από καιρό κοιμισμένα.

Ο γέροντας κάθισε στην διπλανή καρέκλα, ενώ εξακολουθούσε να μετράει τους κόμπους του φθαρμένου κομποσκοινιού του, λέγοντας μυστικά την ευχή. Ποθούσε να επαναφέρει αυτή την παραστρατημένη ψυχή σε δρόμους ουράνιους, όμως δίσταζε να κάνει την αρχή μετά την επιθετική συμπεριφορά του Πετρη. Δεν φοβόταν για τη ζωή του. Είχε από πολλά χρόνια βρει τον δικό του δρόμο, μακρυά από τις μικρότητες και τα πάθη της καθημερινότητας. Εκείνο που τον απασχολούσε ήταν ο τρόπος που θα προσέγγιζε τον άρρωστο χωρίς να τον τραυματίσει ακόμα περισσότερο.

“Πάρε τσιγάρο.”, διέκοψε τις σκέψεις του ο Πετρής. “Θα σε χαλαρώσει, γιατί σε βλέπω τσιτωμένο!”.

Ο μοναχός χωρίς να σηκώσει το κεφάλι, έβγαλε από την τσέπη του ράσου του μια καραμέλα και την πρόσφερε του Πετρή.

“Καλύτερα αυτό” του είπε χαμογελώντας. “Το τσιγάρο σκοτώνει και εκτός αυτού, εδώ είναι ο οίκος του Θεού, και δεν είναι σωστό! Αν επιμένεις, μπορούμε να βγούμε στο προαύλιο.”.

Για πρώτη ίσως φορά στη ζωή του υπάκουσε χωρίς αντίρρηση σε εντολή. Η ήρεμη δύναμη που εξέπεμπε το βλέμμα του μοναχού, κατόρθωσε ότι δεν είχαν καταφέρει αγριάδες και απειλές στο παρελθόν. Πέρασε το χέρι μέσα από τα μαλλιά του που είχαν αρχίσει να γκριζάρουν και με μια απότομη κίνηση τον άρπαξε από το μπράτσο, ενώ με το άλλο χέρι του έδειξε το νεκρό παιδί του στο φέρετρο.


Γίνετε μέλος στο Ελληνικό κοινωνικό δίκτυο: https://hellasbook.gr/tinios

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου